Υπάρχει ένα είδος παρηγορητικού αυτοβιογραφισμού που μαθαίνεται εύκολα και δύσκολα εγκαταλείπεται. Είναι σαν τη συνταγή να κάνεις κουλουράκια: αφού τη μάθεις συνεχίζεις και πλάθεις κουλουράκια για όλη σου τη ζωή. Ο παρηγορητικός αυτοβιογραφισμός έχει στο κέντρο του το βίο και τα παθήματα του ποιητή. Ο αυτοβιογραφούμενος ποιητής διαιωνίζει το κλισέ που θέλει τον ποιητή ευγενικό, πληγωμένο, ευαίσθητο, ταπεινό και μετριοπαθή. Ως αυτοθεραπεία λειτουργεί καλά: ο ποιητής δεν κινδυνεύει από καμία συναισθηματική απειλή, γιατί τα έχει φέρει όλα στα μέτρα του, γίνεται αποδεκτός από το σινάφι και συνήθως βραβεύεται. Το πρόβλημα είναι πως αφού κατάφερε μέσα από ένα επάγγελμα που δεν του «ταιριάζει», μια συμβία που δεν τον καταλαβαίνει και παιδιά που τα έπλασε κατ’ ομοίωση (κανονικά τέρατα, δηλαδή), να κάνει την προσωπική του ψυχοθεραπεία, αξιώνει τον τίτλο του απόλυτα δικαιωμένου και στο επίπεδο της άθλιας και χαοτικής ζωής του.
Ο ποιητής ως υποκείμενο των ποιημάτων του εμφανίστηκε με τον Αρχίλοχο, δεν αποτελεί καινούργια ανακάλυψη. Η επιμονή των συγχρόνων να φωτίζουν την περσόνα του ποιητή γίνεται δίχως τις άλλες αρετές: τη μετουσίωση, τη φαντασία, το λογοπαίγνιο, την ειρωνεία, τη μέθεξη. Ειρωνεία και αυτοειρωνεία είναι από τους πιο εξελιγμένους μηχανισμούς αμύνης του εγώ. Από πότε θεωρείται ποίηση η παράθεση των απωθημένων και η ψυχοθεραπεία του γράφοντος, αγαπητοί;
Αυτά κι άλλα πολλά είπαμε με τον Νίκο Βουτυρόπουλο ένα μαγιάτικο βράδυ, εκεί στον ανθισμένο κήπο του στη Νέα Σμύρνη.
[Πρώτη δημοσίευση στο ηλεκτρονικό Φρέαρ.]