frear
Ernst Ludwig Kirchner

Jean-Paul de Dadelsen: «Η γυναίκα του Λωτ»

Μετάφραση από τα Γαλλικά: Θεοδόσης Κοντάκης

Ο ποιητής Jean-Paul de Dadelsen, μαζί με τον Αλμπέρ Καμύ

Η γυναίκα του Λωτ
[La femme de Loth]

Τα Σόδομα τα σπουδαία καυχιόνταν για τα πλούτη τους, τον νόμο
γιατί πόλεμος κανείς ή προφητεία δεν είχε σπιλώσει την πόλη.
Τα Σόδομα τα νοικοκυρεμένα φροντίζαν τους ναούς τους, τις σκεπές
με ζέση κερδισμένη απ’ το να μην ικετεύουν για βροχή·
αμόλυντα εμέναν από αταξία, από έκσταση κι ελπίδα
κι άπλωνανε τα Σόδομα ακέριες τις επάλξεις τους στην πεδιάδα.

Σε μια χώρα γεννήθηκα με βράχια και νερά, μακριά απ’ την πεδιάδα,
σε χωριό αρρωστημένο μ’ ανθρώπους δίχως στέγη, δίχως νόμο.
Το τάσι ραγισμένο απλώνει ο σακάτης κι ο ηλίθιος μειδιά μ’ ελπίδα,
τραγουδά και παρακαλά στην τρελή τη θύελλα που κυκλώνει την πόλη·
έρχεται λιμός με τον χειμώνα, γιορτή με τη βροχή,
και κάποτε ο Θεός, σαν υπνοβάτης, περπατεί απάνω στις σκεπές.

Άγγελος εμφανίστηκε ενώ ξεροστάλιαζα τη νύχτα στη σκεπή
κι είχε έρθει να με λυτρώσει απ’ την άγρια πόλη στην πεδιάδα.
Τώρα γυρνώ στην πατρίδα μου, της πέτρας και της βροχής.
Μου ’δειξε την πόρτα τη μυστική στο τείχος του νόμου τους.
Σε τούτο το μονοπάτι που ανεβαίνει πάνω απ’ την πόλη,
μυρίζομαι κιόλας στον αγέρα την απλωσιά της ελπίδας.

Μη γυρίσεις πια. Μην ακούς. Άσε πίσω κάθε ελπίδα
να σώσεις ακόμα και τούτο το κωφάλαλο παιδί, το σκυλί. Οι σκεπές
στάζουνε κάτω απ’ το σαπισμένο σύννεφο που ’χει βαλτώσει την πόλη.
Και ποια είμ’ εγώ, μονάχη να σωθώ απ’ όλη την πεδιάδα;
Ο γάιδαρος γκαρίζει, ο αγωγιάτης και τ’ άλογο, δίχως να ξέρει νόμο
γυρνά κει όπου πιστεύει σε μιαν υπόσχεση βροχής.

Τα δέντρα χωρίς όνειρα κοιμούνται, καιρό πια στερημένα από βροχή.
Mες στο φως που χαμηλώνει τα δέντρα νεύουνε δίχως ελπίδα.
Παιχνιδίζουν τα σκυλιά. Γεννά μια γάτα. Ο νόμος
με τη λάβα του τη φριχτή πάει να σκεπάσει ετούτες τις σκεπές
και τις πηγές που αχνά μουρμουράνε στην πεδιάδα.
Και ποια είμ’ εγώ, να σωθώ σ’ αντάλλαγμα για μια πόλη;

Θεέ μοναδικέ, Θεέ αληθινέ, Θεέ όλων των πόλεων,
Θεέ που απλόχερα δίνεις και που αρνείσαι τη βροχή,
Θεέ που κάποτε μ’ εξόρισες στην πεδιάδα,
δε θέλω να επιζήσω χωρίς την ελπίδα.
Αυτές οι χουρμαδιές οι άδολες, τα παιδιά τ’ αφίλητα, οι σκεπές
οι ανυπεράσπιστες μαρτυρούν ενάντια στον δικό σου τον νόμο.

Η γυναίκα του Λωτ, η ξένη, κοιτάζει πέρα τις σκεπές
ανθρώπων αφίλητων, που τυφλωμένοι μένουνε στην πεδιάδα,
κι ήρεμα κατεβαίνει να χαθεί μέσα στην πόλη.

Georges Rouault: Σόδομα και Γόμορρα. Τραγικό πρόσωπο (1930)

 

*

Ο Jean-Paul de Dadelsen γεννήθηκε στο Στρασβούργο το 1913. Κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής στη Γαλλία, κατέφυγε στην Αλγερία, όπου ήρθε σε επαφή με τον Αλμπέρ Καμύ. Αργότερα, μετέβη ως αξιωματούχος στην Αγγλία και στην Ελβετία. Εκεί έγραψε, και δημοσίευσε, αφού είχε περάσει το τεσσαρακοστό έτος της ζωής του, το πρώτο του μακρό ποίημα. Πρώιμος υποστηρικτής της ευρωπαϊκής ενοποίησης, υπήρξε σύμβουλος του Ζαν Μονέ.

Παρά την έντονη κοινωνική δράση του, ο Dadelsen παρέμεινε μάλλον άγνωστος ως ποιητής ενόσω ζούσε. Πέθανε εξάλλου από καρκίνο το 1957, σε ηλικία 44 ετών, έχοντας προλάβει να γράψει σχετικά λίγα ποιήματα. Την ίδια εκείνη χρονιά, η χήρα του εμπιστεύτηκε τα ποιήματά του στον Αλμπέρ Καμύ, για μια έκδοση που τελικά δεν έγινε. Μόλις το 1962 εκδόθηκε το βιβλίο Jonas (Ιωνάς), που ονομάστηκε έτσι με βάση μια από τις πιο γνωστές ποιητικές συνθέσεις του. Τα τελευταία χρόνια, με μεγάλη καθυστέρηση, το έργο του έχει αρχίσει να προσελκύει έντονο ενδιαφέρον διεθνώς.

Τα ποιήματα του Dadelsen είναι συνήθως μακρόπνοες συνθέσεις, δραματικού χαρακτήρα, συχνά εμπνευσμένες από βιβλικά πρόσωπα και επεισόδια, καθώς ο ίδιος ο ποιητής υπήρξε πιστός λουθηρανός. Παράλληλα, όμως, είναι χαρακτηριστική η προσήλωσή του στη σύγχρονή του κοινωνική πραγματικότητα (και συχνά στις πιο ζοφερές πλευρές της), ενώ αντίστοιχα και το ύφος του παραμένει κοντά στην καθημερινή ομιλία.

 

Σε λίγο καιρό κοντά σας με νέο ηλεκτρονικό τεύχος στο mag.frear.gr

Mag.frear.gr – Τα ηλεκτρονικά μας τεύχη