Στη Λίντα
Οι Mεγαρίτισσες είναι κορίτσια σαν όλα τ’ άλλα. Μη σε γελά η αρχαία ηλικία τους, τις νύχτες όταν ονειρεύονται μες στις κορνίζες. Λήδα, Ελένη, Αριάδνη, παλιά γυαλικά κάτω απ’ τον ήλιο
Οι τεχνοτροπίες
Ερχόταν με την εποχή των ανέμων. Μια κόρη φεύγουσα, σκιά και κίνδυνος του εαυτού της και τίποτε.
Διέσχιζε την ενδοχώρα, γινόταν σήμα και έτσι, δίχως καμιά προειδοποίηση κόντρα σε όλα τα ρεύματα και όλες τις τεχνοτροπίες, κυμάτιζε για μια στιγμή, εκεί, στο βάθος του σαλονιού, στην άκρη του κόσμου
Σκραπ
Όλα τα χρόνια κύλησαν αργά, το ένα κοντά στ’ άλλο. Και τώρα, ένας σωρός πίσω του, ταξίδια, ασκήσεις γυμνών και απόψεις των πόλεων. Ο Ρέι κοιμάται στα μοτέλ του λιμανιού. Περνά τον καιρό του σε χαζές ιστορίες, όλα τα κορίτσια του λιμανιού τον αγαπούν. Απόψε περνούν τα μεγάλα πλοία του στόλου και ο Ρέι δεν έχει ύπνο, δεν έχει ύπνο. Συλλογιέται πως όλα τα χρόνια, κύλησαν σωρός πίσω του και νιώθει καλός σαν παιδί για μια στιγμή μονάχα.
Εμπορικόν Επιμελητήριον
Τα παλιά κτήρια του λιμανιού, αποθήκες και σιλώ κατεδαφίστηκαν πριν από χρόνια. Τα τσιμεντένια μέγαρα με τις γυάλινες επενδύσεις, αριστουργήματα της αρχιτεκτονικής των πόλεων σ’ υποδέχονται όταν κυλάς βαθιά μες στον κόλπο. Πάρκα, πελώριες υδρίες, κήποι κρεμαστοί σαν αυτούς που για πάντα νομίσαμε πως χάθηκαν. Με τις εμπνευσμένες, φωτιστικές απάτες η προοπτική της πόλης φαντάζει παραμυθένια. Και όμως τις νύχτες, όπως πάντα οι στιλβωτές, οι έμποροι, οι μαστροποί, οι κράχτες συρρέουν απ’ όλα τα μέρη της πόλης, παίζοντας απ’ την αρχή το ίδιο, γνώριμο δράμα, πουλώντας χρυσό και ασήμι και ανθρώπους στα βάθη των μαγαζιών τους.
[Πρώτη δημοσίευση στο ηλεκτρονικό Φρέαρ.]