Ἦρθες πουλί, πουλάκι μου
κι ἐνύχτωσες στὸ δρόμο
μὲ τὴ φτερούγα σου ἀνοιχτή
Πὼς σὲ λαχτάρησε ἡ καρδιά
σὰν εἶδε τὸ φεγγάρι ὀρθό
στὰ σύννεφα ζωσμένο
Μέρες καὶ νύχτες ἄγρυπνος
στὴν ἄκρη βγῆκα τοῦ λυγμοῦ
μ᾽ ἕνα σπυρὶ στὸν κόρφο
Ἦρθες πουλί, πουλάκι μου
μεσάνυχτα κοιμήσου
μὴν κλάψεις ὣς νὰ φέξει
Ἔρχεται γρήγορα ἡ αὐγή
αἷμα τὰ μύρα τυλιγμένη
κι ἄλλο πουλὶ κοντὰ λαλεῖ
Π᾽ ἦρθες πουλί, χρυσὸ πουλί
μέγα οὐρανὸ νὰ σμίξεις
σὲ πετρωμένο χῶμα
Ἦρθες κι ἀπόκαμες πουλί
γύρε νὰ σὲ σκεπάσω
στοῦ στήθους τὴν ἀπαντοχή
Ἡ πρώτη μέρα τῆς ζωῆς
τὶς πύλες της ἀνοίγει
μὲ ἀλληλούια κι ὠσαννά
16 V 2013
[Τό ἔργο εἶναι τοῦ Joan Miró.]