μετάφραση: Γιώργος Τσερεβελάκης
Τούτη είν’ η στιγμή που βλέπεις ξανά
τα κόκκινα μούρα της αγριομουριάς
και στον σκοτεινό ουρανό
των πουλιών τις νυχτερινές αποδημίες.
Θλίβομαι στην σκέψη
ότι οι νεκροί δεν θα τ’ αντικρίσουν-
τα πράγματα στα οποία στηριζόμαστε,
ότι χάνονται.
Πῶς λοιπόν θα παρηγορηθεί η ψυχή;
Λέγω στον εαυτό μου ότι δεν θα έχει ανάγκη
αυτές τις χάρες πια.
Ίσως η ανυπαρξία είναι κάτι απλό,
δύσκολο όμως όπως και η φαντασία.