frear

Πρέπει να καταλαβαίνουμε μια ταινία; – του Γιώργου Παυλίδη

 

O φιλόσοφος René Descartes μίλησε για τη διάκριση ανάμεσα στην έκταση και τη σκέψη, ή αλλιώς την ύλη και το πνεύμα, ή αλλιώς το σώμα και την ψυχή. Κατά τα λεγόμενά του, η σχέση μεταξύ τους είναι εξωτερική. Οτιδήποτε έχει έκταση (όπως το υλικό ανθρώπινο σώμα) δεν μπορεί να σκέφτεται. Η ψυχή είναι εκείνη που σκέφτεται, αποφασίζει και δίνει εντολές. Το σώμα απλώς εκτελεί.

Με βάση αυτόν τον δυϊσμό έκτασης και σκέψης, μιλούμε συχνά για μορφή και περιεχόμενο στον κινηματογράφο. Ως μορφή εννοούμε το σχήμα ή το περιτύλιγμα της ταινίας. Συνήθως αναφερόμαστε στις κινηματογραφικές τεχνικές, τα χρώματα, τα φίλτρα, του φακούς, τη μουσική κλπ. Ως περιεχόμενο εννοούμε το θέμα, τη σκέψη ή το «μήνυμα» της ταινίας, και κυρίως αναφερόμαστε στην υπόθεση, τη δράση, τους διαλόγους, τους χαρακτήρες.

Είναι έτσι;

Ας σκεφτούμε για μια στιγμή το εξής: Αν κάποιος θέλει να σκεφτεί φιλοσοφικά για τη ζωή ή τον θάνατο, να κάνει ένα κοινωνικό ή πολιτικό σχόλιο για την επικοινωνία, την αποξένωση, τον έρωτα, τη νοσταλγία, τη μνήμη, τη βία, μπορεί να αναπτύξει τη σκέψη του γράφοντας ένα ωραιότατο κείμενο-φιλοσοφικό δοκίμιο. Τότε όμως δεν θα είναι σκηνοθέτης, αλλά συγγραφέας. Αν πάλι θέλει να γυρίσει μια ταινία για αυτά τα θέματα, τότε δεν μπορεί να το κάνει όσο παραμένει στο επίπεδο της αφηρημένης σκέψης. Το αφηρημένο πρέπει να γίνει συγκεκριμένο, δηλαδή να αποκτήσει όψη, να γίνει ορατή εικόνα (μιας και ο κινηματογράφος είναι τέχνη των εικόνων).

Στον κινηματογράφο ο σκηνοθέτης σκέφτεται την ταινία μέσα του ‒φαντάζεται το θέμα της, τους διαλόγους της, τη σκέψη της μαζί με τις εικόνες της, τις κινήσεις της, τα χρώματά της, συλλαμβάνει και μορφοποιεί νοητές ταινίες‒ και έπειτα προβάλλει έξω για όλους εμάς, με τη βοήθεια των τεχνικών μέσω του κινηματογράφου, την ταινία του. Έτσι δημιουργεί εικόνες που μέσα τους συναντιούνται από τη μια μεριά κάτι αφηρημένο –η σκέψη‒ και από την άλλη μεριά κάτι συγκεκριμένο – οι εικόνες του εξωτερικού κόσμου που μας δίνουν οι αισθήσεις μας.

Οι εικόνες και οι σκέψεις στο σινεμά δεν είναι διαχωρισμένες μεταξύ τους, αλλά λιώνουν και ρέουν μαγματικά η μία μέσα στην άλλη σε ένα κοινό επίπεδο. Και αυτό είναι η κινηματογραφική ταινία.

Mια κινηματογραφική ταινία μπορεί να φανερώνει ένα νόημα απόλυτα δικό της, και να το φανερώσει με τρόπο κινηματογραφικό ‒δηλαδή οπτικό και ακουστικό: όχι μόνο με τους διαλόγους, αλλά επίσης με τα χρώματα, τις κινήσεις, τη σύνθεση του κάδρου, τη μουσική, τον ρυθμό και την εστίαση.

Αν λοιπόν ισχύει κάτι τέτοιο, πόσο σημαντικό είναι να καταλάβουμε μια ταινία; Σε αυτό το σημείο θα κάνουμε λόγο για μια διάκριση ανάμεσα στα ρήματα καταλαβαίνω και νιώθω. Γιατί μια ταινία που απευθύνεται σε εμάς με τόσα πολλά στοιχεία οπτικά και ακουστικά δεν πρέπει απλώς να την καταλάβουμε –να την εξηγήσουμε, να την αποκωδικοποιήσουμε, να την αναλύσουμε ή να τη «διαβάσουμε»‒ αλλά να τη νιώσουμε.

Θα επιχειρήσουμε να φωτίσουμε τη διάκριση ανάμεσα στις ενέργειες που εκφράζουν τα δύο ρήματα καταλαβαίνω και νιώθω, καταφεύγοντας στην ετυμολογική τους καταγωγή (με βάση το Λεξικό της κοινής νεοελληνικής του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη), η οποία –συχνότερα απ’ ό,τι φανταζόμαστε‒ μπορεί να μας αποκαλύψει τη γλωσσική σοφία που κουβαλούν οι λέξεις.

Το ρήμα «καταλαβαίνω» προέρχεται από το αρχ. ελλ. ρήμα «καταλαμβάνω», που σημαίνει κυριεύω κάτι. Συνώνυμό του είναι το ρήμα «κατανοώ». Καταλαβαίνω σημαίνει κυριεύω κάτι με τη νόηση. Καταλαβαίνω μια ταινία σημαίνει υπερνικώ όλες τις αντιστάσεις της, λύνω τους γρίφους της, τις αλληγορίες και τους συμβολισμούς της, φωτίζω κάθε της γωνιά και λεπτομέρεια. Υπάρχει όμως και άλλος τρόπος.

Το ρήμα «νιώθω» προέρχεται από το μεσαιωνικό «ενοιώθω» και το αρχ. ελλ. «εννοιώ». Συνώνυμό του είναι το ρήμα «αισθάνομαι». Την ίδια στιγμή που το ρήμα «νιώθω» σημαίνει «αισθάνομαι», διατηρεί και φανερώνει μια ριζική σχέση με το ρήμα εννοιώ, -> εννοώ, δηλαδή με τη νόηση – σκέψη. Έτσι, μπορεί να παρουσιάσει μια συγκλίνουσα κίνηση στο εσωτερικό του: τη σύγκλιση και συνάντηση της αίσθησης με τη σκέψη. Νιώθω, σημαίνει ταυτόχρονα αισθάνομαι και σκέπτομαι.

Καθώς λοιπόν βρισκόμαστε στην προβολή μιας ταινίας –και είπαμε ότι μια ταινία εμφανίζει νόημα και συναίσθημα με πολλούς τρόπους, όπως με το χρώμα και την κίνηση που αφορούν της αίσθηση της όρασης, με τους ήχους και τη μουσική που αφορούν την αίσθηση της ακοής, με τον ρυθμό και την ταχύτητα που αφορούν την «αίσθηση» του χρόνου, με τη γωνία λήψης, τη σύνθεση του κάδρου και την εστίαση που αφορούν την «αίσθηση» του χώρου‒ θεωρούμε ότι στη θέαση μιας ταινίας ταιριάζει περισσότερο το ρήμα «νιώθω», δηλαδή μια διάθεση να σκεφτούμε την ταινία αλλά και να την αισθανθούμε.

Νιώθω μια ταινία δεν σημαίνει ότι οι εικόνες τις με cine-παίρνουν τυφλά, ότι τις αισθάνομαι χωρίς να σκέπτομαι. Όπως οι κινηματογραφικές εικόνες είναι η σύγκλιση αίσθησης και σκέψης, συγκεκριμένου και αφηρημένου, έτσι και το «νιώθω» σημαίνει «αισθάνομαι και σκέπτομαι» μια ταινία.

Εάν λοιπόν συμβαίνει κάτι τέτοιο, τότε ό τρόπος που βλέπουμε σινεμά μπορεί να αλλάξει. Να γίνει πιο φιλοσοφικός και αισθαντικός, πιο προσωπικός. Και φυσικά ο τρόπος που γράφουμε για μια ταινία μπορεί να αλλάξει επίσης. Να ιδωθεί η ταινία ως σκέψη μαζί και συναίσθημα. Να μεταφερθεί η αίσθηση και ο τρόπος του βλέμματος, η τονικότητα και ο χρωματισμός μιας σχέσης. Η σχέση μας με τον κινηματογράφο –και με κάθε τέχνη‒ δεν μπορεί παρά να είναι προσωπική, σωματική εμπειρία –δηλαδή αισθαντική και σκεπτόμενη ταυτόχρονα‒ και όχι μόνο διανοητική άσκηση ανάλυσης και κατανόησης.

[Πρώτη δημοσίευση.]

Σε λίγο καιρό κοντά σας με νέο ηλεκτρονικό τεύχος στο mag.frear.gr

Mag.frear.gr – Τα ηλεκτρονικά μας τεύχη