frear

Θα φέρω εδώ την Καλυψώ – γράφει ο Ευάγγελος Αυδίκος

Γιάννης Στρούμπας, Περίμετρος, Σμίλη, Αθήνα 2023.

Η νέα ποιητική συλλογή του Γιάννη Στρούμπα συνιστά μια επιβεβαίωση της δεξιότητάς του να εγχέει σε κάθε γραφή του ένα υπόστρωμα ποιητικότητας, στην οποία ανιχνεύονται κοινά στοιχεία στη γραφή αλλά και στην οπτική που θεάται τον κόσμο.

Κυρίαρχο είναι το βλέμμα στην ποιητική συλλογή, είτε ως ποιητική περσόνα (Κολλώ το πρόσωπο στο τζάμι), διά του οποίου σκανάρει τον εξωτερικό κόσμο, επισημαίνοντας συσχετισμούς, σχολιάζοντας και ανιχνεύοντας τις πληγές (βλέμματα απλανή), είτε ως αφόρμηση για εσωτερική καταβύθιση και επιβεβαίωση της στερεότητας του δικού του κόσμου, ο οποίος στέκει σε αντίστιξη με ό,τι παρατηρεί.

Τζάμια στο τούνελ
λες, αχρείαστα
σκοτάδι πίσσα η σήραγγα
δεν έχει δα και τίποτα
να δεις απέξω

Απέξω. Τι να το κάνεις το απέξω.
Μέσα είναι η κάθε ομορφιά
(«Στην τζαμαρία»)

Το βλέμμα και η συνεχής κίνηση, η αλλαγή επιπέδων και ο αστικός χώρος με το μετρό και τους συρμούς, τις αποβάθρες και τις καταβόθρες γίνεται το υλικό του ποιητικού εργαστηρίου, για να προτείνει τον δικό του λόγο ως άμυνα σε όσα συμβαίνουν αλλά και ως πρόταση συναλληλίας προς όσους εισπνέουν τον κόσμο με παράλληλες ευαισθησίες.

Το ποίημα «Σχεδία πάνω στο κύμα» συνοψίζει όλη την ποιητική κοσμολογία του Στρούμπα:

Δεν θα βαλτώσω εγώ στις σήραγγες
ούτε μισού ξεκουρντισμένου ακορντεόν.
Ούτε μισή συμπόνια γλυκερή
δεν θα με καθηλώσει εκεί στα βάθη.
Πίσω μου τ’ αφήνω όλα.
Έξω καρδιά το έξω συναντώ
απ’ όλες τις εξόδους.
Πρύμο αεράκι με σηκώνει στον αφρό
σχεδία ψηλά στο κύμα.

Σχεδία; Σχεδία; Σχεδία;
Πού βρέθηκαν αυτοί σε κάθε έξοδο;
Πώς τόσες διαφυγές μου τις βουλιάζουν
στην επιφάνεια;
Από παντού πώς έκλεισαν
σε μέγγενη περίμετρο
την κάθε μου απόδραση;
Περί μετρό και κάθε κακής έξεως,
κολοκυθόπιτα.

Α, όχι. Σχεδίαζαν
χωρίς τον ξενοδόχο.
Φεύγω ευθύς αμέσως.
Μήτε να τους κοιτάξω δεν γυρνώ.
Ευθύς αμέσως
Θα φέρω εδώ την Καλυψώ
όλους να τους βολέψει. Μακριά,
πολύ μακριά,
απ’ την ενοχλημένη βόλεψή μου.

Πρώτο απ’ όλα είναι η συνομιλία του με τον Καρυωτάκη. Κοινό τους σημείο η διαπίστωση της κίτρινης άμμου που μετεωρίζεται στην ατμόσφαιρα, η οποία καθιστά ανυπόφορες τις συνθήκες βιωτής. Και οι δύο αρύουν το υλικό τους από το γκρίζο, το αίσθημα ασφυξίας, τη συνείδηση της δυσαρμονίας ανάμεσα στο εξωτερικό περιβάλλον και την εσωτερική πληρότητα, ψυχοσυναισθηματική και δημιουργική.

Το αίσθημα είναι το ίδιο. Ωστόσο, η διαχείρισή του είναι διαφορετική. Στον Καρυωτάκη, στο ποίημα «Είμαστε κάτι…» (Ελεγεία και σάτιρες), ο ποιητής εξαρχής αποδέχεται ως αναπόδραστη τη διαπίστωση ότι «Είμαστε κάτι ξεχαρβαλωμένες κιθάρες..». Αντίθετα, ο Στρούμπας, επιλέγει διαφορετική στάση. Αντικαθιστά την κιθάρα με το ακορντεόν και εμφατικά λαμβάνει αρνητική στάση από τον πρώτο στίχο (Δεν θα βαλτώσω…).

Το ποίημα αυτό δανείζει τον τίτλο στην ποιητική συλλογή (Περίμετρος), που συνοψίζει τα κοινωνικά αδιέξοδα και το αίσθημα της ασφυξίας. Την ίδια στιγμή ορίζεται και ο χώρος. Πρόκειται για το μετρό ως έκφραση των νέων τεχνολογικών δυνατοτήτων, οι οποίες μπορούν να γίνουν αδιέξοδες. Μολοταύτα, ο ποιητής δεν συμβιβάζεται με ό,τι του υπαγορεύει το εξωτερικό περιβάλλον: τη λοβοτομή, τον συμβιβασμό. Προσέτι, δεν αποσύρεται στη συναισθηματική ασφάλεια της ποιητικής του τέχνης. Υιοθετεί στάση διανοουμένου, με ποιητική και κοινωνική ενσυνειδησία. Απομακρύνεται από την «ενοχλημένη βόλεψη». Συμπαραστάτης σ’ αυτή τη στάση η Καλυψώ, η δική του μάγισσα, διά της οποίας θα επιχειρήσει να μαγέψει τον κόσμο, ίσως σε αντίστιξη με τον παρόντα που παραείναι απομαγευμένος –μακριά από την ουσία της τέχνης και των όσων την περιβάλλουν.

Η ποιητική συλλογή του Στρούμπα είναι ανάπτυξη όσων συνοψίζει στο ποίημα «Σχεδία πάνω στο κύμα». Όλα αυτά αθροίζονται στους δυο τελευταίους στίχους του τελευταίου ποιήματός του «Σφηκοφωλιά», το οποίο αφιερώνεται στον πατέρα του –σε συμβολικό επίπεδο σε όλους τους πνευματικούς του «πατεράδες»: Τον Σολωμό, τον Παλαμά, τον Καρυωτάκη.

Τώρα πια ξέρω
Υπάρχει κι άλλος τρόπος

Ο ποιητής έχει, πλέον, αποκτήσει ενσυνειδησία. Δεν στοιχίζεται πίσω από τους προγόνους, ακολουθώντας πιστά τα δικά τους χνάρια. Δεν βολεύεται με τον μιμητισμό. Κι αυτό αντανακλάται και στην υπονόμευση αυτής της ποιητικής κληρονομιάς. Αν στον Σολωμό είναι «Ανοιχτά πάντα κι άγρυπνα τα μάτια της ψυχής μου» (Ο Πόρφυρας), ο Στρούμπας μεταφέρει τον στίχο στις στοές του μετρό των δικών του ανησυχιών και ποιητικών δοκιμών.

Πάντ’ ανοιχτά πάντ’ άρρωστα
τα φώτα της στοάς μου
(«Αιώνας των φώτων»)

Σ’ αυτή την αντίληψη ανήκει και η σχέση του με τη γλώσσα. Τα ποιήματα είναι διάστικτα από λέξεις και φράσεις της καθημερινότητας, οι οποίες δεν θα μπορούσαν να στεγαστούν σε μια συλλογή που πρεσβεύει την ταξινομητική ανισοτιμία των λέξεων.

α.
Περί μετρό και κάθε κακής έξεως,
κολοκυθόπιτα.
…..
Α, όχι. Σχεδίαζαν
χωρίς τον ξενοδόχο.

β.
Τσιρίζετε χωρίς περιστροφές
(«Επανακατάβαση»)

γ.
Ρουφγκάρντεν η ακρίβεια
(«Ανταπόκριση με τη γραμμή μείον ένα»)

δ.
Στην παραλιακή ο νοτιάς
φέρνει κι απόψε το κέφι στο τσακίρ.

ε.
Λοιπόν, σκασίλα μου.
Θα συνεχίσω
υπογείως να κινούμαι.
(«Δελτίο επίγειου καιρού»)

στ.
Τούτος ο συρμός
ρολάρει στο ημίφως
(«Εξαφάνιση ηλικιωμένου»)

ζ.
Άλλο και πάλι τούτο!
Ρητά ν’ απαγορεύεται
η είσοδος στην Έξοδο!
————
Κι ας βρίσκομαι σε λούκι

Ο Στρούμπας αναπαρθενεύει τις λέξεις του. Με άλλα λόγια, εγχέει ιερότητα καθιστώντας τες ισοδύναμες στον ποιητικό του κόσμο.

Ο τρόπος του Στρούμπα αποκτά διάφορες μορφές. Πρωτίστως, είναι η επιλογή των σταθμών του μετρό με τις αναβάσεις, τις καταβάσεις, τις κυλιόμενες σκάλες και τη βιασύνη, τις σκοτεινές στοές που μοιάζει να απέχουν πόρρω από τη δυνατότητα ανίχνευσης ποιητικότητας. Ο ποιητής το τολμά.

…………………
Οι αποβάθρες τούτες εδώ
δεν είναι αποβάθρες.
Είναι σκηνή θεατρική
μ’ υπόγειες παραστάσεις.
(«Είναι σκηνή»)

Το μεγαλύτερο μέρος της ποιητικής συλλογής μορφοποιείται στον χώρο του μετρό, έναν τόπο που χαρακτηρίζεται από ρευστότητα στις ανθρώπινες σχέσεις και η ταχύτητα στην εναλλαγή εικόνων.

Δαιμονισμένες οδηγούν
σ’ ανήλιαγα επίπεδα.
Τσάντες, σακούλες, χαρτοφύλακες, παιδιά
ισορροπούν στην ένταση.
(«Κυλιόμενες σκάλες»)

Ο ποιητής έχει την οξύνοια να αναγνώσει τον καινούργιο χώρο ως μια θεατρική σκηνή, στην οποία

Μονόπρακτα αλλεπάλληλα
στα βάθη ανεβαίνουν
πιστή αναπαράσταση
ηρώων που κατεβαίνουν

Οι αποβάθρες μεταβάλλονται σε ορχήστρα, στην οποία όσοι/ες ανεβοκατεβαίνουν πρωταγωνιστούν σε σύντομα μονόπρακτα, που επαναλαμβάνονται, με διαφορετικούς κάθε φορά ήρωες/ίδες. Μονολεκτική καταγραφή θεματολογίας έγνοιες, ζυμώσεις, πάθη, απωθημένα, απομόνωση, περίσκεψη, ενδοσκόπηση), που αποκτούν υλική υπόσταση με πολλαπλούς συνδυασμούς (σακούλες, ύλη, φίρμες, επωνυμία, ευμάρεια, εξωστρέφεια).

Οι λέξεις μετεωρίζονται, αναζητώντας το νόημά τους. Το ίδιο και τα «ανάπηρα και κυλιόμενα» αισθήματα όσων κατεβαίνουν τις κυλιόμενες σκάλες. Υπαρξιακά ζητήματα, οντολογικές ανησυχίες, των οποίων επιχειρείται η σίγαση. Ωστόσο, ο ποιητής επισημαίνει ότι η αλόγιστη χρήση των υλικών αγαθών συντείνει στην καταβύθιση των ανώνυμων πρωταγωνιστών/τριών του στο πέλαγος της υπαρξιακή ρευστότητας. Οδηγίες προς ναυτιλλομένους.

Προσοχή στο κενό
Μεταξύ μυαλού και καρδιάς.
(«Mind the gap»)

Ο Στρούμπας καταβυθίζεται στα τεχνολογικά επιτεύγματα του σύγχρονου κόσμου. Επισημαίνει ότι

Το φως βουλιάζει στις στοές

γκρίζο χλωμό μαύρο
μπετόν τσιμέντα σκυροδέματα
(«Από το παράθυρο»)

Ένας κόσμος φτιαγμένος από υποφωτισμένες γαλαρίες, από σκυρόδεμα. Κυρίαρχο το ασθενικό φως, από μια λάμψη που παλεύει να διαλύσει τη «σκοτεινιά», η οποία ωστόσο αντέχει.

Ο Στρούμπας, εντούτοις, δεν συγκροτεί ένα διπολικό σχήμα, με το φως στον «πάνω κόσμο», στην έξοδο από το μετρό, και το μαύρο και γκρίζο χρώμα στις αποβάθρες και τις γαλαρίες. Επιμένει στην ανάδειξη των εσωτερικών αντιφάσεων και της αυστηρής διπολικής αντιστοίχισης του άσπρου και μαύρου χρώματος.

Το σκότος ταξιδεύει
με ταχύτητα φωτός
(«Υπόγεια διαφυγή»)

Αντιστρέφει τη γνωστή αρχή της φυσικής για την ταχύτητα του φωτός, ώστε να υπογραμμίσει ότι η στερεοτυπική αναπαράσταση των χρωμάτων χρειάζεται περισσότερη προσοχή. Το μαύρο, πλέον, δεν κατοικεί στο υπόγειο. Δεν ανέρχεται από στοές και καταπακτές. Έχει εγκατασταθεί στον επάνω κόσμο.

Ηλεκτρικός .
Στρατιές χούλιγκαν.
Ραντεβού θανάτου.
Στιλέτα. Σιδερογροθιές.

Οι ροές του σκότους
υπό το φως του ήλιου
(«Του πιο μουντού φωτός»)

Η ποιητική συλλογή του Στρούμπα είναι ιδιαίτερα σημαντική. Η μορφή των στίχων του υπακούει στην ανάγκη να υπηρετήσει το κοχλάζον ποίημα. Προς αυτή την κατεύθυνση συντείνουν και τα σημεία της στίξης, ιδιαίτερα η τελεία. Άλλοτε επανέρχεται σταθερά σε κάθε δίστιχο για να υποστηρίξει το πραγματολογικό της θέασης. Ενίοτε, απουσιάζει. Ο λέξεις μοιάζουν να παίρνουν κλίση προς την ολοκλήρωση του ποιήματος, προκαλώντας μια επιταχυντική διαδικασία.

Ο Στρούμπας είναι μια ανήσυχη ποιητική συνείδηση. Την ίδια στιγμή, είναι ανήσυχος πολίτης. Αισθάνεται το βάρος της ευθύνης να αρθρώσει έναν λόγο αντίρροπο στη διαπιστωμένη εταιρική του ανεπάρκεια.

Αν τα σκέλια σφίγγω

είναι που
πάντοτε σηκώνω
των ενοχών μου
τα εκατόν είκοσι κιλά
για όλου του κόσμου
τα δεινά
(«Εκατόν είκοσι κιλά»)

Η ποίησή του είναι, υπ’ αυτή την έννοια, «πρόστιμο εξακονταπλάσιο». Και αυτή η πληρωμή είναι και μια λυτρωτική πράξη. Έχει ως αποτέλεσμα τη συλλογή Περίμετρος.

⸙⸙⸙

[Πρώτη δημοσίευση στο ηλεκτρονικό Φρέαρ. Φωτογραφία: ©Brian Griffin (1974). Δείτε τα περιεχόμενα του ενδέκατου ηλεκτρονικού μας τεύχους εδώ.]

Σε λίγο καιρό κοντά σας με νέο ηλεκτρονικό τεύχος στο mag.frear.gr

Mag.frear.gr – Τα ηλεκτρονικά μας τεύχη