Ο αγέρας έδιωξε
τα σύννεφα μακριά.
Το φως κρεμάστηκε
στα ματοτσίνορά σου.
Η ελπίδα αχνόφεξε
στα χείλη τα μισάνοιχτα
–η καταιγίδα δε θα ‘ρθει.
Αόρατες δυνάμεις απεργάζονται
το τι μέλλει γενέσθαι.
Πίσω απ’ την κουίντα
παίζεται η δεύτερη πράξη:
σε πεδίο ουδέτερο –κενό από αέρα–
ο χορός της σιωπής.
Σκιές καλά κουρντισμένες
μάτια δίχως λάμψη.
–Ποιός υπαγορεύει τον πανικό;
Η ψυχρή λογική.
–Ο σώζων εαυτόν σωθήτω;
Όχι: η φλεγόμενη βάτος δείχνει
την έξοδο –μακριά– από το εφιαλτικό
σκηνικό της δυστοπίας.
Η ζωή –εκεί– κυλάει ακατάσχετη
χωρίς social distancing
ή modus vivendi «τή οδηγία».
Πάνω απ’τα ποιήματα
ανεβαίνει βαθύς αχνός
–ημερώνει της ψυχής το θυμό.
Δες: λάμπουν τ’ άστρα στον ουρανό
της ουτοπίας
–είναι τα δικά μας όνειρα.
[Πρώτη δημοσίευση στο ηλεκτρονικό Φρέαρ. Ζωγραφική: Natalia Sergeevna Goncharova. Δείτε τα περιεχόμενα της έντυπης έκδοσης εδώ.]








