«Ἐφαντάζετο ἀμυδρῶς μίαν εἰκόνα, μίαν ὀπτασίαν, ἓν ξυπνητὸν ὄνειρον. Ὡσὰν ἡ χιὼν νὰ ἰσοπεδώσῃ καὶ ν᾽ ἀσπρίσῃ ὅλα τὰ πράγματα, ὅλας τὰς ἁμαρτίας, ὅλα τὰ περασμένα.» (Έρωτας στα Χιόνια, Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης)
Ένα παιδί και πάλι μπροστά μας, ένας από εμάς, με την κληρονομιά –κληρονομιά για όλους μας– να είναι ο άγνωστος και προαιώνιος Θεός και τη μοίρα να αρχινά το ταξίδι το δικό μας, βήμα το βήμα, στιγμή τη στιγμή. Και να αγαπά ανερμήνευτα και χωρίς κρατούμενα τη ζωή, τη ζωή αυτή; Και να προχωρεί με απορία προς τον σταυρό;
Ένα παιδί και πάλι μπροστά μας, για να νηπιάσει, να βαδίσει, να τρέξει στη ζωή, με ανερμήνευτη και απτόητη όρεξη, σαν εμάς.
Ένα παιδί και πάλι μπροστά μας για να το ακολουθήσουμε και να τρέξουμε και εμείς μαζί του από την ανατολή έως τη δύση.
Ένα παιδί και πάλι μπροστά μας, για να μας φανερώσει ότι η αθωότητα είναι πιο βαθιά από την ενοχή. Είναι αβυσσαλέα και μπορεί όλα να σκεπάσει. Και η γιορτή και το χαμόγελο και η χαρά, είναι πράγματα τόσο πολύ πάντοτε επιθυμητά, και μάλλον τελικά τόσο πολύ πιο αληθινά από κάθε τραγική αφήγηση.
❧
Είναι όμορφα τα Χριστούγεννα. Όσο και αν φαίνεται ότι ψευτίζουν με χίλιους μύριους τρόπους. Ίσως παραμένουν ανεξίτηλα όμορφα γιατί η γέννηση του Θεανθρώπου, στις πιο δύσκολες μάλιστα συνθήκες, φωτίζει και λαμπρύνει, επισημαίνει τη γέννηση του κάθε ανθρώπου, τη γέννηση και την ύπαρξη του καθενός από εμάς. Μεγαλύνει και διατρανώνει τη χαρά «ότι άνθρωπος γεννήθηκε στον κόσμο», και ίσως αυτό είναι εκείνο που διαμήνυσε συνταρακτικά το «ήγγικεν η βασιλεία των ουρανών». Μήπως η άδολη χαρά των Χριστουγέννων μας έχει πλησιάσει περισσότερο από ό,τι ορίζει η έννοια του πλησίον, περισσότερο δηλαδή και από το κοντινό στον υπερθετικό βαθμό, έχει αγγίξει τα βάθη της καρδιάς μας και πράγματι ήδη «εντός ημών εστίν»; Μήπως αυτός που γεννήθηκε από τα σπλάχνα της Θεοτόκου δεν είναι άλλος από το παιδί που βγαίνει τώρα στον κόσμο να περπατήσει, ενώ κοιτάζουμε ο ένας τον άλλον με απορία; Ποιο είναι αυτό το μωρό; ρωτάμε. Το παιδί μας; Και για πού πήρε έτσι φόρα;
Είναι όμορφα, πράγματι όμορφα τα Χριστούγεννα. Και ας φαίνεται ότι για λόγους εθιμοτυπικούς επαναλαμβάνουμε τη γιορτή. Και ας φαίνεται ότι κάνουμε ό,τι μπορούμε για να τα ψευτίσουμε. Τη χαρά τους, την άδολη και αδιαπραγμάτευτη, την παράδοξη και απροϋπόθετη, να μην την αφήνουμε μουγκή στις σύντομες ζωές μας. Να κατεβαίνουμε από το τρένο της ιστορίας που μας εξαπατά ότι θα την βρούμε στο τέλος της διαδρομής –πολύς συνωστισμός σε αυτό το τρένο με τους τυφλούς οδηγούς του που δείχνουν σίγουροι ότι ξέρουν πού μας πηγαίνουν. Να μην επιτρέπουμε σε κανέναν να μας την υπόσχεται, υπό προϋποθέσεις, για αργότερα και ίσως στο τέλος των αιώνων.
⸙⸙⸙
[Πρώτη δημοσίευση στο ηλεκτρονικό Φρέαρ. Ζωγραφική: Σαλβαντόρ Νταλί. Δείτε τα περιεχόμενα του δέκατου τρίτου ηλεκτρονικού μας τεύχους εδώ.]