Η ποίηση είναι το μαρτύριο του στεγνού ματιού
Χ. Βλαβιανός
Το γραφείο μας,
νεκροκρέβατο χλωμών γραμμάτων.
Η λάμπα μας,
θερμοκοιτίδα μιας ασθενικής έκπληξης.
Το ανθοδοχείο,
κενοτάφιο για την ελπίδα που πνίγηκε
στα δάκρυα.
Κυρίως όμως το συρτάρι
με του φόνου τα όργανα:
ένας χαρτοκόπτης, ένας διαβήτης
κι ο κανόνας.
Τι περίεργο να ‘χω για ενθύμιο ένα όργανο
που κόβει, που χωρίζει,
που ευθυγραμμίζει.
Σάμπως κόβονται εύκολα οι εξαρτήσεις.
Σάμπως αποχωρίζεται η άρνηση τις λέξεις
Σάμπως χωρά το πάθος στις τυποποιημένες διαστάσεις
ενός αγγελτηρίου θανάτου.
Κι ο κάδος,
ομαδικός τάφος ανάπηρων στίχων
που δεν μπορούσαν να υπερασπιστούν το κλέος
της μητέρας που τους γέννησε.
Κι όμως αυτή η νοσταλγία για το αδύνατο,
ο φόβος για όσα δε ζήσαμε
υπήρξε όλη μας η ζωή.
Κι όταν αποστρατευτούμε από τον πόλεμο
ενάντια στη φθορά,
θα αποσυρθούμε στα εύκρατα μέρη της συνήθειας,
μακριά από τη μόνη πατρίδα που αγαπήσαμε.
Κι εκεί δεν φυτρώνουν τριαντάφυλλα.
Εκεί οι άνθρωποι αγαπιούνται σαν να καθαρίζουν κρεμμύδια.
Ποιος ποιητής θα έβλεπε τη ζωή σαν κρεμμύδι;
Γι’ αυτό και όσα γράφ(ω)νται δεν είναι Ποίηση
αλλά αποποίηση.
[Πρώτη δημοσίευση.]