Μετάφραση: Δημήτρης Αγγελής
Ο Οδυσσέας ήταν ένας δεινόσαυρος που είχαμε στο σπίτι
κι έπαιρνε πρωινό μαζί μας κάθε Δευτέρα.
Σιωπηλός, εσωστρεφής, στοχαστικός, νέος και μαζί αρχαίος,
χαιρόταν ακούγοντας ποιήματα και τον Γιόχαν Σεμπάστιαν Μπαχ
και γνωρίζοντας με 374 χρόνια ζωής στην πλάτη την ανθρώπινη φύση.
Έκανε παιδιά στη Βεγγάλη, στην παγετώδη κοιλάδα του Παμίρ,
στην Ανατολία, στην Ιθάκη.
Μιλούσε όλες τις γλώσσες και τις διαλέκτους του κόσμου.
Φιλοδοξούσε να ροκανίσει τα σχοινιά της απάτης των ονείρων,
και να συνθέσει μουσική μέσα στα φύλλα κάτω από ένα φως ομιχλώδεςˑ
ευχαριστιόταν βλέποντας άγρια μανιτάρια να μεγαλώνουν,
με τη φυσικότητα και την ομορφιά των δέντρινων ριζών,
των πουλιών, της θάλασσας,
κι αποστρεφότανε το γκρίζο των πόλεων μπετόν.
Μια μέρα ο Οδυσσέας πέταξε και δεν επέστρεψε ποτέ.
⸙⸙⸙
[Πρώτη δημοσίευση της μετάφρασης στο ηλεκτρονικό Φρέαρ. Φωτογραφία: ©Albarrán-Cabrera. Δείτε τα περιεχόμενα του έκτου ηλεκτρονικού μας τεύχους εδώ.]