-Κύριε Λάμπρου διαβάζοντας το νέο σας βιβλίο, το πεζογραφικό έργο Φωτεινό κέντρο αναρωτήθηκα για το είδος στο οποίο ανήκει το βιβλίο. Η μορφή του θυμίζει τόσο τον στοχαστικό λόγο στα δοκίμια του Μονταίνιου όσο και τον ορμητικό εσωτερικό μονόλογο στους στοχασμούς του Νίτσε. Εσείς σε ποιο είδος θα κατατάσσατε το βιβλίο σας;
Οπωσδήποτε στο είδος του εσωτερικού μονολόγου. Ο μονόλογος αυτός είναι ουσιαστικά ένας διάλογος του πρωταγωνιστή με τον εαυτό του. Ο Άγγελος Ξένος, ο πρωταγωνιστής του βιβλίου, βασανίζεται από ερωτήματα: Τι είναι αυτός ο κόσμος, τι είναι αυτή η ζωή, τι είναι ο άνθρωπος κ.λπ. Το σπουδαιότερο όμως δεν είναι να δίνουμε απαντήσεις αλλά να θέτουμε ερωτήματα. Αδιάλειπτα. Και να σκεφτόμαστε. Να σκεφτόμαστε όχι διανοητικά, εγκεφαλικά, αλλά με νου και καρδιά.
-Η μελέτη σας για τον Φάουστ του Γκαίτε «Κάτω απ’ τον ανοιχτό ουρανό» αναφέρεται, μεταξύ άλλων, στο πώς ο Γερμανός συγγραφέας θεματοποιεί την ανάδυση και την εδραίωση του σύγχρονου ανθρώπου. Θα μπορούσε το νέο σας βιβλίο να διαβαστεί παράλληλα με τη μελέτη σας ως ένα εκτεταμένο σχόλιο πάνω σε αυτό το βιβλίο;
Όλα τα βιβλία μου, τα ποιητικά, οι μελέτες, τα δοκίμια ή τα εκτεταμένα Σχόλια που συνοδεύουν τις μεταφράσεις μου, συνδέονται υπόγεια μεταξύ τους γιατί όλα τα κινεί η ίδια αγωνία, η ίδια έγνοια για τη Ζωή και τον Κόσμο που σήμερα περισσότερο από ποτέ διατρέχουν κινδύνους που μέχρι πριν λίγα χρόνια δεν μπορούσαμε καν να σκεφτούμε πως υπάρχουν. Όχι να σώσουμε τον πλανήτη (ο άνθρωπος μάλλον υπερεκτιμά τις ικανότητές του), αλλά ζώντας τη ζωή του σεβασμού και του θαυμασμού να οδηγηθούμε σε υψηλότερους αναβαθμούς. Αυτό είναι το ζητούμενο. Να δούμε τη Ζωή και τον Κόσμο με άλλα μάτια, όχι χρησιμοθηρικά, φαουστικά, αλλά ποιητικά, δηλαδή με αίσθηση ευθύνης, αυτογνωσίας, με σεμνότητα, με σεβασμό και θαυμασμό για όλα τα πλάσματα, για όλα τα πράγματα.
-Ο αφηγητής που ταυτίζεται με τον ήρωα του βιβλίου είναι ένας οδοιπόρος που ακολουθεί τα βήματα του ένδοξου παρελθόντος της Ελλάδας ξεκινώντας από τους Στύλους του Ολυμπίου Διός, με το βλέμμα πάντοτε στραμμένο στην Ακρόπολη, περνάει μπροστά από τη Βουλή των Ελλήνων, τη Νομική Σχολή, το Πνευματικό κέντρο και καταλήγει στην οδό Αρεοπαγίτου. Ο οδοιπόρος αυτός στοχάζεται το παρελθόν και το παρόν της χώρας. «Ένας μικρός περίπατος ένα μεγάλο πνευματικό ταξίδι» όπως γράφετε. Τι σημαίνει στοχάζομαι σήμερα;
Στοχάζομαι δεν σημαίνει σήμερα απολύτως τίποτε. Εθισμένοι, όπως είμαστε, στις αμέτρητες ασχολίες και στις βιοτικές μέριμνες, έχουμε λησμονήσει τη σκέψη, την περίσκεψη, τον στοχασμό. Στη μελέτη μου για τον Φάουστ του Γκαίτε, που αναφέρατε προηγουμένως, μιλώ εκτενώς για το συγκεκριμένο ζήτημα, την απώλεια ικανότητας σκέψης του σημερινού ανθρώπου, ο οποίος περιφέρεται κατακερματισμένος, μισός και ανέσωστος. Γιατί; Γιατί λησμόνησε το κυριότερο από όλα: Πως διαθέτει νουν αλλά στο μάκρος μιας ολόκληρης ζωής δεν τον χρησιμοποιεί σχεδόν καθόλου.
-«Όλη η Ελλάδα είναι σήμερα μια Ακρόπολη κατεστραμμένη, εξανδραποδισμένη, συλλημένη» γράφετε. Είναι το βιβλίο αυτό μια διαμαρτυρία ενός διανοούμενου που αντιδρά στην παρακμή της χώρας του και πώς αυτό αφορά τον απλό πολίτη;
Είναι και διαμαρτυρία, αλλά πιστεύω όχι μόνον. Κυρίως δεν είναι η έκφραση μιας στιγμιαίας οργής και ουδόλως η έκφραση μιας «αγανάκτησης». Ο Άγγελος Ξένος είναι πολίτης αυτής της χώρας, την οποία αγαπά, μάλλον τη λατρεύει. Λατρεύει τον πνευματικό πολιτισμό της, τη μοναδική γλώσσα της. Δεν είναι διανοούμενος, αυτό θα ήθελα να το τονίσω. Πασχίζει να ζήσει πνευματικά, να φτάσει να γίνει ένας πνευματικός άνθρωπος. Βλέπει γύρω του την υλοφροσύνη, την κερδαλεοφροσύνη, τον ωμό και αγοραίο ατομικισμό, την ιδιοτέλεια, την ασέβεια, την αναίδεια, την ύβριν του σημερινού ανθρώπου και εξανίσταται. Δεν επαναστατεί. Πώς αντιδρούμε στον ευτελισμό και εξευτελισμό των πάντων, στον γενικευμένο μηδενισμό; Αυτό είναι το ερώτημα. Μπορούμε να είμαστε δημιουργικοί και υπεύθυνοι άνθρωποι στο γοργό πέρασμά μας από τη Γη και όχι καταστροφείς;
-Ο προσεκτικός αναγνώστης διακρίνει στο βιβλίο σας παράλληλα επίπεδα ανάγνωσης όπως εκείνα που αναφέρονται στην Ιστορία της Ελλάδας, που διατρέχει το βιβλίο, αλλά και τις πλούσιες διακειμενικές αναφορές σε έργα, φιλοσοφικά και λογοτεχνικά. Τον αριθμό των πιο σπουδαίων έργων ο Άγγελος Ξένος τον περιορίζει στον αριθμό χίλια παγκοσμίως. «Οι πρώτοι στίχοι της Ιλιάδας είναι η αρχή και το τέλος τού ελληνικού κόσμου» σημειώνετε στο βιβλίο σας ενώ σε άλλο σημείο του βιβλίου θυμίζετε τον Σεφέρη και το ποίημα «Οι γάτες του Αη Νικόλα». Θέλετε να σχολιάσετε πώς συνδέονται τα δύο αυτά έργα μεταξύ τους;
Ο Σεφέρης συμπυκνώνει με θαυμαστό τρόπο εδώ τη μοίρα του ελληνισμού, τη λυσσαλέα, αέναη πάλη του Καλού και του Κακού. Όσο για τους πρώτους στίχους της Ιλιάδας, ναι, πιστεύω, πως σε αυτούς τους λίγους στίχους εκφράζεται με τη μεγαλύτερη δυνατή σαφήνεια η ιστορία του τόπου μας και του λαού μας. Οι έριδες, η διχόνοια, ο αλληλοσπαραγμός και άλλα δεινά είναι το δακτυλικό μας αποτύπωμα ανά τους αιώνες. «Αιώνες φαρμάκι∙ γενιές φαρμάκι».
-«Η πνευματική παρακμή αναδύεται από παντού […] την ψηλαφεί κανείς ακόμα και στον αέρα». Πώς συνδέεται ο ευτελισμός των εννοιών με την καταστροφή του περιβάλλοντος το οποίο σας απασχολεί έντονα στο βιβλίο σας;
Όταν όλα ευτελίζονται και εξευτελίζονται, όταν μολύνουμε τον αέρα, όταν πλαστικοποιούμε και κατατρυπούμε θάλασσες και ωκεανούς, όταν αυθαιρετούμε με τα ρέματα, τα ποτάμια, τα βουνά και τα λαγκάδια, όταν καταφέρουμε πληγές στο υπέρλαμπρο, ζωντανό σώμα της καρτερικής Γης, που είναι η Μητέρα και Τροφός όλων μας, πώς να μην «απασχολήσει» απλώς αλλά μάλλον να βασανίσει κάποιον αυτή η δυσθεώρητη παρακμή και κατάντια του ανθρωπίνου είδους σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της γης; Παίρνουμε αψήφιστα τη ζωή σε τούτο τον υπέροχο κόσμο, που είναι ένας και μοναδικός και τον οποίον δεν θα βρούμε να αντικαταστήσουμε με τίποτε άλλο, με κανέναν άλλον πλανήτη, όσο κι αν περιπλανηθούμε στο απέραντο διάστημα.
-Στο βιβλίο σας θίγετε όλα τα κρίσιμα ζητήματα που απασχολούν τον άνθρωπο όπως ο θεός, η αθανασία, το περιβάλλον, ο πολιτισμός, η τεχνολογία, η τέχνη. Γράφετε: «Ο αληθινός συγγραφέας δεν γράφει αλλά διαγράφει γραμμή-γραμμή το απατηλό εγώ του». Μπορεί να αποτελέσει η τέχνη διέξοδο στην κρίση και πώς;
Όχι, η τέχνη δεν μπορεί να αποτελέσει διέξοδο στην παγκόσμια κρίση. Όχι μόνο γιατί η τέχνη αφορά πολύ λίγους ανθρώπους, μια πολύ μικρή και ίσως εντέλει αμελητέα μειοψηφία, αλλά γιατί η τέχνη μπορεί μόνο, σε μια ξαφνική, ανεπάντεχη στιγμή, να φωτίσει τα μέσα σκοτάδια του καθενός και της καθεμιάς, και το φως αυτό να γίνει φάρος και οδηγός στο σκότος του ανθρώπινου βίου. Αυτό το λίγο είναι πολύ, πάρα πολύ, αν βρει την αρμόζουσα θέση στη ζωή μας.
-Διαβάζοντας το βιβλίο παρατηρεί κανείς τη μίξη του πεζού λόγου με τον ποιητικό καθώς είστε και ποιητής. Σχολιάζοντας την ποίηση τονίζετε πως «δεν υπάρχουν γενιές, υπάρχουν μόνο ποιητές». Θα θέλατε να μας εξηγήσετε τι σημαίνει για εσάς ποίηση και ποιητής;
Η Ποίηση είναι πρώτιστα πύκνωση και συμπύκνωση, η γλώσσα οδηγημένη σε ένα άλλο ύψος, είναι ανάταση και συνεπαρμός, κατοκωχή και μανία, μαντεία και προφητεία, το μέλλον που γίνεται παρόν, με λίγες λέξεις να λες πολλά, τα πάντα ει δυνατόν. Ο Ποιητής είναι πρώτα απ’ όλα θαυμαστής. Θαυμάζει τον δύσφραστο και δυσύλληπτο ρυθμό που ρυθμίζει, συνέχει και συγκρατεί τα πάντα. Από την πρωταρχική απορία, τον ουσιώδη θαυμασμό γεννιέται η ποίηση. Ποιητής είναι επίσης αυτός που υπηρετεί με ανιδιοτέλεια και αφιλοκέρδεια τη γλώσσα, που είναι η ψυχή του και η ψυχή του λαού του. Ποιητής είναι όχι αυτός που «γράφει στίχους» αλλά αυτός που ζει μια δημιουργική ζωή, υπεύθυνη, με σεβασμό και θαυμασμό για όλα. Ο Ποιητής —μιλώ πάντα για τον αληθινό ποιητή— σώζει τη γλώσσα από την ερημοποίηση, παραδίδει στους ερχόμενους την κιβωτό της γλώσσας, τα άγια των αγίων.
-Κύριε Λάμπρου τι είναι για εσάς η γλώσσα;
Η γλώσσα είναι το κρυφό κέντρο, ο πυρήνας του ανθρώπου. Η γλώσσα μάς καθιστά ανθρώπους. Σήμερα γνωρίζουμε πως τα ζώα αλλά και τα φυτά έχουν τρόπους να συνεννοούνται μεταξύ τους, αλλά μόνο στον άνθρωπο δόθηκε η γλώσσα, όχι μόνο να συνεννοείται αλλά να προσανατολίζεται στον αβυσσαλέο λαβύρινθο της ζωής και του κόσμου.
Η λέξη ρυθμός είναι θα έλεγα η λέξη κλειδί σε ολόκληρο το έργο σας τόσο το ποιητικό όσο και το πεζογραφικό και μεταφραστικό. Τι είναι για εσάς ο ρυθμός;
Όλα φαίνεται πως τα συνέχει και τα συγκρατεί ένας κυρίαρχος ρυθμός. Η λέξη ρυθμός δεν προέρχεται, όπως συχνά εικάζεται, από το ρ. ρέω, αλλά σημαίνει κάτι ευρύτερο, μια κοσμολογική σταθερά, την αρμονία στην αταξία, την ενότητα στην πολλαπλότητα, την ολότητα στον κατακερματισμό. Ο ρυθμός είναι η ζωή, η ψυχή της τέχνης. Χωρίς ρυθμό ένα έργο τέχνης είναι άψυχο, παγωμένο και ακίνητο, δεν αναπνέει, δεν χορεύει, δεν υψώνεται κατακόρυφα.
-Σύμφωνα με τον Πλάτωνα στην «Απολογία του Σωκράτη» «ο δε ανεξέταστος βίος ου βιωτός ανθρώπω». Μπορεί ο σύγχρονος άνθρωπος να ζήσει μέσα στο φως και να οδηγηθεί στο φωτεινό κέντρο;
Ο εξεταστικός βίος είναι ο βίος που επέλεξε ο πρωταγωνιστής του «Φωτεινού κέντρου», ο Άγγελος Ξένος, ο οποίος σημειωτέον δεν είναι επαγγελματίας συγγραφέας. Όπως λέει το όνομά του αγγέλλει, αναγγέλλει, φέρνει στο φως και φανερώνει ξένα, παράξενα, ανοίκεια, ανεπίκαιρα ερωτήματα, σκέψεις και συμπεράσματα. Ένας άνθρωπος που στας δυσμάς τού βίου του αποφασίζει να πει τα πράγματα με το όνομά τους, απροκάλυπτα, προκλητικά, κυριολεκτικά έξω απ’ τα δόντια. Ναι, ο σύγχρονος άνθρωπος μπορεί να ζήσει στο φως. Πώς; Με τη ζωή της αρετής. Και με τη ζωή της ευχαριστίας. Να νιώθουμε ευγνωμοσύνη για το θαύμα που μας περιβάλλει, για το θαύμα που μας δόθηκε να ζήσουμε σε αυτό το υπερούσιο θαύμα που αποκαλούμε Κόσμο και Ζωή, με την αδιάλειπτη άσκηση του σεβασμού και του θαυμασμού από το πιο μικρό μέχρι το πιο μεγάλο.
[Πρώτη δημοσίευση στο ηλεκτρονικό Φρέαρ. Δείτε τα περιεχόμενα της έντυπης έκδοσης εδώ.]