Δεν πλένονταν μονάχα τους τα πιάτα. Δεν έμπαινε μονάχο το φαΐ στην κατσαρόλα. Δεν ήταν ο φανταστικός μου φίλος που μάζευε τις κάλτσες μου και τα βιβλία και τα παιχνίδια μου. Δεν πέρασε μονάχη της η ανεμοβλογιά μου (εκείνη η φοβερή φαγούρα). Δεν έφυγε μονάχα με το βλέμμα μου εκείνο το άγριο σκυλί. Δεν ήρθε ο Καβάφης στη ζωή μου απρόσκλητος. Ούτε ξεπέρασα μονάχη μου το φτύσιμο από τον όμορφο, εκείνο. Δεν φύτρωναν μονάχα τους όλα εκείνα τα λουλούδια στο μπαλκόνι, ούτε σιδερωνόταν μοναχό του το αγαπημένο μου πουκάμισο. Δεν ήτανε μαγεία κι ας το πίστευα. Η μάνα μου ήταν.
