2000 κατεβαίνει στην Αθήνα ο Μανόλης Αναγνωστάκης.
στα χέρια του κρατά τις ακτινογραφίες του Νίκου-Αλέξη
Ασλάνογλου. τον αναζητά στη Νέα Σμύρνη. του λένε πως
έφυγε. πάει στη Νέα Ερυθραία. του λένε μετακόμισε. τον
ψάχνει στους Αγ. Αναργύρους. του λένε πέθανε. τον βρίσκει
στο νεκροταφείο του Αμαρουσίου.
– Νίκο, συγγνώμη για την καθυστέρηση, εδώ τις έχω.
– Μανόλη, εσύ δεν πέθανες;
– όχι, το 2005 θα πεθάνω.
– δεν πειράζει, φέρε τις τότε, μαζί με μια καρτ-ποστάλ
από το Στρατιωτικό Νοσοκομείο Δράμας.
– γιατί;
– ξαναδιάβασε τον «Δύσκολο θάνατο» και θα καταλάβεις.
***
όταν αφυπηρέτησα απ’ τις Νήσους των Μακάρων, με βρήκε
ο Μαύρος Κόκορας. μου ’δωσε ένα αυγό. για τον Σαχτούρη.
πού τον ξέρετε, ρωτώ. ήμασταν συμφοιτητές στη Νομική,
μου λέει, ο Μίλτος έγινε Ποιητής, εγώ κόκορας
κι έφυγε δακρυσμένος
με το κόκκινο
λειρί του
μεσίστιο
[Από τη συλλογή Στο σπίτι του κρεμασμένου, θράκα, Αθήνα 2015. Φωτογραφία: Παναγιώτης Φελούκας.]