ΔΡΟΜΟΙ ΤΟΥ ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ ΙΙ
Η οδός Ακαδημίας γέμισε σκιές.
Στην οδό Πανεπιστημίου άπλωσαν σκοτάδια.
Η οδός Σταδίου ανέβασε την υποψία δυο σκάλες ακόμη.
Λένε πως αναζητώντας τρόπους παραπλάνησης
καθηκόντων και αισθημάτων
απωλέσαμε το θαύμα.
Διαπιστώνεις υπό κατάρρευση•
μια άβυσσο πιο κάτω
στους βυθούς της πλατείας.
Εδώ ακριβώς η πόλη τεμαχίζεται στην ερημιά της.
Ξεπουλάει και την έκπτωσή της ακόμη.
Συνοδεύω ο ίδιος την αδελφή μου στην αγχόνη της
ή στα κρεβάτια σας.
Την παρέλαση των υπολοίπων υπομένοντας.
Όπου αυτή η επίγνωση θα μπορούσε να είναι
στιγμή αυτογνωσίας
αν δεν ήταν τοπίο απόγνωσης.
ΜΙΚΡΗ ΠΟΛΗ ΙΙΙ
Στον παλιό σταθμό βρίσκεις οινόπνευμα και μουσικές.
Μια ατμομηχανή σκηνογραφεί.
Οι τροχοί της γινήκαν υποπόδια της νύχτας.
Τα σαββατόβραδα απέξω τρελαίνονται τα ντεσιμπέλ.
Πέφτουν πουλιά με τον κρότο της σκανδάλης στα τραπέζια.
Εδώ στο καφενείο «Ο σταθμός του τραίνου»,
αν περάσεις τις πόρτες του, βυθίζεσαι.
Αλλιώς, μένεις μονάχος στο δρόμο.
Οι συρμοί φθάνουν πλέον ως τη νέα προβλήτα.
Σταθμεύουν άδειοι στον ήλιο.
Αναχωρούν άδειοι στον ήλιο.
Γύρω παρεπιδημούν ερωδιοί, τσιγγάνοι, λαθρομετανάστες.
Φυλές με τη φασαρία της μπόρας στα πόδια.
Σπάνια αποβιβάζονται υπάλληλοι
της νομαρχίας ή λοχαγοί.
Ποιος άλλος να γυρέψει αυτή την ενδοχώρα.
Ούτε ένα σφύριγμα•
Σαν να το σκάνε τα βαγόνια.
ΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΔΡΟΜΟΥ
Σφυρίζουν αδιάφορα βομβαρδισμοί στη στέγη.
Του διαφωτισμού μας οι σκιές σκεπάζουν τις Ασίες.
Τα μάτια του αφρικάνικου λιμού λιπαίνουν την μπουκιά μου.
Απ’ το Μαγκρέμπ ως τη Λατάκια είναι φωτιά ο τόπος.
Μέρα τη μέρα τη Γάζα και το Τελ Αβίβ πενθούνε
οι νεκροί τους.
Και τώρα δα αυτή η επείγουσα σφαγή στη Νορβηγία.
Κι ύστερα, τι να σήμαινε άραγε η δυσνόητη λαλιά
των τοκογλύφων.
Πως έχουνε κεφάλαια αρκετά όσα και σφαίρες ίσως.
Σφαίρα και κεφάλι• σφαίρα και κεφάλι.
Στο νύχι της ελπίδας μαυρίζει η ευθύνη.
Ότι παντού, οι ίδιοι εμείς, ποιμαίνουμε
τους σκύμνους του θανάτου.
Σφαίρα και κεφάλι• σφαίρα και κεφάλι.
[Από τη συλλογή Απόδοση τοπίων, Γαβριηλίδης 2012. H φωτογραφία είναι του Βασίλη Γόνη.]