Μετάφραση: Κώστας Δούσης
Σήμερα με ρωτάς για τον Σικελιανό
αλλά εδώ κανείς δεν τον γνωρίζει, βλέπεις;
Ποτέ δεν μου έδωσες εκείνο το περιοδικό.
Έχω μόνο κάποια βιβλία αυτού του ποιητή
στον οποίο δεν φτάνει σχεδόν κανείς,
όπως κανείς δεν έφτανε στην Ελλάδα•
το σπίτι του, μακρινό, μόνο, λευκό
πάνω σε μια ερημιά, σ’ ένα ακρωτήρι.
Επειδή δεν γνωρίζουμε τι είναι όμορφο,
δεν είμαστε εκπαιδευμένοι να το βλέπουμε
το αγνοούμε, παραβλέπουμε
τη μητέρα του Δάντη, του Κητς,
το φρέσκο νερό, τους Πενταυλούς ή την Πύλο.
Σαν σήμερα πέθανε ο ζωγράφος, πάνε περισσότερα
από εξήντα χρόνια από τότε.
Νομίζεις πως το ξέρει κανείς;
Πιστεύεις ότι κάποιος περπάτησε
Μες στη ζωγραφική του ώσπου να τρελαθεί,
Ώσπου να εξαντληθεί απ’ τον πυρετό,
Να δηλητηριαστεί από τα «χρώματά μας»
Ρωτώντας για τον θάνατο;
[Από τη συλλογή Fragmentos de sentido. Πρώτη δημοσίευση της μετάφρασης. Η φωτογραφία είναι του Γιάννη Β. Κωβαίου.]








