Το φως να μπαίνει απ’ το παράθυρο, να διασχίζει λοξά το στήθος, αυτό το φως είναι σαν ένα ποτήρι γάλα, των Χριστουγέννων είναι άλλο, ας το πούμε φιλόξενο, ή κάπως βεβιασμένο, το παράθυρο όταν μπαίνει στο φως γράφει το δικό σου όνομα, Κωνσταντίνα, αν κάνει αντίδραση το φάρμακο να μας το πείτε, μα έκανε πάλι την προηγούμενη φορά, μην ανησυχείτε, συμβαίνει, όλα συμβαίνουν, αν ζούσε η γιαγιά θα έλεγε πως ανοίγουν οι ουρανοί, νομίζω την Παραμονή, πρωινή πάχνη και ο Χριστός γεννάται, Ωσαννά εν τοις υψίστοις και τα λουστρίνια σου υμνολογούν, τα μάγουλά σου είναι πιο κόκκινα κι απ’ τα λουστρίνια, ένα μαχαίρι σού καρφώνεται στην πλάτη, μην ανησυχείτε, δεν είναι τίποτα, θα σας χορηγήσουμε λίγη κορτιζόνη παραπάνω, συμβαίνει, και το σκοτάδι συμβαίνει και η πεταλούδα στο τζάμι και η ψυχή που κλείνει τα μάτια της συμβαίνει, λάβετε φάγετε τούτο εστί, πενήντα εφτά χρόνια τούτο εστί, το σώμα κάτω απ’ τα νύχια και το δέρμα, μαλακό σαν τρυφερότητα, αν ήσουν ήλιος, κατά βάθος είσαι, ο πιο βάρβαρος αναγνώστης σου θα είναι η Χημεία, αν ήσουν ήλιος, μπορείτε να αναπνεύσετε; μπορώ, τι ωραίο χαμόγελο –
Από τότε όταν πλησιάζουν Χριστούγεννα, Κύριε Λώρενς, στη μαύρη καρδιά της Παραμονής, μπήγω ένα χαμόγελο – για τα σώματα και τις πολλές οργιές τους μακριά απ’ τα παράθυρα.
⸙⸙⸙
[Πρώτη δημοσίευση στο ηλεκτρονικό Φρέαρ. Δείτε τα περιεχόμενα του δέκατου τρίτου ηλεκτρονικού μας τεύχους εδώ.]