frear

Για το αφιέρωμα της «Σύναξης» στη μαγική εκκλησιαστικότητα – γράφει ο Δημήτρης Αγγελής

Σύναξη, τχ. 167 (Ιούλιος-Σεπτέμβριος 2023). Αφιέρωμα: «Μαγική εκκλησιαστικότητα Α΄: Μια αυτοαναίρεση».

Από την αρχή της κυκλοφορίας της, η Σύναξη ως «έκδοση σπουδής στην Ορθοδοξία» χαρακτηρίζεται από την κλήση της μέριμνας. Η μέριμνα αυτή δεν αφορμάται από ένα ελαφρά τη καρδία εμμονικά «ανατρεπτικό» ή «εκσυγχρονιστικό» εγχείρημα ατέρμονου αναθεωρητισμού (αυτοεπιβεβαιωτική ανάγκη που φαίνεται να διακατέχει σπασμωδικά την εποχή μας, όπου η ασυμπάθητη αναζήτηση του υποτιθέμενα αληθούς τελικά μας απογυμνώνει πλήρως από υπαρξιακά στηρίγματα υπέρ μιας «θέας από το πουθενά»), αλλά από αληθινή αγάπη και ειλικρινή αγωνία να κρατηθεί ζωντανή η ποιότητα της θρησκευτικότητάς μας, δηλαδή της πίστης μας, καθώς η μετανεωτερικότητα προκρίνει πολύ βολικά μια γενικόλογη χριστιανικότητα σε βάρος της εν Χριστώ εκκλησιαστικότητας. Η επαναπραγμάτευση κεντρικών ζητημάτων εκκλησιαστικής αυτοσυνειδησίας, η αυτοθεραπευτική αναμέτρηση με αγκυλώσεις, αυτοματισμούς και εξιδανικεύσεις είναι πολύτιμα έστω και ως μικροί συναγερμοί επαγρύπνησης για ένα εκκλησιαστικό σώμα που συνήθως προτιμά να επαναπαύεται στα ευσεβιστικά πρότυπα του αγιολογικού εξαιρετισμού [1] που προωθούν τα ευπώλητα βιβλία πνευματικής οικοδομής –εύκολα τα διαπιστώνει κανείς ανατρέχοντας στους τίτλους που βρίσκουμε σε μεγάλα βιβλιοπωλεία στον μικρό χώρο που αφιερώνεται στη θεματική «Αυτοβοήθεια-Θρησκεία-Αποκρυφισμός». Και είναι επίσης πολύτιμα επειδή ακριβώς η εποχή μας, της υποτιθέμενης ανεκτικότητας, ρέπει την ίδια στιγμή προς τον ανορθολογικό φονταμενταλισμό με την παντελώς αντιχριστιανική περιφρόνηση για τον κόσμο (αν και η αρνησικοσμία του είναι υποκριτικά επιλεκτική), ο οποίος –το βλέπουμε στο ισλαμικό κράτος, το βλέπουμε όμως και στον ρωσικό ορθοδοξισμό– συγκροτεί κοινωνίες περιφραγμένων ονείρων.

Πριν από δύο χρόνια περίπου, συνάδελφος εκπαιδευτικός που περνούσε μία δύσκολη περίοδο στη ζωή της, προσέφυγε προκειμένου να μπορέσει με κάποιο τρόπο να ελέγξει τη δυσβάστακτη καθημερινότητά της, σε μια χαρτορίχτρα. Στις ενθουσιώδεις πρώτες περιγραφές της για τις αξιοθαύμαστες διακριτικές ικανότητες και τις αισιόδοξες προβλέψεις της χαρτορίχτρας που ικανοποιούσαν τις πιο ενδόμυχες επιθυμίες της φίλης μου, οι οποίες όμως έμελλε να διαψευστούν οικτρά έναν ολόκληρο χρόνο και πολλά εικοσάευρα αργότερα, ήρθε να προστεθεί μία υπόδειξη που της έκανε και μου προκάλεσε μεγάλη κατάπληξη. Της πρότεινε η χαρτορίχτρα, όταν νιώθει πως βυθίζεται στο σκοτάδι της απόγνωσης, να διαβάζει μια «θαυματουργή» προσευχή, την προσευχή του Ιούδα Θαδδαίου. Μην έχοντας ποτέ πριν ακούσει κάτι γι’ αυτήν την προσευχή, που αποδίδεται σ’ έναν απόστολο του οποίου η φυσιογνωμία παραμένει έτσι κι αλλιώς σκοτεινά αινιγματική, καθώς δεν έχουμε πολλά βιογραφικά του στοιχεία, στην αρχή αδιαφόρησα. Λίγο καιρό όμως μετά, πληροφορήθηκα ότι η κομμώτρια άλλης φίλης τής πρότεινε την ίδια προσευχή ως αποτελεσματικότατη, οπότε, διαπιστώνοντας ότι έχει ευρύτερη απήχηση απ’ ό,τι νόμιζα, έσπευσα να ενημερωθώ για το θέμα. Πρόκειται, λοιπόν, για μια πολύ απλοϊκή, υποτυπώδη θα έλεγα προσευχή, ενδεχομένως μεταφρασμένη από τα αγγλικά, χωρίς ίχνος γλωσσικής καλλιέπειας ή ποιητικότητας, με την οποία ο απελπισμένος πιστός ζητά βοήθεια από τον Θεό. Στην ιστοσελίδα «Βήμα Ορθοδοξίας», όπου μεταξύ άλλων ιστότοπων αναπαράγεται η συγκεκριμένη προσευχή, πληροφορούμαστε σχετικά: «Οι προσευχές του εννεαημέρου πρέπει να λέγονται επτά (7) φορές την ημέρα, επί εννέα (9) συνεχείς ημέρες. Οι προσευχές εισακούγονται την ενάτη και πριν και ποτέ μέχρι τώρα δεν απέτυχαν. Θα λάβετε τη Χάρη που ζητάτε, όσο απραγματοποίητη κι αν φαίνεται».

Προφανώς εδώ, πέρα απ’ την αφέλεια του πράγματος [2], έχουμε να κάνουμε μ’ ένα ξεκάθαρο μαγικό τελετουργικό εκβιασμού, με μια επινοημένη, ατομική προσευχή που λειτουργεί σαν διακόπτης on-off ροής της θείας χάριτος, θυμίζοντας τις αρχαίες θεουργίες, τεχνικές σωτηρίας με μαγικά μέσα, δηλαδή νεοπαγανισμό. «Και ο Θεός», για να παραπέμψω στο εισαγωγικό σημείωμα του τεύχους, «μέσα σ’ αυτό το μαγικό πλαίσιο, δεν εκλαμβάνεται ως το κατεξοχήν ελεύθερο και απρόβλεπτο Πρόσωπο, αλλά ως μια ύπαρξη (είτε προσωπική είτε απρόσωπη) που υπόκειται κι αυτή σε ύψιστους μεταφυσικούς νόμους κι έτσι δεσμεύεται, μέσω της ενέργειας μαγικών πράξεων ή αντικειμένων, να ενεργήσει καθ’ υπαγόρευσιν και νομοτελειακά». Έχουμε δηλαδή έναν Θεό παγιδευμένο, δια της μαγείας, στην ανθρώπινη βούληση.

Μίλησα πριν για ειδωλολατρία και, πράγματι, εκεί υπάγεται η υπό συζήτηση μαγική εκκλησιαστικότητα και μάλιστα δεν είναι άσχετη με το πνευματικό περιβάλλον όπου αναπτύχθηκε ο χριστιανισμός, ο οποίος διαμόρφωσε επιμέρους θέσεις και πρακτικές είτε επηρεαζόμενος είτε καταπολεμώντας τέτοιες αντιλήψεις. Κατά την περίοδο της ύστερης αρχαιότητας –που παρουσιάζει, ως γνωστόν, πολλές αναλογίες με την ύστερη νεωτερικότητα: αίσθηση δυσφορίας και απροσδιοριστίας, fin de siècle ρητορική, θρησκευτικός συγκρητισμός κ.α.– ορφικές, πυθαγόρειες, νεοπλατωνικές, χαλδαϊκές και αιγυπτιακές μυστικιστικές θεωρήσεις αναμειγνύονται μεταξύ τους και με αρκετή δαιμονολογία, ενισχύοντας τη μαγική μέθοδο προσέγγισης και επηρεασμού του θείου [3]. Ο Ιάμβλιχος, για παράδειγμα, μιλούσε για «αυτοπτικά αγάλματα» που αποκαλύπτουν τον Θεό επειδή ακριβώς δημιουργούνται σύμφωνα με το πρότυπό του, οπότε μόλις κατασκευάζονταν οι θεοί έμπαιναν μέσα τους και τα ζωογονούσαν. Κατά πόσο τέτοιες αντιλήψεις εμψύχωσης των αγαλμάτων εκβάλλουν σε νοσηρές πλευρές της εικονολατρίας (εικόνες που κινούνται, δακρύζουν ή αιμάσσουν) ή παραπλεύρως στην παράδοση των αχειροποίητων εικόνων, συνιστά αντικείμενο προς μελέτη. Επίσης στους ελληνο-αιγυπτιακούς Μαγικούς Παπύρους υπήρχαν συνταγές για την απαγγελία επωδών, αλλά και για εξορκισμούς και για την κατασκευή φυλακτών με τη δύναμη να προκαλούν προφητικά όνειρα [4]. Η ίδια η αντίληψη ότι ο άγιος άνθρωπος πρέπει οπωσδήποτε, πέρα απ’ τον ασκητικό τρόπο ζωής του, να πραγματοποιεί θαύματα –σε αντίθεση με τον δίκαιο της Παλαιάς Διαθήκης, ο δίκαιος εδώ είναι συνώνυμο του αγίου– επικρατούσε ήδη στις νεοπλατωνικές κοινότητες, όπου άνθρωποι πετάνε, ανασταίνονται κ.λπ. [5] Παραδείγματα ανάλογων συσχετισμών καταγράφονται, καθώς φαίνεται, αρκετά.

Υπάρχει, λοιπόν, ένα σύνολο πρακτικών τελετουργιών, από τη βιβλιομαντεία του ιερού Αυγουστίνου και τη δεισιδαιμονική χρήση της Αγίας Γραφής (λ.χ. τοποθέτηση κάτω από το μαξιλάρι ως αντίδοτο για τον πονοκέφαλο) έως τη συμφωνία του Μακρυγιάννη με τον Άγιο, τα κατά παραγγελίαν θαύματα, τα τάματα, τα φυλακτά κ.λπ. που λειτουργούν με παρόμοιο τρόπο. Υπάρχει αντίστοιχα και μια σειρά πρακτικών ή παραδόσεων που θα έπρεπε επιτέλους να προβληματίσουν την Εκκλησία (λ.χ. απαγόρευση θείας κοινωνίας όταν μια γυναίκα έχει περίοδο, μια διαδεδομένη θρησκευτική αντίληψη για το ακάθαρτο-μιαρό στη Μεσόγειο της ύστερης αρχαιότητας), απ’ τις οποίες ορισμένες συνδέονται και με το παγκάρι (η περιφορά ανά την επικράτεια θαυματουργών εικόνων, στις οποίες έχει πάψει να διαβαίνει η τιμή επί το πρωτότυπον). Στο τεύχος της Σύναξης, που ουσιαστικά ξαναπιάνει 25 χρόνια μετά τη θεματική του τεύχους 67/1998 (με το αφιέρωμα «Η μαγεία εντός των τειχών. Στρεβλώσεις της εκκλησιαστικής συνείδησης»), μετά το προαναφερθέν κείμενο του π. Αντώνιου Πινακούλα ο Στρατής Ψάλτου μας εισάγει στο πρόβλημα της μαγείας απ’ την πλευρά της κοινωνικής ανθρωπολογίας, ο Θανάσης Ν. Παπαθανασίου μιλάει για την κυριαρχία του μαγικού στην τρέχουσα συγκυρία επισημαίνοντας και τη διγλωσσία της εκκλησιαστικής ιεραρχίας, ενώ ο π. Βασίλειος Θερμός, αξιοποιώντας τα εργαλεία της ψυχολογίας, αντιδιαστέλλει κοσμικό και εκκλησιαστικό φρόνημα. Ο Γιώργος Κόρδης εξετάζει τον χώρο της αγιογραφίας, ο Διονύσης Σκλήρης μιλάει για πειρασμούς μαγείας και εικονοκλασίας εξειδικεύοντας στην περίοδο της πανδημίας, ο Παντελής Λεβάκος γράφει για τις συγχωρητικές ευχές που διαβάζουν δυστυχώς μόνο οι επίσκοποι κατά την εξόδιο ακολουθία, ο π. Βασίλειος Χριστοδούλου γράφει με αφορμή την ταινία Το θαύμα του Μαλντονάντο (πόσες ταινίες, αλήθεια, θα έδιναν υλικό στη θεματική μας…) και ο π. Θεοδόσιος Μαρτζούχος για το ενιαύσιο «θαύμα» του Αγίου Φωτός στα Ιεροσόλυμα. Τέλος, ο Δημήτρης Γιαμαλής επαναφέρει το δυσεπίλυτο θέμα της μαγικής εκκλησιαστικής γλώσσας και ο π. Γεώργιος Μπασιούδης, με αφορμή τα 40 χρόνια από την κοίμηση του π. Αλεξάνδρου Σμέμαν, εξετάζει την εναντίωσή του στη μαγική αντίληψη της λατρείας. Είναι προφανώς ένα πλούσιο τεύχος, αφυπνιστικό κι αξιανάγνωστο, όπου κάθε κείμενο έχει την ειδική σημασία του και δεν περισσεύει κανένα, ενώ όλα μαζί θέτουν τον δάκτυλον εις τον τύπον των ήλων και μας προβληματίζουν για ζητήματα που μας πονάνε.

Θα περιμένουμε με ανυπομονησία και τη συνέχεια του αφιερώματος στο επόμενο τεύχος, όπου ελπίζω να τεθεί, κι εδώ κλείνω προβοκατόρικα το μάτι στον αρχισυντάκτη της Σύναξης, κι ένα παράλληλο, σχετικό και εξίσου σημαντικό ερώτημα: ναι, ακολουθούμε πάντα τη φράση του κατά Ιωάννη (8, 31) «γνώσεσθε την αλήθειαν και η αλήθεια ελευθερώσει υμάς», ναι, καταγράφονται στρεβλώσεις φοβερές και μαγική-ειδωλολατρική-νοσηρή εκκλησιαστικότητα. Όμως, πόση απομάγευση μπορούμε να σηκώσουμε ως κοινότητα χωρίς να υπονομεύσουμε ή να τραυματίσουμε σοβαρά τη λαϊκή θρησκευτικότητα; Το ερώτημα είναι σοβαρό, ευρύτερο (καθώς η θρησκευτική πίστη δεν μπορεί να ποσοτικοποιηθεί, να ελεγχθεί ή να διαπαιδαγωγηθεί με διαφωτιστική έννοια) και δεν αφορά ακριβώς τη θεματική του συγκεκριμένου τεύχους πλην του γλωσσικού ζητήματος [6], αφορά όμως, πέρα απ’ τα κριτήρια και τις υλικές προϋποθέσεις της εκκλησιαστικής αυτοσυνειδησίας, μια ευρύτερη συζήτηση για την κατανόηση των ορίων του άλλου, την αγάπη και την επιείκεια –η οποία αντιτίθεται στην αυστηρή οπτική εκείνου που εφαρμόζει πιστά τον νόμο. Ενδεχομένως, όμως, η λαϊκή αυτή πίστη χρειάζεται να συνδεθεί εκ νέου με τον πυρήνα της εκκλησιαστικής παράδοσης και ζωής που είναι η ευχαριστιακή συμμετοχή στο γεγονός της Εκκλησίας, ακόμη και αν οι κοινότητές μας μοιάζουν να έχουν χάσει το χαρισματικό στοιχείο της ζωντανής μαρτυρίας τους στον σύγχρονο κόσμο.

Σημειώσεις

[1] Πρόκειται για βιβλία που δυστυχώς ανεπίγνωστα εκκινούν συχνά από μια προτεσταντίζουσα θέση περί προκαθορισμένου προορισμού (η αγιότητα εμφανίζεται ως μονόδρομος στην πορεία των βιογραφούμενων) και με την προτίμηση μιας ατομικής και όχι λατρευτικής σχέσης με τον Θεό. Να επισημάνουμε ότι η θύραθεν μελέτη της αγιολογίας παρουσιάζει μεγάλο ενδιαφέρον, ας πούμε στον δυτικό Μεσαίωνα είναι συχνό το φαινόμενο πόλεις που παρακμάζουν να αγιοποιούν ωφελιμιστικά κάποιο υπαρκτό ή ανύπαρκτο πρόσωπο και να γίνονται αίφνης προσκυνηματικοί προορισμοί. Ενδεικτικά, βλ. Θεοδόσης Νικολαΐδης (επιμ.), Κοινωνίες και άγιοι, μτφρ. Ελευθερία Ζέη, Νίκος Καραπιδάκης, Θεοδόσης Νικολαΐδης, εκδ. νήσος, Αθήνα 2012, Αμαλία Ηλιάδη, Οι βίοι των αγίων της βυζαντινής περιόδου ως ιστορικές πηγές. Σημειώσεις και παρατηρήσεις για τα βυζαντινά αγιολογικά κείμενα της Μέσης περιόδου: 7ος-10ος αιώνας, Τρίκαλα 2005.

[2] Πρόκειται στην ουσία για αφέλεια παιδική που μου θυμίζει τον αγγελικό αριθμό (angel number) των μαθητών μου που, όταν το ρολόι δείχνει ίδιο αριθμό ώρας και λεπτών (λ.χ. 11:11), μου ζητούν να κάνω μία ευχή επειδή υποτίθεται πως θα πιάσει.

[3] Βλ. ενδεικτικά: Αλέκος Σ. Καριώτογλου, «Ο παγανισμός στο χριστιανισμό», Σύναξη, τχ. 67 (Ιούλιος-Σεπτέμβριος 1998), σ. 46-52. π. Αντώνιος Πινακούλας, «Σύγκρουση χάριτος και μαγείας στην ύστερη αρχαιότητα. Σύγχρονη θεώρηση», Σύναξη, τχ. 167 (Ιούλιος-Σεπτέμβριος 2023), σ. 7- 22. Αναστασία Βακαλούδη, Μυστικισμός, θαυματοποιία και ιατρική της θεουργίας. Οι συνεχιστές του Πυθαγόρα και του Πλάτωνα στη χριστιανική εποχή. Θαυματουργοί ιερείς ή μάγοι;, Ινστιτούτο του Βιβλίου-Α. Καρδαμίτσα, Αθήνα 2000.

[4] Η υπερτροφία του οράματος και του ονείρου σε ορισμένες αιρέσεις του γνωστικισμού οδήγησε στην αυξημένη δυσπιστία της Εκκλησίας απέναντι στα όνειρα, βλ. Ζακ Λε Γκοφ, Το φαντασιακό στον Μεσαίωνα. Δοκίμια, μτφρ. Νικόλαος Γκοτσίνας, Κέδρος, Αθήνα 2008, σ. 385-454 και, ειδικότερα για την Ελλάδα, Στέλιος Ράμφος, Η Ελλάδα των ονείρων. Σπουδή στο συλλογικό μας φαντασιακό, Αρμός, Αθήνα 2020.

[5] Ο Ιάμβλιχος όταν προσευχόταν ανυψωνόταν από τη γη, ο Μάξιμος ψιθυρίζοντας ρυθμικά μια ευχή έκανε το άγαλμα της Εκάτης να χαμογελάει, ο Ασκληπιάδης άναψε με υπερφυσικό τρόπο φωτιά στα σπαρτά στο όρος Λίβανος, ο Ισίδωρος μπορούσε να πετά κ.λπ. οι πληροφορίες από το βιβλίο της Βακαλούδη ό.π. Αντίστοιχα, τα χριστιανικά μαρτυρολόγια φαίνεται ότι ανασυντάχθηκαν ήδη από την εποχή του Νικήτα Παφλαγώνος (†890) λόγω των μυθικών υπερβολών που περιείχαν, οι οποίες μάλιστα προκαλούσαν μέχρι και το γέλιο των ακροατών βλ. Βασίλειος Στ. Ψευτογκάς, Θέματα πατερικής θεολογίας, εκδ. Κυρομάνου, Θεσσαλονίκη 1995, σ. 297-299.

[6] Όταν στη Γαλλία πέρασαν από τη λατινική θεία λειτουργία στη γαλλική, συγκροτήθηκε ειδική επιτροπή από πιστούς καθολικούς ποιητές που ανέλαβε το έργο. Αργότερα ο κορυφαίος ποιητής Pierre Emmanuel, ο οποίος συμμετείχε στην απόδοση των κειμένων, ομολόγησε την αποτυχία του εγχειρήματος, που ουσιαστικά απλοποίησε υπερβολικά τα κείμενα ανοίγοντας διάπλατα τις θύρες στον προτεσταντισμό (έχοντας εμπειρία παρακολούθησης λειτουργιών στην καθολική εκκλησία, μου έχει τύχει ν’ ακούσω το Last Christmas με ελάχιστα παραλλαγμένους στίχους την παραμονή των Χριστουγέννων ή να βρεθώ σε δεκάλεπτης διάρκειας θείες λειτουργίες μετά κηρύγματος λόγω χαλάρωσης του τυπικού). Θεωρώ, πάντως, ότι το πρόβλημα δεν βρίσκεται τόσο στη θεία λειτουργία όπου θα χρειαζόταν ουσιαστικά να γραφτεί εξαρχής μία καινούργια, αλλά σε άλλες ακολουθίες (κυρίως στους Χαιρετισμούς και στις ακολουθίες της Μ. Εβδομάδας), όπου η υψηλή ποιητικότητα των κειμένων πολύ δύσκολα θα μπορούσε να αποδοθεί και οπωσδήποτε θα οδηγούσε και σε αλλαγές στην ψαλτική. Μιλάμε δηλαδή για μία παντελώς νέα λατρευτική εμπειρία. Αντίθετα, τα κείμενα (ευαγγελικά, αποστολικά αναγνώσματα και ευχές) εύκολα μπορούν να ενταχθούν μεταφρασμένα στη θεία λειτουργία με παράλληλη περικοπή πολλών αχρείαστων δεήσεων. Τίποτα όμως δεν πρόκειται να αλλάξει όσο η πλειοψηφία του εκκλησιαστικού σώματος και της Ιεραρχίας παραμένει αποκομμένη από τους προβληματισμούς της σύγχρονης θεολογίας και όταν υπνώττει το ενοριακό πνεύμα.

⸙⸙⸙

[Το κείμενο διαβάστηκε το Σάββατο 4 Νοεμβρίου 2023 στην παρουσίαση του τεύχους, που πραγματοποιήθηκε στο ξενοδοχείο Divani-Caravel, στο πλαίσιο της 10ης Έκθεσης Ορθόδοξου Χριστιανικού Βιβλίου, με συνομιλητές τους Παντελή Μπουκάλα και Θανάση Ν. Παπαθανασίου. Πρώτη δημοσίευση στο ηλεκτρονικό Φρέαρ. Ζωγραφική: Andrey Dareev. Δείτε τα περιεχόμενα του δέκατου ηλεκτρονικού μας τεύχους εδώ.]

Σε λίγο καιρό κοντά σας με νέο ηλεκτρονικό τεύχος στο mag.frear.gr

Mag.frear.gr – Τα ηλεκτρονικά μας τεύχη