ΟΙΚΙΑ ΛΑΖΑΡΟΥ
I.
Τέτοια ευκολία, ν’ ανοίγει πόρτες
και να χάνεται με το πρώτο «δεύρο»
δεν θα την πω ανήκουστη –
βουίζει ο κόσμος για πολλούς
κι οι φήμες οργιάζουν
ανίερη όμως θα την πω
κι ώσπου να κλείσουνε τα μάτια μου
άφεση δεν θα πάρει
αυτός το θέλησε κι ορκίστηκε
ενώπιον Θεού –
με ποιο δικαίωμα ζητάει ν’ αναστηθεί
κι αποκηρύσσει μια ζωή
εγγυημένα ατελεύτητη
ξεχνάει το παγωμένο αίμα μου
που κράτησε το σώμα του αναλλοίωτο
αντί να ευγνωμονεί την τύχη του
που ήμουν το χώμα του το χλοερό
σε τόπο αναψύξεως
ενώ εκεί έξω
αλυχτούσαν πεινασμένα τα σκυλιά
κι έβραζαν τα τσιμέντα
αχάριστος
αχάριστος
αλλά
δεν πρέπει να βιαζόμαστε –
μεγαθυμία και υπομονή
το οξυγόνο αργά ή γρήγορα
θα κάνει τη δουλειά του.
II.
Ειλικρινά δεν ξέρω τι την πιάνει
και κάθε λίγο επαναφέρει τη συζήτηση
στο ίδιο περιστατικό –
παίρνει διαστάσεις εμμονής
αυτή η αναβίωση του παρελθόντος
τέσσερις μέρες έλειψα
και μου χρεώνει αιώνες προδοσίας
λες κι ήτανε δική μου η απόφαση
και όχι θέλημα Θεού
λες και δεν ήμουν άθυρμα στα χέρια Του
περίγελως
να με πηγαινοφέρνει
τη μια στο χώμα ξεχασμένο
την άλλη θέαμα φρικτό σε αποσύνθεση
χωρίς να μπει στον κόπο φυσικά
να αναρωτηθεί
πώς έζησα μετά
ούτε Εκείνος
ούτε αυτή
που έμεινα μαζί της ως το τέλος
κερί αναμμένο
άπονη
άπονη
ούτε ένα βλέμμα τόσα χρόνια
ενώ ο κόσμος βούιζε
κι ως σήμερα οι φήμες οργιάζουν
πως όσα είδα
ανθρώπου μάτι δεν τα άντεχε
ρημάχτηκα
δεν γέλασα ποτέ ξανά.
⸙⸙⸙
[Πρώτη δημοσίευση στο ηλεκτρονικό Φρέαρ. Ζωγραφική: «Η ανάσταση του Λαζάρου» του Vincent van Gogh. Δείτε τα περιεχόμενα του δεύτερου ηλεκτρονικού μας τεύχους εδώ.]