Στο βιβλίο σας Στενογραφία αναφέρετε μια σειρά από έργα όπως: την Άννα Καρένινα του Τολστόι, τον Ηλίθιο του Ντοστογιέφσκι, το Ανθρώπινο κτήνος του Εμίλ Ζολά και γράφετε ότι δεν μπορεί να έχει μυθιστόρημα μια χώρα που δεν διαθέτει σιδηρόδρομο. Η σημερινή Ελλάδα μπορεί να έχει αξιόλογο μυθιστόρημα ή η πραγματικότητα δεν μπορεί να εκφραστεί πια με αυτό το λογοτεχνικό είδος;
Η έννοια εκείνης της φράσης ήταν πως χωρίς υποδομές δεν γίνεται να υπάρχει κανενός είδους νεωτερικότητα, και πως το μυθιστόρημα είναι είδος που αναπτύσσεται στον αστικό κόσμο. Αυτό νομίζω είναι εύκολα κατανοητό. Η βουβή εικόνα ενός τόπου ή ενός τοπίου συχνά μας δείχνει τι υπάρχει πίσω τους. Αυτό λέγεται επαγωγή. Από το μερικό στο γενικό, ή από κάτι σε κάτι άλλο. Θυμάμαι πολλά ωραία παραδείγματα στη λογοτεχνία. Το φθινόπωρο του 1943 έγινε η απόβαση των Συμμάχων στην νότια Ιταλία. «Στη Νάπολη», λέει ένας Ιταλός συγγραφέας, «οι Αμερικανοί έδιναν σοκολάτες, κονσέρβες και κούτες με τσιγάρα, μαλακές σαν γυναικεία μπράτσα. Αν τις είχαμε αγγίξει πριν απ’ τον πόλεμο, θα καταλαβαίναμε πως είναι αδύνατη η νίκη», συμπεραίνει, μιλώντας με θαυμασμό για τα κουτιά. Προσέξτε: Το μαλακό κουτί «αποκάλυπτε» την πολεμική μηχανή των εχθρών, ήταν μια άφωνη δήλωση, μια μαρτυρία ανωτερότητας, όπως μια εικόνα που οδηγεί σε συμπεράσματα για κάτι απόλυτα ασυναφές. […]
[Απόσπασμα από συνέντευξη που δημοσιεύεται στο τεύχος 21, που μόλις κυκλοφόρησε. Δείτε τα περιεχόμενα της έντυπης έκδοσης εδώ.]