Η Άρλ θα ήθελε πολύ να έχει ένα δρόμο σαν τη Δεσπεραί. Κλινικά παρών ο κύριος Κλάιν, με πέντε Πηνελόπες την Άλκηστη και την Αντιγόνη, διερευνούν συστηματικά το ιερό δοχείο. Οι ομοτράπεζοι του αρχαίου κόσμου, χορεύουν με την αλεπού. Τα αγωνίσματα της Χλόης Κουτσουμπέλη, άλλοτε μονομαχούν κι άλλοτε συνομιλούν μεταξύ τους. Συνήθως έχει τις απαντήσεις, αλλά προτιμάει ν απαντάει με ερωτήσεις. Βρόντσκυ, Δαρβίνος, Λώτ, Κάπταιν Χούκ, Σολωμός, ένα αχανές πεδίο κλεισμένο σε σκουρόχρωμο αυγό ή την κοιλιά μιας φάλαινας. Αυτολύπηση, έρωτας, πένθος, ντροπή, προδοσία, δικαιολογία. Το εκτυφλωτικό μαύρο, συμπράττει με το γλαυκό και προκύπτει αβίαστα η ποιητική ανάδειξη της πραγματικής ζωής, από τη γραφή της Χλόης.
Ψαλίδι, ταγκό, κονσέρβα, πρόστιμο, κάμπια, τζόκερ. Το μελανοδοχείο της θέλει πάλι μελάνι…
Η γυμνή μοναξιά του ποιητή Όμικρον (εκδ. Πόλις, Αθήνα 2021), η δέκατη ποιητική συλλογή της Χλόης Κουτσουμπέλη, βρίσκεται στα χέρια μας.
Από όλα τα γράμματα της αλφαβήτου, ξεχώρισε το όμικρον για να βαφτίσει τον ποιητή της. Ίσως επειδή ένα όμικρον είναι το αρχικό γράμμα του πατέρα των ποιητών, του Όμηρου, ίσως πάλι για το τέλειο σχήμα του, που προκύπτει από την αέναη συνένωση σημείων, με ότι συμβολίζει ή εκφράζει το κάθε ένα από αυτά. Το όμικρον ως κύκλος, με τη σειρά του χαρίστηκε στη Χλόη. Της φανέρωσε τις συντεταγμένες του κέντρου του, που είναι σημείο «σταθερό» και της εκχώρησε το δικαίωμα να μεγαλώνει όσο θέλει την περίμετρό του, άρα και την ενδοχώρα του, προσθέτοντας άπειρα σημεία της γραφής της. Πάντα βέβαια με τον φόβο της μοναξιάς του απείρου.
Στη συλλογή αυτή η Χλόη κατέβηκε από το σκαμπό του μπαρ, αφού είδε όλα όσα ήθελε να δει, από μια θέση λίγο πιο ψηλά από την ίσαλο γραμμή της καθημερινότητας:
Τίνκερμπελ (σελ. 27)
Όχι άλλη λευκή σκόνη για μένα.
Αν θέλετε να πετάξετε,
πιείτε ένα μπουκάλι ουίσκι.
Μετά ανέβηκε σε ένα ξύλινο αλογάκι, για να συμβιώσει με την ενήλικη, μέσα σε φορμόλη τραυματισμένη παιδικότητα:
Η μητέρα σάβανο του Διονυσίου Σολωμού (σελ 15)
Η μήτρα της μάνας μου κυοφορούσε αδέρφια.
Ο Κόντε τη βίαζε τα βράδια.
Εγώ υπήρξα καρπός σκεβρωμένου δένδρου χωρίς φύλλα.
Όταν ο υποτιθέμενος πατέρας πέθανε,
η μάνα παντρεύτηκε ξανά,…
Ώσπου εγκαταστάθηκε σε κουνιστή πολυθρόνα με μεταβαλλόμενο οπτικό πεδίο. Η τροχιά της ματιά της έχει κάτω όριο τη γη, στην οποία αγαπά να πετάει και άνω όριο τον ουρανό, στον οποίο με άνεση περπατάει. Από τη θέση αυτή πιστεύω ότι δεν θα σηκωθεί σύντομα.
Το έργο της έχει τη βάση του βαθιά μέσα στο χώμα. Η Χλόη εμπιστεύτηκε μέσα στο χώμα και τι δεν εμπιστεύτηκε…
Ο κ. Γκοντ και οι λοιποί ένοικοι (σελ 33)
…Ακριβώς από κάτω ζει μια μητέρα.
Μπαλαρίνα που κάνει ισορροπία
πάνω σ ένα ξυραφάκι
γι αυτό οι πατούσες της είναι πάντα ματωμένες.
Ο δεύτερος κι ο τρίτος όροφος είναι νοικιασμένοι
σ ένα οικοτροφείο σκιών…
Όταν νιώσει ότι δίπλα της δεν έχει κανέναν ή ότι έχει τους πάντες, αλλάζει τη θέση της πολυθρόνας της, πάει στο στιλπνό δρύινο δάπεδο, όπου πατούν διστακτικά τα γυμνά της πόδια. Αν ακούσει και κάποιο τρίξιμο, γεμίζει το χαρτί μπροστά της σχεδόν αυτόματα:
Η υπαρξιακή αγωνία του κυρίου Σ. (σελ24)
…Απ’ το απειροελάχιστο πέρασμα του κυρίου Σ.
δεν απέμεινε ούτε ίχνος στην κοσμική τάξη των πραγμάτων.
Τόσο αυθαίρετα θα εξαλείψει κι εμάς
ο Μέγας Συγγραφέας που μας επινόησε.
Και να λάβουμε υπόψη μας ότι η Χλόη ακόμη δεν σήκωσε το βλέμμα προς τον ουρανό.
[Πρώτη δημοσίευση στο ηλεκτρονικό Φρέαρ. Ζωγραφική: Joan Miró. Δείτε τα περιεχόμενα του δεύτερου ηλεκτρονικού μας τεύχους εδώ.]