frear

Διώκτες πουλιών – του Γιώργου Καρτάκη

Ήμασταν κυνηγοί πουλιών
τα καλοκαίρια∙
στήθος φτενό, γυμνό
όπως το χώμα στη μεγάλη κάψα,
ανύπαρκτη κοιλιά, γουλί το κεφάλι μας.
Στήναμε πλάκες στα σχίνα.

Έκλεινε το βλέφαρο του νεκρού πουλιού
δίχως τσίνορα, στρόγγυλο, πανσέληνο, κάποτε μισάνοιχτο,
ράμφος μισάνοιχτο
σαν έτοιμο να κράξει τραγούδι σπαρακτικό,
ταλαιπωρημένο φτερό που το άνοιγες
κι επέστρεφε στην ακαμψία,
πόδια φολιδωτά με τρία δάχτυλα
και ένα τυφλό
που τα άνοιγες
κι επέστρεφαν στην ακαμψία –
τι πιλάφι να έφτιαχνε η μάνα του Στέλιου απ’ τις τσίχλες;

Κάποιοι είχαν μάθει να λένε κιόλας ψέματα
για λείες τρανές, για ορτύκια, συκοφάγους, κοκκινολαίμηδες
που δεν είδε ποτέ κανείς.
«Αλήθεια;»
«Τι, ψέματα σου λέω;»

Το ξεπουπούλιασμα το ʼκαναν οι γριές
σαν μαθημένες
και δίναν ευχή στα εγγόνια,
τη συνέχεια της ρίζας,
που ʼχαν να θρέψουν στη ζωή τους στόματα.

Έτσι ο φόνος έμπαινε στο σπίτι,
επίσημα,
καθόταν στο τραπέζι και από το χείλος του πιάτου
ξεχείλιζε ένα κίτρινο πράμα σαν λίπος
σαν λύπη
όπως χτυπούσαν τα στόματα αλέθοντας.

⸙⸙⸙

[Πρώτη δημοσίευση στο ηλεκτρονικό Φρέαρ. Δείτε τα περιεχόμενα του δωδέκατου ηλεκτρονικού μας τεύχους εδώ.]

Σε λίγο καιρό κοντά σας με νέο ηλεκτρονικό τεύχος στο mag.frear.gr

Mag.frear.gr – Τα ηλεκτρονικά μας τεύχη