Οι φίλοι μου κάθονται σε βάρκες
κάθονται σε πεζοδρόμια
πότε είναι αερόστατα και πότε ασανσέρ
θέλουν να τρώνε επιδόρπιο κάτω απ’ τα αεροπλάνα
κάποιες φορές είναι δωμάτια παιδικά
έρωτες που δεν χωρούν στη νύχτα
Τα σώματα τους είναι εργοστάσια
που διαλύθηκαν στον πόλεμο
βόμβες που δεν έσκασαν
γιατί μυρίζουν φόβο
Οι φίλοι μου είναι και βαπόρια
και μέδουσες στη θάλασσα
όντα της στεριάς, κραυγές στην αγορά
οι σκέψεις τους βγάζουν καπνούς
ακόμη κι όταν κοιμούνται
Οι φίλοι μου είναι αγόρια χωρίς φύλο
κορίτσια που σύρθηκαν στην άσφαλτο
αντράκια που πίνουν όλη μέρα
και κρύβονται από τον ήλιο
Οι φίλοι μου είναι και μπετόν
και σίδερο στο στόμα
ανοίγουν τα κλαδιά τους
σαν πονεμένα δένδρα
ψάχνουν τον θάνατο
που τους μιλάει εκ των έσω
φλυαρούν και παίζουν μουσική
σαν να ʼταν ζωντανοί
Δεν ξέρω να μετρώ τους φίλους
δεν ξέρω να μετρώ θανάτους
⸙⸙⸙
[Πρώτη δημοσίευση στο ηλεκτρονικό Φρέαρ. Φωτογραφία: ©Zaman Sabit. Δείτε τα περιεχόμενα του έβδομου ηλεκτρονικού μας τεύχους εδώ.]