Δε θέλω να θλίβεσαι
σαν με θυμάσαι
αύριο θα σε πληγώσουν χειρότερα οι άνθρωποι
θα σου στερήσουν τον πρωινό
καφέ στη χόβολη
θα σου αρπάξουν όποιο όνειρο
ακόμα μέσα σου επιβιώνει
οι περαστικοί θα σκάβουν ‘ένα απύθμενο λάκκο
κάθε μέρα κάθε μέρα για ώρες
μέχρι να βγει το φεγγάρι!
Δεν έχω πολλές ώρες να σκεφτώ
οι γιατροί είπαν
πως μου έμειναν ακόμα πεντέξι μήνες
και κάτι ψιλά
για να αφουγκραστώ τη ζωή μου
τη μόνη ανάμνηση
χωρίς οργή χωρίς θυμό
χωρίς ελπίδα
εκείνο το παγκάκι μπροστά στη θάλασσα
και κείνη απέραντη, γαληνεμένη
μοιάζει λιγάκι στην ευτυχία.
Δε θέλω να θλίβεσαι
σαν με θυμάσαι
γιατί θα ’ρθούν
γυμνές γυναίκες
που δε θα ξέρουν από αγάπη
που δεν θα ακούνε τα δικά μας φαντάσματα
και είναι ένα αντίο σκέψου
μες στα χιλιάδες που θα πούμε
εκείνο που τότε χάσαμε
δε θα το ξαναβρούμε!
[Έργο της Rebecca Dautremer.]