Ο Φεβρουάριος έχει μία αποκρυφιστική αύρα, μία μυστικιστική περιένδυση. Είναι ο μήνας του εξαγνισμού –Φεβρουάριος από το λατινικό februare που σημαίνει εξαγνίζω/καθαίρω. Είναι ένα μυητικό πέρασμα από τη Γέννηση (Χριστούγεννα) στην Αναγέννηση (Πάσχα), από την αφύπνιση στην ανύψωση. Οι σημαντικότερες αλλαγές «ζυμώνονται» στο σκοτάδι. Αυτό μάς διδάσκει και το παράδειγμα του Αποστόλου Παύλου, ότι πρέπει πρώτα να τυφλωθείς για να βρεις το φως σου.
Σήμα κατατεθέν του Φεβρουαρίου, οι Απόκριες. Η αποχή από το κρέας (Απόκριες), η νηστεία και η Κυριακή της Συγχώρεσης αποτελούν αναπόσπαστο μέρος του εξαγνισμού και της κάθαρσης. Η κάθαρση έρχεται με τη μεταμέλεια και τους περιορισμούς που επιβάλλουν τα άτομα στους εαυτούς τους, ως τιμωρία, μετά τη διάπραξη μίας «κολάσιμης» πράξης. Επανερχόμαστε στον μύθο της πρωτόγονης ορδής του Freud που αντηχεί σαν κακό μάντρα στη μακραίωνη εξελικτική πορεία της ανθρωπότητας. Σαν όλες οι Ιστορίες, οι μύθοι και οι δοξασίες να αρχίζουν και να τελειώνουν σε αυτή τη μεγαλειώδη σύλληψη του Freud.
Ο Freud χρησιμοποιώντας ως εφαλτήριο τη δαρβίνεια υπόθεση πως ο άνθρωπος αρχικά έζησε σε μικρές ορδές, που το πιο ηλικιωμένο και δυνατό αρσενικό μονοπωλούσε τα θηλυκά και απέκλειε ζηλότυπα τα υπόλοιπα αρσενικά από τη σεξουαλική επαφή μαζί τους, δόμησε την ψυχαναλυτική του θεωρία, τεκμηριώνοντας τον ρόλο του ζώου-τοτέμ ως υποκατάστατο του πατέρα και τη βαθύτερη ψυχολογική προέλευση των απαγορεύσεων-ταμπού. Το τοτεμικό γεύμα είναι η πρώτη γιορτή της ανθρωπότητας, ένα μνημόσυνο ενός εγκλήματος, που σημάδεψε ανεξίτηλα την πορεία της ανθρωπότητας, την πολιτισμική ανάπτυξη, την κοινωνική οργάνωση, την ανάδυση της ηθικής και της θρησκείας. Πρόκειται για τη δολοφονία που διέπραξαν οι εξοστρακισμένοι γιοι ενάντια του καταδυναστευτικού πατέρα, που σηματοδότησε το τέλος της πατρικής ορδής. Μία μέρα, λοιπόν, συνασπίσθηκαν οι εξορισμένοι αδερφοί, σκότωσαν και καταβρόχθισαν τον πατέρα, το επίζηλο και επίφοβο πρότυπο τους. Πραγματοποίησαν από κοινού αυτό που δεν θα μπορούσε να αποτολμήσει κανείς μόνος του. Κατέλυσαν την πατρική εξουσία, ενώ τρώγοντάς τον, ιδιοποιήθηκαν μέρος της δύναμής του και οδηγήθηκαν στην ταύτιση μαζί του. Η εξεγερμένη ομάδα των αδερφών εμφορούνταν από τα ίδια αντικρουόμενα συναισθήματα για τον πατέρα, που βρίσκουμε στα παιδιά και στους νευρωτικούς, και συνθέτουν το πατρικό σύμπλεγμα. Σκοτώνοντάς τον, εκτόνωσαν την εχθρότητα και το μίσος τους απέναντί του, λόγω της καταπίεσης που υφίσταντο από τον περιορισμό των σεξουαλικών τους επιθυμιών, αλλά και τον θαυμασμό τους για το πρόσωπό του και την ανάγκη τους να του μοιάσουν, αφού τον έφαγαν κιόλας, ενσωματώνοντας τη δύναμή του. Ωστόσο, έτρεφαν και συναισθήματα αγάπης και τρυφερότητας για το πρόσωπό του, τα οποία, μετά την ειδεχθή πράξη, εκδηλώθηκαν ως μεταμέλεια και ενοχή. Ο νεκρός πατέρας έγινε πιο δυνατός από τον ζωντανό. Τα αδέρφια αποκήρυξαν την πράξη τους και συμμορφώθηκαν εκ των υστέρων στις εξουσιαστικές επιταγές του, απαγορεύοντας οι ίδιοι πια στους εαυτούς τους την αποκαθήλωση του τοτέμ, του πατρικού υποκατάστατου, και τη διεκδίκηση των ελεύθερων γυναικών της φυλής. Ο τοτεμισμός και τα δύο πυρηνικά του ταμπού, ξεπήδησαν από την ενοχή των γιων και παραπέμπουν στις απωθημένες επιθυμίες του οιδιπόδειου συμπλέγματος.
Το πρώτο ταμπού του τοτεμισμού, ο αφανισμός δηλαδή του τοτέμ, υπαγορεύεται από συναισθηματικά κίνητρα και ανάγκες. Φροντίζουν το ζώο-τοτέμ, εν είδει συμφιλίωσης με τον νεκρό πατέρα, κατευνάζοντας την ενοχή τους για τη δολοφονία του. Επίσης, του προβάλλουν όλα εκείνα τα στοιχεία που συνθέτουν την εικόνα ενός ιδανικού πατέρα στις παιδικές φαντασιώσεις, δηλαδή κάποιον που τους φροντίζει, τους προστατεύει και είναι επιεικής μαζί τους, με αντάλλαγμα να σέβονται τη ζωή του και να μην επαναλάβουν αυτό που τους στέρησε τον πραγματικό τους πατέρα. Αλλά πίσω από αυτήν την υποχρέωση του σεβασμού της ζωής του που προκύπτει από τον όρο πως το τοτέμ θα τους καλύπτει αυτές τις βασικές ανάγκες, υποβόσκει και μία διάθεση αυτο- αιτιολόγησης για το έγκλημά τους. «Αν ο πατέρας μας είχε συμπεριφερθεί όπως το τοτέμ, δε θα είχαμε μπει ποτέ στον πειρασμό να τον σκοτώσουμε». Ο τοτεμισμός, επομένως, διαδραματίζει έναν εξωραϊστικό ρόλο για ένα εγκληματικό γεγονός που έπρεπε να ξεχαστεί. Η καθιέρωση του τοτεμικού γεύματος, δηλαδή η θυσία του ζώου- τοτέμ, με γιορτινή διάθεση από καιρού εις καιρόν συμβολίζει την αναβίωση εκείνης της πράξης. Με αυτόν τρόπο αναβιώνεται και η αίσθηση θριάμβου που πέτυχαν εναντίον του, καθώς επίσης ανανεώνουν και την ταύτιση μαζί του, τρώγοντάς το υποκατάστατό του, το τοτέμ.
Στον Χριστιανισμό διακρίνονται έκτυπα οι τοτεμικές καταβολές, όπως στη θυσία του Θεανθρώπου, την υπόμνηση αυτής της θυσίας τη Μεγάλη Εβδομάδα, την αναβίωση του τοτεμικού γεύματος στη Θεία Κοινωνία και σε πολλά άλλα εθιμοτυπικά και παραδόσεις.
Η τσικνοπέμπτη θυμίζει τις θυσίες των πρωτόγονων. Ο καπνός από το ψημένο κρέας είναι η προσφορά των ανθρώπων στον Θεό, ως αντίδωρο για τα δικά του δώρα για την επιβίωση του ανθρώπου –«τα σα εκ των σων προσφερόμενα». Όμως το αίμα του σφαγμένου ζώου, που τρέχει στη γη, είναι η επίκληση και η παράκληση των νεκρών να τους συνδράμουν στις ακανθώδεις διαδρομές της ζωής. Οι νεκροί, ευρισκόμενοι στα έγκατα της μητέρας γης, γνωρίζουν περισσότερα για τα μελλούμενα. Εξ ου και η ευρεία λειτουργία των νεκρομαντείων στην αρχαιότητα.
Οι αγαπημένοι μας με τον θάνατό τους προσαποκτούν δεισιδαιμονικές δυνάμεις. Τα συναισθήματά μας για τον σημαντικό άλλο δεν είναι ποτέ ακραιφνώς θετικά. Πάντοτε υποβόσκει ασυνείδητα εχθρότητα και επιθετικότητα. Η αμφιθυμία χαρακτηρίζει όλες τις στενές μας σχέσεις. Όταν «χαθεί» ένας αγαπημένος μας, αναζωπυρώνεται η ενοχή και η μεταμέλεια για τα αρνητικά συναισθήματα που τρέφαμε για εκείνον και ένας ασυνείδητος φόβος τιμωρίας. Τα τελετουργικά του πένθους αποσκοπούν ακριβώς στον εξευμενισμό των ψυχών, ώστε να δείξουν επιείκεια. Γι’ αυτό και οι συγγενείς των νεκρών υποβάλλονται σε διάφορους περιορισμούς, όπως η νηστεία, που μοιάζουν να έχουν κατεξοχήν «τιμωρητικό» χαρακτήρα. Τα Ψυχοσάββατα, που ακολουθούν την εναγνιστική και θυσιαστική τελετή της Τσικνοπέμπτης, είναι η κορύφωση του «καλοπιάσματος» των νεκρών αγαπημένων.
Το αρχαίο ελληνικό πνεύμα, ωστόσο, προηγείται κάθε βαθύνου ανατόμου της ανθρώπινης ψυχής και κάθε θρησκευτικού συστήματος. Αυτό που περιγράφει ο Freud, απαντά πρωτίστως στην ορφική διδασκαλία. Ο Διόνυσος, ο υιός του Δία, κατασπαράχθηκε από τους Τιτάνες. Ο Δίας για τιμωρία τους κατακεραύνωσε για το φονικό αυτό και από τις στάχτες τους, που περιείχαν κομμάτια του Διονύσου, δημιούργησε το ανθρώπινο γένος.
Οι Απόκριες είναι, κυρίως, διονυσιακή γιορτή. Ανατροπή του κατεστημένου. Κατάργηση του Νόμου. Η λατρεία του Διονύσου ξεκίνησε τη 2η χιλιετία π.Χ. στη Θράκη, με την ίδρυση του πρώτου μαντείου αφιερωμένου στο Διόνυσο από τον Ορφέα στο Παγγαίο όρος. Η βόρεια Ελλάδα τότε είχε έναν εξαιρετικά προηγμένο πολιτισμό σε όλα τα επίπεδα. Ακόμα και η θρησκεία ετυμολογείται από τη «Θρακία» και αυτή με τη σειρά της από τη λέξη «θρίασις», που σημαίνει μανία/ενθουσιασμός (εξ ου και το «Θριάσιο πεδίο»).
Ο Διόνυσος είναι ο θεός του κρασιού. Το κρασί προσφέρει εκείνη την ψυχική ανάταση και την ευφορία, που συντελεί στη συναισθηματική μέθεξη με το άπιαστο, το φευγαλέο, το άρρητο, το Πραγματικό (όπως το ορίζει ο Λακάν, δηλ αυτό που δε «μπαίνει» σε λέξεις). Στρέφει το βλέμμα προς τα πάνω, επιβεβαιώνοντας ότι ο άνθρωπος είναι άνω θρώσκων, για να ατενίσει τον Πατέρα-Ουρανό, που ορά άνωθεν. Η επιθυμία για τον Άλλον, που εκφράζεται μέσα από την επίκληση του Άλλου, το αίτημα που απευθύνεται στον Άλλον, η προσευχή, είναι η ειδοποιός διαφορά του ανθρώπου από το ζώο. Στη συνάντηση με τον Άλλον, θα βιώσουμε την ευθυμία και τον πόνο, την ομορφιά και την ασχήμια, τον θάνατο και την έκσταση, τη δύναμη και την αδυναμία. Στο πρόσωπο του Διονύσου ενσαρκώνεται η Ψυχή με τις πολυσχιδείς εκφράσεις της. Για αυτό άλλοτε τον συναντάμε σαν ωραίο Άδωνη, άλλοτε σαν σκοτεινό Άδη, άλλοτε σαν Βάκχο με πειρακτική διάθεση, και άλλοτε σαν τραγόμορφο Πάνα.
Φυσικά δεν υφίστανται Απόκριες χωρίς χορό. Το διονυσιακό «γνώθι σαυτόν» συναπαντιέται με το απολλώνιο «μηδέν άγαν» της μουσικής. «Η μουσική αναπτύχθηκε ως μίμηση των ψυχικών κραδασμών –του γέλιου, του λυγμού, της προσευχής. Οι ποικίλες ψυχικές καταστάσεις εκπηδούν de profundis σαν κραυγή πάλλουσα.»
Όσον αφορά τις αποκριάτικες μεταμφιέσεις, σαφώς και δεν στερούνται συμβολικού νοήματος. Η μεταμφίεση σε ζώο αφενός συμβολίζει τη θυσία του ζώου-τοτέμ, αφετέρου την επιθυμία ιδιοποίησης των ιδιοτήτων του συγκεκριμένου ζώου. Οι άλλες μεταμφιέσεις εκφράζουν, επίσης, με έναν «ασφαλή» ψυχικά τρόπο την ασυνείδητη επιθυμία να γίνουμε κάτι που δεν είμαστε ή κάποια καταπιεσμένη πτυχή μας. Επί παραδείγματι, ο άντρας που ντύνεται γυναίκα ή η γυναίκα άντρας είναι η εκδήλωση της λανθάνουσας ομοφυλοφιλίας, που ενυπάρχει σε όλους τους ανθρώπους. Η μεταμφίεση σε ένα άγριο ζώο υποδηλώνει την ανάγκη μας για δύναμη. Μία τρομακτική αμφίεση ενδεχομένως να υπαγορεύεται από την ανάγκη να προκαλέσει τον τρόμο, που βίωσε κανείς ως παιδί.
Οι Απόκριες με τα προσωπεία τους και τον σατυρικό εμπαιγμό τους, είναι τρομερά αποκαλυπτικές. Αναδεικνύουν το «κρυμμένο» με έναν εξαιρετικά ευφυή τρόπο. Γιατί ο αποτελεσματικότερος τρόπος να διατηρήσεις κάτι κρυφό, είναι να το κρύψεις σε κοινή θέα. Ή, κατά Όσκαρ Ουάιλντ, «Δώσε μία μάσκα σε κάποιον και θα σου πει την αλήθεια».
⸙⸙⸙
[Πρώτη δημοσίευση στο ηλεκτρονικό Φρέαρ. Δείτε τα περιεχόμενα του όγδοου ηλεκτρονικού μας τεύχους εδώ.]