εις μνήμην της κυρίας Β…
Κι ούτε ένας θεός, λοιπόν, ούτε ένας Αύγουστος με γλώσσα ασωτίας – ένας υπόνομος, έστω, με φτηνή πανσέληνο τινάζοντας απάνω μου αμαρτίες. Λες και δεν ναυάγησα, δεν άφησα ίχνη, δεν έφτιαξα πύργους, εγώ. Και όμως. Κι ούτε ένας, να μου χαϊδέψει τους μηρούς και γύρω την κοιλιά, και πιο ψηλά ανέβα, ανέβα ντε, εδώ να δεις πώς θα μαρσάρουν τα μαλλιά σου, σκοτάδι είναι αυτό, όλο χυμούς, αδάγκωτο, αλλά εσύ, χρυσό μου, δεν ξέρεις από παφλασμούς, δεν σου ʼτυχε ποτέ να δεις καρδιά σε κατωσέντονα, χρατς το αίμα, χρατς η αγάπη, χρατς αγάπη αστέγνωτη συν αίμα, μόνο νταμάρια και ρούχα αδρανή, εσύ – όμως κοίτα με
έξι χρόνια πεθαμένη κι είσαι πληγή από φρικτό μαχαίρι
⸙⸙⸙
[Πρώτη δημοσίευση στο ηλεκτρονικό Φρέαρ. Φωτογραφία: ©Antonio Palmerini. Δείτε τα περιεχόμενα του δωδέκατου ηλεκτρονικού μας τεύχους εδώ.]