Ν. ΠΕΡΑΜΟΣ
Το πεύκο θα παραμείνει στην αυλή
χρόνια πολλά ακόμα
θ’ ανατριχιάζει στον ψυχρό αέρα
θα καίγεται στον ήλιο
θα γέρνει πάντα προς την θάλασσα
–τα πεύκα είναι δεινοί θαλασσοπόροι–
Εγώ θα έχω φύγει οριστικά
–χους εις χουν, χωρίς θρησκευτικό συγκείμενο–
μα η δροσιά του θα υγραίνει τις αμμώδεις κόρες των ματιών μου
Εκείνο πάλι δεν θα θυμάται τίποτα
Από το πέρασμα μου.
❧
ΑΡΧΑΙΑ ΟΛΥΜΠΙΑ 2030 Μ.Χ
Είχαν ασπρίσει τα μαλλιά σου
χιονάκι απάτητο της μοναξιάς των Άνδεων
αλάτι απ’ τις θάλασσες
που ʼχες περιφρονήσει.
Σ’ αναγνωρίζω από τη φωτεινή σκιά σου
Σπασμένη και πολύτιμη σαν κόρη αρχαϊκή.
Μιλάμε για τον τόπο
για τον τόπο σου
Μου λες –στερέψανε οι ποταμοί.
Έπαψε η βοή τους
Κοιμάσαι ήσυχα πια τα βράδια
–ναι, ακόμα σε ’κείνο το διαμέρισμα της γαμημένης
της ιερής οδού Δερβενακίων.
⸙⸙⸙
[Ποιήματα από την ανέκδοτη συλλογή Τόπων Ποίησις. Πρώτη δημοσίευση στο ηλεκτρονικό Φρέαρ. Φωτογραφία: ©Łukasz Korulczyk. Δείτε τα περιεχόμενα του δέκατου πέμπτου ηλεκτρονικού μας τεύχους εδώ.]