frear

Δύο ποιήματα – του Αλέξη Καυγά

Αίτημα

Ένα μονάχα σου ζητώ, σαν με σκλαβώσεις
Φύσηξε ανάσα μέσα μου καυτή
Να ζεσταθεί το γυάλινο κέλυφος που την ψυχή δεσμεύει
Να σπάσει σε χίλια κρυστάλλινα δάκρυα
Που θα ποτίσουν το χώμα που εντός μου φέρω
Και θα φυτέψουν στο κέντρο της αγγελικά φτερά.
Κι ύστερα διώξε με ή άσε με να φύγω
Άσε με να γυρίσω σε μια οδό από κείνες δίχως εποχές
Εκεί, στην ερημιά και στα χαμόσπιτα του δρόμου όπου ράβουν οι άνθρωποι τις πληγές της νοσταλγίας.
Άσε με να διασχίσω το φραγμό του μέλλοντος
Ν’ ανάψω και να χαθώ
Όπως ένα καμένο σπίρτο στο μακρινό τ’ ακρογιάλι
Στη μαύρη άλω του διαστήματος
Μέσα στο σύμπαν ολόκληρο
Σα να μη σ’ είδα ποτέ κι ούτε να σ’ άκουσα
Παρά μόνο για κάποια ασήμαντα γήινα δευτερόλεπτα
Στιγμές πριν γίνω σκόνη ελάχιστη
Ανάμεσα στ’ αστέρια.

***

Ο ύπνος του καλοκαιριού

Ο ύπνος του καλοκαιριού καλά κρατούσε ακόμη
δεν θυμόμουν τ’ όνομά της μόνο πως
κάπου μακριά η θάλασσα άστραφτε
κι οι ρόγες του αρχαίου κόσμου φούσκωναν σ’ άδεια κύματα.
Μια βάφτιση είπες σ’ άλλους ποταμούς θα μας γλιτώσει
ένα παιδί θ’ αναδυθεί και θα γελάσει με τις λύπες μας
Ήλιος που επανέρχεται θολός,
κατέβαινε στη δύση και σου γλύκαινε το πρόσωπο,
χρυσίζοντας το πέρασμά σου
μέσα απ’ τη σκόνη ερειπωμένων ναών και θεάτρων
κι εγώ σε κοιτούσα να βαδίζεις προς το κέντρο της σκηνής όπου
κάθε φωνή συντρίβεται, παφλάζοντας μες τις σχισμές των βράχων.

Δεν ήσουν άλλη απ’ το σώμα που κάποτε πόθησα
τυλιγμένο σε πέπλο γαλάζιο
νεφελώματος νεογέννητων άστρων
ομορφιά που σ’ αναθεμάτισα δίκαια
κι έσβησες με την πρώτη αχτίδα φωτός στην παλάμη.
Και πάνω στην άμμο οι οργανοπαίχτες που ‘φερε ο άνεμος
να θρηνούν και να σκούζουν οι γλάροι, πλάι στων φάρων τ’ αόρατα σήματα
ακολουθώντας τ’ ακυβέρνητο πλοίο της θλίψης μου
με τις ξεσκισμένες σημαίες και τους σταυρούς της ανάμνησης
εκείνων που ποτέ δεν έζησες κι όμως υπήρξαν
οι αιματοβαμμένες ακτές της ψυχής σου.

Το άπειρο που διδάχθηκες
το βρήκες εγκλωβισμένο στης περατότητας την οδύνη
και την αιωνιότητα θραυσμένη στα φευγαλέα οράματα.
Κι αν κάτι μένει απ’ την ομορφιά, την πιο άδοξα σπαταλημένη είναι
η αγωνία των ξένων σωμάτων , τα όνειρα της άλλης φωνής
τ’ απομεινάρια εκείνου του απογεύματος
που με το κεφάλι στο στήθος της
κοιτούσες τα χελιδόνια να μπαινοβγαίνουν απ’ το παράθυρο στο δωμάτιο
ψηλαφώντας στο σώμα της τη γραμμή του ορίζοντα,
χαράσσοντας την πορεία προς
έναν πλανήτη γεμάτο πολύχρωμα τριαντάφυλλα
λουλούδια να βλαστήσουν στη μήτρα της,
οι σβησμένες φωνές των ναυαγών μες τα παλιά δίχτυα.

[Ζωγραφική: Fernand Khnopff. Δείτε τα περιεχόμενα της έντυπης έκδοσης εδώ.]

Σε λίγο καιρό κοντά σας με νέο ηλεκτρονικό τεύχος στο mag.frear.gr

Mag.frear.gr – Τα ηλεκτρονικά μας τεύχη