Ἔτσι, παιδί μου, ἀθόρυβα
ὡσάν τή δρόσο τοῦ πρωιοῦ
ὁ Κύριος Ἀνέστη.
Ἀνίδεη φυλάει ἡ κουστωδία.
Μιά μελισσούλα ἀνανοήθηκε
φίλησε σταυρωτά τά ὀθόνια
δέ βρίσκουν νεκρό τά μύρα
κι ἀναδεύονται
σέ δοχεῖα ψευδόστομα
στόματα Μυροφόρων
ἀνοίγονται.
Ἔτσι, παιδί μου, ἀθόρυβα
σκοντάφτει ὁ φόβος στό σουδάριο
τσακίζεται
σάν τήν κερήθρα μέ τό μέλι
στίς πόρτες τίς κλειστές.
Ὦ!
Τά σημάδια ἀπ’ τά καρφιά
ἀνάμεσα γῆς κι οὐρανοῦ
καί τοῦ Θωμᾶ τά δάχτυλα
ἡλιοτρόπια
κι ὅλων τῶν Ἀποστόλων
καθώς μαζί Του γεύονται
ψωμί καί ψάρι
στήν Τιβεριάδα.
[Πρώτη δημοσίευση στο ηλεκτρονικό Φρέαρ. Δείτε τα περιεχόμενα της έντυπης έκδοσης εδώ.]








