Ο παρών χρόνος και ο παρελθών χρόνος
είναι ίσως και οι δύο παρόντες στον μέλλοντα χρόνο
και ο μέλλων χρόνος να περιέχεται στον παρελθόντα χρόνο.
Αν όλος ο χρόνος είναι αιωνίως παρών
όλος ο χρόνος δεν μπορεί να πληρωθεί.
(Τ.Σ. Έλιοτ, Τέσσερα Κουαρτέτα)
Παρακολούθησα πρόσφατα την ομιλία του νευροπιστήμονα Daniel Wolpert –στο Athens Science Festival– η οποία βασίστηκε στο ερώτημα: Γιατί χρειάζεται στη φύση ο εγκέφαλος. Τα όσα μας παρουσίασε έδεσαν μέσα μου με προβληματισμούς γύρω από το θέμα της αίσθησης του χρόνου. Αλήθεια, σε ποιο χρόνο βρίσκεται συνήθως η συνείδησή μας; Ζούμε κυρίως στο παρελθόν, στο τώρα ή είμαστε δοσμένοι σε μελλοντικούς χρόνους; Φαίνεται ότι πολλές φορές η συνείδησή μας λιμνάζει και εγκλωβίζεται σε μία από τις παραπάνω συνθήκες.
Ο χρόνος δεν υφίσταται ως κάτι που υποστασιοποιείται έξω από τη σκέψη μας. Είναι μια συνθήκη πνευματική. Μπορεί κάποιος να κοιτάει ένα δέντρο και απλά να πει: αυτό είναι ένα δέντρο. Με το χρόνο όμως αυτό δεν είναι εφικτό. Τότε με ποιο τρόπο έχουμε δοθεί στο κυνηγητό μιας οντότητας που υφίσταται μόνο στην ίδια μας τη σκέψη; H νευροεπιστήμη μπορεί να μας δώσει μια εικόνα του τρόπου με τον οποίο γεννιέται στη συνείδησή μας η έννοια του χρόνου.
Σκεφτείτε ότι έχουμε έναν ανθρώπινο εγκέφαλο ο οποίος προσλαμβάνει πολλαπλά δεδομένα από το περιβάλλον του. Με ποιο τρόπο ο εγκέφαλος υποδέχεται αυτά τα δεδομένα; Δύο είναι τα βασικά εργαλεία που χρησιμοποιεί: πρώτα από όλα, διαθέτει τις προϋπάρχουσες εμπειρίες που έχουν συνήθως τη μορφή εννοιολογικών σχημάτων και δεύτερον, προβαίνει σε μια διαρκή –ας πούμε– στατιστική ανάλυση των δεδομένων που προσλαμβάνει κάνοντας διαρκώς εκτιμήσεις για τον τρόπο με τον οποίο διαμορφώνεται –στο κάθε εδώ και τώρα– ο κόσμος γύρω του. Επομένως, στον εγκέφαλο υπάρχει το παρελθόν με τη μορφή παλιών εμπειριών, το παρόν με τη μορφή πρόσληψης και επεξεργασίας δεδομένων, καθώς και το μέλλον ως σύνθεση δεδομένων και δημιουργία προβολών μελλοντικών ενεργειών. Όλη τούτη η ροή ενώνεται κάτω από ένα βλέμμα που φωτίζει, συλλογίζεται, ελέγχει και δημιουργεί όρους συνεκτικότητας.
Υπάρχουν λοιπόν στιγμές που αν και τα δεδομένα μας οδηγούν σε διαφορετική κατεύθυνση, εμείς παραμένουμε καθηλωμένοι στα εννοιολογικά σχήματα του χθες. Σε άλλες φάσεις, μοιάζουμε υπερβολικά δοσμένοι στα δεδομένα του τώρα αδιαφορώντας για την ευρύτερη επεξεργασία των συγκεκριμένων δεδομένων και τέλος, είναι δυνατόν να έχουμε εγκλωβιστεί σε σχέδια για το μέλλον αδυνατώντας να τα ταιριάξουμε με το εδώ και τώρα.
Ο εγκλωβισμός στο παρελθόν: Το παρελθόν έχει πάνω μας ισχυρή επίδραση. Είναι ο τρόπος που μεγαλώσαμε, είναι οι αρχές που έχουμε δεχτεί, συνήθως χωρίς να τις επεξεργαστούμε με την κριτική σκέψη, είναι οι εμπειρίες που μας στιγμάτισαν και έχουν αποκρυσταλλωθεί με τη μορφή πανίσχυρων προτάσεων μέσα στη σκέψη μας π.χ. «όταν συμβαίνει αυτό, τότε πρόσεχε γιατί θα συμβεί εκείνο, όπως είχε συμβεί τότε με αποτέλεσμα να πονέσεις».
Ας σκεφτούμε επίσης τους ρόλους που συνειδητά ή ασυνείδητα υιοθετούμε κάποια στιγμή στη ζωή μας. «Την αγάπησα» είπε ο Π «και σιγά σιγά άρχισα να γίνομαι αυτό που είχε εκείνη ανάγκη: ο προστάτης-γονέας της». Με την ανάληψη αυτού του ρόλου, ο Π ξεκίνησε ως ο ισχυρός προστάτης του παρελθόντος που άρχισε ξαφνικά να γίνεται ο τραγικά αδύναμος του παρόντος. Δεν μπορεί πλέον να μοιραστεί τους φόβους του με εκείνη, γιατί τότε είναι που θα αποδεχθεί την ανυπαρξία του και την ανικανότητά του να την προστατεύει. Δέσμιος του πριν, θα συνεχίσει να παριστάνει ότι είναι ο ισχυρός προστάτης, γιατί αλλιώς αρνείται το φαντασιωτικό του ρόλο. Με άλλα λόγια, παρόλο που τα δεδομένα του τώρα υποδεικνύουν στον Π μια διαφορετική συνθήκη ζωής πχ φόβοι, ανασφάλειες κτλ, κάτι μέσα του επιμένει να δίνει προτεραιότητα στο παγιωμένο εννοιολογικό σχήμα: είμαι ο προστάτης και δεν πρέπει να φοβάμαι.
Αν όμως ο Π τολμήσει να μπει στη διαδικασία να εκφράσει κάποιες αδυναμίες του, μένει τότε προσωρινά μετέωρος στο παρόν, αφού πλέον θα αρχίσει να ραγίζει το κέλυφος του ρόλου του και θα είναι απαραίτητο να αυτοπροσδιοριστεί εκ νέου. Η άρνηση του παλιού ρόλου σημαίνει και επανερμηνεία του παρελθόντος που οδηγεί σε αναζωογονητικό επαναπροσδιορισμό της ζωής του στο τώρα. Η νέα ενέργεια όμως που γεννά η κατανόηση στο εδώ και τώρα, θα επιστρέψει με ζέση στο πριν και θα το αγκαλιάσει φέρνοντάς το σε ένα νέο νόημα.
Ο εγκλωβισμός στο τώρα: με ποιο τρόπο θα μπορούσε κάποιος να είναι παγιδευμένος στο χρόνο του παρόντος; Ανακαλώ συχνά τον εξής στίχο του A. Rimbaud: “Il faut être absolument moderne” (Πρέπει κανείς να είναι απόλυτα μοντέρνος). Το πνεύμα του στίχου μοιάζει με την αιώνια προστακτική του σύγχρονου, όπου κανείς μπορεί να το παρακολουθήσει τόσο πιστά και με τέτοια ορμή, που να οδηγηθεί στην κατάργηση της δεκτικότητας και της σοφίας που γεννά μέσα μας η ζωντανή και ενεργητική επαφή με το πριν. Ας δούμε για παράδειγμα την ηθική συνείδηση: με ποιο τρόπο θα μπορούσε κανείς να έχει πλατιά ηθική στάση αν τον αφορούσε αποκλειστικά ο παρόντας χρόνος και οι πιθανές ευχαριστήσεις που θα μπορούσε να αποκομίσει; Είναι επίσης δυνατόν να τεθούν όρια στις ανθρώπινες σχέσεις με τρόπο ώριμο αν δεν υπάρχει ολοκληρωμένη επαφή με το χρόνο μέσα μας; Ξεκομμένοι από όλο το εύρος του χρόνου, ως απόλυτα μοντέρνοι που ζούμε μόνο για το τώρα, μπορούμε εύκολα να μετατραπούμε –όπως λέει και ο M. Kundera– σε σύμμαχο του κάθε νεκροθάφτη μας.
Η ίδια η λειτουργία του εγκεφάλου δεν μπορεί να ταιριάξει με το καλούπι της φράσης «μόνο το τώρα υπάρχει». Τα δεδομένα του τώρα που έχουμε ζήσει, έχει χαραχθεί ως παρελθόν στον εγκέφαλό μας. Επομένως, τα δεδομένα που προσλαμβάνουμε στο παρόν, σχηματίζονται σε κόσμο μέσα από τη συνάντησή τους με τα προϋπάρχοντα εννοιολογικά σχήματά μας. Όσο περισσότερο κατανοητό γίνεται αυτό το σχήμα, τόσο περισσότερο ικανοί είμαστε να κινηθούμε πέρα από τις αισθήσεις, προς τη γνώση της πνευματικής μας διάστασης, προς την αποκατάστασή μας δηλαδή ως όντα με περισσότερες πνευματικές δυνατότητες.
Ο εγκλωβισμός στο μέλλον που διαφεύγει: μπορούμε επίσης να παγιδευτούμε και σε ένα μέλλον που δεν έχουμε τη δύναμη να το ζήσουμε. Θυμάμαι τον Ε να λέει με ενθουσιασμό σε μια παρέα: «Είμαι άνθρωπος του τώρα. Ζω στο παρόν». Όταν όμως προχώρησε η κουβέντα, φανέρωσε μια ζωή γεμάτη αναβολές σχεδίων. Είχε στη σκέψη του πολλά σχέδια για τη ζωή του, έβλεπε με άλλα λόγια μέλλον, αδυνατούσε όμως να το φέρει στο παρόν με απτές πράξεις: δηλαδή μέσω σχεδιασμού σταδιακών βημάτων υλοποίησης του εκάστοτε πλάνου. Έβλεπε μέλλον χωρίς τις συγκεκριμένες πρωτοβουλίες στο εδώ και τώρα που θα τον οδηγήσει εκεί. Τι άλλο μπορώ να κάνω από τη στιγμή που δεν παλεύω να κάνω ένα όνειρο πραγματικότητα συνεπικουρούμενος από τα δεδομένα του τώρα και τις εμπειρίες του παρελθόντος; Απλά, θα επαναλαμβάνω απαρέγκλιτα αυτό που ως τώρα έχω μάθει να κάνω.
16.04.2016
[Πρώτη δημοσίευση στο ηλεκτρονικό Φρέαρ.]