Μετάφραση: Βασίλης Παπαγεωργίου
Πρώιμα χόρτα, περασμένες ώρες
Βλέπω:
Τον πλανήτη της αψίνθου
με ένα άρωμα ύπνου
και πρώιμης επιστροφής.
Στο φως του πρωινού ο ύπνος
τρέμει σα φρύνος.
Εδώ είναι η ευθεία, η ασημένια γραμμή
που βγάζει στο φθινόπωρο,
που οδηγεί βαθιά κάτω απ’ τη σκιά
και μόνη της έρχεται η ριπή του ανέμου
πάνω από μαυρισμένα νερά
όπου καθρεφτίζονται τα δέντρα
μεγάλα και σιωπηλά
όπως τότε που ήμαστε μικροί.
Πάρε απ’ το σφεντάμι
τα πιο σκοτεινά του φύλλα
και βάλ’ τα στη σκιά του πηγαδιού.
Ω χώρα της αψίνθου, μητέρες, ξερά χόρτα
στο ερμπάριο που μαζευτήκατε
τότε που η άνοιξη είχε στρογγυλά γόνατα
με κόκκινες πληγές που έτσουζαν!
Ω χώρα της αψίνθου, ω χλωμή χώρα,
όπου πράσινο και γκρίζο συμπίπτουν, όπως στο ερμπάριο!
Άρωμα ύπνου και επιστροφής
και η σκιά ενός χαμένου Μαΐου
όπου τα μικρά κύματα μιας παιδικής ηλικίας
έσπαγαν με τόση αγωνία στην παραλία.
Σουηδική λογοτεχνία
Υπόκωφα τραγούδια ενός παραμεθόριου λαού,
πάγος κάτω απ’ τις σημύδες,
καφέ χορτάρι που παίρνει ο άνεμος,
παλιά δίκρανα που χέρια λείαναν
και στη σκιά του μεγάλου δέντρου
φτερά περιστεριού που γεράκι χτύπησε.
[Από το βιβλίο Σύγχρονοι Σουηδοί Ποιητές, Ανθολόγηση-Επιλογή-Μετάφραση: Βασίλης Παπαγεωργίου, Αστρολάβος/Ευθύνη, Αθήνα 1988.]