Giorgio de Chirico,
σε πρωτοσυνάντησα μέσα σ’ ένα παλιό βιβλίο που είχε χρόνια να μετακινηθεί απ’ το ράφι: Ιταλοί ζωγράφοι του 20ου αιώνα. Το άνοιξα τυχαία στη δική σου σελίδα. Στη διπλανή ανέπνεε βαθιά ένας σιωπηλός Morandi.
Χώρος εξωτερικός αλλά οργανωμένος σαν δωμάτιο. Ατμόσφαιρα σιδηροδρομικού σταθμού. Κίτρινο φως μα όχι θερμό. Κίτρινο σεληνιακό φως. Δυο αντικριστά κτήρια με μυστηριώδεις στοές. Ανάμεσά τους ένα κοιμώμενο άγαλμα έριχνε στ’ αριστερά την ξεχειλωμένη σκιά του. Πιο πίσω δυο άνθρωποι συνομιλούσαν. Συνομιλούν ακόμα. Στο βάθος το τρένο, ερχόμενο εκ δεξιών, μακρινό, αθόρυβο, με ακίνητο καπνό. Στο μέσο του ορίζοντα ο μεγάλος πύργος, η Βαβέλ των σιωπών. Giorgio de Chirico, υπογραφή διστακτική, με γράμματα σχεδόν παιδικά. Η ζωγραφική είναι μοναχικό παιχνίδι. Σοβαρό και μελαγχολικό, όπως κάθε παιδί που παίζει μόνο του.
Όταν ξεχνιόμαστε, γύρω μας υψώνεται ένας δεύτερος κόσμος. Αψίδες, συνωστισμός από ανδρείκελα, ένα πελώριο γάντι, ένα ρολόι με συγκρουόμενους δείκτες. Ο ίλιγγος της ησυχίας, η πανωλεθρία των ουρανών. Όλα δήθεν ήρεμα, όλα δήθεν ψεύτικα, όπως ο χρόνος στους πίνακες.
Η ζεστασιά του κορμιού στο κρεμασμένο ένδυμα, κάποιο αντικείμενο που μόλις ξέφυγε απ’ τη συνείδησή μας και αιωρείται μες στο σπίτι, τα πληγωμένα χέρια του γλύπτη δίπλα στη γελαστή προτομή, η αφρισμένη χαίτη του αλόγου στην ακροθαλασσιά, η αιφνίδια χαρά του κωπηλάτη προτού τον καταπιεί μεμιάς το άγριο ψάρι, η βροχή ως μεταφυσικό φαινόμενο, το αμφίβιο πλοίο, η δυνατότητα δύο ή και περισσοτέρων θανάτων (ανάλογα με τον αριθμό των αυτοπροσωπογραφιών). Κοντολογίς, ζητήματα που απασχολούν τη νύστα μας και την τρέλα μας.
Η ζωγραφική είναι η ζωηρότερη και η ισχυρότερη τέχνη.
Χαίρε Giorgio de Chirico! Θα τα ξαναπούμε στον Παράδεισο ή σε κάποια ανώδυνη κόλαση.
Κύθνος 1.12.13
[Το κείμενο παρουσιάστηκε στην έκθεση Οι καλλιτέχνες προσκαλούν: “ένα γράμμα στον Ντε Κίρικο”, οργάνωση και επιμέλεια Nίκος Ποδιάς, Χρύσα Δραντάκη και Εικαστικός Σύλλογος Βόλου, Κέντρο Τέχνης Giorgio De Chirico, Βόλος 2013. ]