frear

Τρία ἀποσπάσματα – τοῦ Loren Eiseley

Ἀπόδοση καί σχόλιο: Νατάσα Κεσμέτη

yggdrasil-by-oluf-olufsen-bagge-1847
“Yggdrasil” του Oluf Olufsen Bagge (1847)

Ὄχι, δέν εἶναι ἐξ αἰτίας μιᾶς μεγάλης, συγκεχυμένης ἐνοχῆς μου πού, βηματίζοντας προσεκτικά, σηκώνω ἁπαλά τό πόδι πάνω ἀπό ἕναν γρύλλο τοῦ φθινοπώρου, μή τυχόν τόν πατήσω. Δέν εἶναι ἐξ αἰτίας ἐνοχῆς πού ἀρνιέμαι νά ρίξω στόν τελευταῖο ψαραετό, πυροβολώντας τή φωλιά του στό ρεῦμα τοῦ βαλτότοπου. Διαθέτω συναίσθηση· ἀναπτύχθηκα μαζί μέ τόν ἄνθρωπο πού ἀναπτύχθηκε ὁ νοῦς του. Διαμοιράζω ἐκείνη τήν συμπόνια καί τόν οἰκτιρμό πού ἐκτείνεται πέραν ταξικῶν καί φυλετικῶν καί μορφολογικῶν φραγμῶν, ἕως ὅτου συμπεριλάβει τήν συμπαντική ὁλότητα. Δέν ντρέπομαι νά διακηρύσσω αὐτό τό συναίσθημα, οὔτε τό χαρακτηρίζω παθολογία. Μόνον μέσα ἀπό τό ἐπαναλαμβανόμενο καί αὐξανόμενο τοῦτο βίωμα, ὁ ἄνθρωπος γίνεται ἀληθινά ἀνθρώπινος. Μόνον τότε τό ὁπλισμένο χέρι του θά χαμηλώσει γιά πάντα. Προσεύχομαι νά γίνει κάποτε ἔτσι.

Ἀπό Τά Χαμένα Σημειωματάρια τοῦ Loren Eiseley.

***

the_ash_yggdrasil_by_friedrich_wilhelm_heine
“The ash yggdrasil” του Friedrich Wilhelm Heine

Κι ἀκόμα ἔχω ἐπίγνωση τοῦ κορμοῦ πού τεντώνεται ἀπαίσια πίσω ἀπό μένα κατά μῆκος τοῦ πατώματος. Εἶμαι κι ἐγώ μέ πολλές ὄψεις, ἕνα πράγμα πού ἔχει σκαρφαλώσει κάθετα πάνω ἀπό τίς σκοτεινές ἀτέλειωτες στρωματώσεις τῶν φύλλων κι ἔχει, γλιστρώντας καχύποπτα, ἀποβληθεῖ τριχωτό, μέσα ἀπό το λαμπύρισμα τῆς γαλάζιας νύχτας τῶν παγετῶν. Ἐγώ, ὁ προφέσσορας πού τρεμουλιάζει παράλογα πάνω στήν ἐξέδρα μέ τό βιβλίο καί τά γυαλιά μου, εἶμαι τό μόνο φιλόσοφο ζῶο. Εἶμαι το σκουλήκι πού ξεδιπλώνεται καί τό λασπόψαρο, τό ἀλλόκοσμο δέντρο τῆς Ἴγκντρασιλ πού δίνει ἀδιάκοπα σχῆμα στόν ἑαυτό του πέρα ἀπό τό σκοτάδι πρός τό φῶς.

Ἀπό τό δοκίμιο «Ὁ Ἄνθρωπος ἀπό τό Δάσος τῶν Ἡλιοτροπίων», στό βιβλίο τοῦ Loren Eisley Tό Στερέωμα τοῦ Χρόνου.

***

Ἡ περιπέτεια τῆς ἀναζήτησης τοῦ ἀνθρώπου γιά βεβαιότητα, σέ τελευταία ἀνάλυση, εἶναι περιπέτεια ἀναζήτησης νοήματος. Ὅμως τό νόημα εἶναι μᾶλλον θαμμένο μέσα του, παρά στό κενό ὅπου, ἀπό τήν ἀρχαιότητα, μάταια ἔχει ψάξει γιά οἰωνούς. Σ’ αὐτό τό ξετύλιγμα ἴσως ἡ πρώτη πράξη νά ἐκτελέστηκε ἀπό ἕνα σκέτο θηρίο μέ τρομακτικό κεφάλι πού ὀνειρεύτηκε κάποιο δύσκολο καί ἀφάνταστο πράγμα ἀπαγορευμένο στούς συντρόφους του. Πιθανόν οἱ ἀστραπές ὀμορφιᾶς καί ἐνόρασης πού τόσο βαθιά μᾶς ταράζουν εἶναι πρωτίστως προφητικές γιά κεῖνα τά ἐπιτεύγματα πού ἡ φυλή ἴσως μπορέσει νά κάνει. Ὅ,τι μᾶς ἐμποδίζει εἶναι ἡ ἀμφιβολία ‒ἡ δύναμη νά κάνεις τό καθετί φυσικό δίχως τό συνοδευτικό του χάρισμα νά βλέπει πέρα ἀπό τό φυσικό, σέ κεῖνο τό ἀνέκφραστο βασίλειο ὅπου οἱ λέξεις «φυσικό» καί «ὑπερφυσικό» παύουν νά ἔχουν νόημα.

515285-_uy475_ss475_Ἐπιτέλους ὁ ἄνθρωπος βρίσκεται ἐνώπιος ἐνωπίῳ τοῦ ἑαυτοῦ του σέ φυσική ἀμφίεση. Ὁ Πασκάλ εἶπε «αὐτό πού μετατρέπουμε σέ φυσικό, τό καταστρέφουμε». Γνώριζε, σέ ὕψιστο βαθμό ἐνόρασης, στην ὁλότητά της τήν ἀνάγκη τοῦ ἀνθρώπου νά διαπεράσει τό ἐγκόσμιο εἴδωλο πού αὐτός ὁ κόσμος ὑπονοεῖ. Δέν εἶναι οἱ ἐξωτερικές δυνάμεις τοῦ ἀνθρώπου τεχνίτη, ἐργαλειοκατασκευαστή πού μᾶς ἀπειλοῦν. Εἶναι ὁ αὐξανόμενος κίνδυνος πού ἔχει ἤδη χτυπήσει ἀπέραντες περιοχές τοῦ κόσμου ‒ὁ κίνδυνος πού προέρχεται ἀπό τό τελευταῖο ἀνυπόφορο εἴδωλο πού δημιουργήσαμε γιά νά λατρεύουμε. Αὐτό τό ἄσαρκο εἴδωλο καί ἡ ρημαγμένη εἰκόνα πού καθημερινά μᾶς ἀντιπαρατίθεται, δέν εἶναι παρά ἐκεῖνο πού ὁ ἄνθρωπος ἔκανε φυσικό. Πέρα ἀπό αὐτήν τήν ἀπομίμηση, τόν ψευδεπίγραφο ἑαυτό μας, αὐτό τό πρόσωπο, ἡ φυσιογνωμία πού ἤδη ἔγινε τόσο ψυχρά ἀπάνθρωπη ὥστε νά μᾶς τρομοκρατεῖ, ἐξακολουθεῖ νά γνέφει ἡ μοναχική φιγούρα τῶν ὀνείρων τοῦ ἀνθρώπου. Εἶναι μιά φύση ὄχι τοῦ παρόντος αἰῶνος, ἀλλά τοῦ ἐρχόμενου ‒τό φῶς πού γιά μιά φορά ἔλαμψε κάποτε στά μάτια ἑνός πλάσματος πού βρισκόταν μόλις στό κατώφλι ἀπό τό θηρίο στόν ἄνθρωπο, μιά ἀπεγνωσμένη κραυγή ἀπό τόν σκοταδερό ἴσκιο ἑνός σταυροῦ στόν Γολγοθᾶ πολλά χρόνια πρίν.

Ὁ ἄνθρωπος δέν συμμείγνυται πλήρως μέ τή φύση πού διακηρύσσουμε ὅτι κατανοῦμε.Ὁ ἄνθρωπος ἐν μέρει ἀνήκει πάντοτε στό μέλλον, καί σ’ αὐτό τό μέλλον κατέχει τή δύναμη νά δώσει σχῆμα. «Φυσικό»: λέξη μάγου – κι ὅπως ὅλες αὐτές οἱ ὀντότητες, θά ἔπρεπε νά χρησιμοποιεῖται φειδωλά, μήπως κι ἀπ’ αὐτήν προκύψει, ὅπως τώρα, κάποιος κόσμος ἐκτός πάσης δικῆς μας πρόθεσης, τοῦ ὁποίου δέν εἴδαμε, οὔτε μέ τήν ἄκρη τοῦ ματιοῦ μας, τήν παραμικρή ἀναλαμπή, μήπως κάποια τερατώδης καρικατούρα προσκληθεῖ νά ὑπάρξει ἀπό τήν ἀδιάκριτη ἄρθρωση φθαρμένων συλλαβῶν. Ἴσως, ἄν εἴμαστε σοφοί, θά προτιμήσουμε νά σταθοῦμε σάν ἐκεῖνα τά ξεχασμένα, ταπεινά πλάσματα πού ἔκαναν σπονδές μικρῶν δώρων ἀπό πυρόλιθο σ’ ἕναν τάφο.Ἴσως τότε μᾶς ἐπισκεφθεῖ, σέ κάποια τέτοια στιγμή, ἡ φασματική αἴσθηση πώς μιά ἀόρατη πύλη ἔχει ἀνοίξει ‒μιά πύλη ἡ ὁποία, πλαταίνοντας, θά φέρει τόν ἄνθρωπο πέρα ἀπό τήν φύση πού γνωρίζει.

Ἀπό Τό Στερέωμα τοῦ Χρόνου.

…………………………………………………

Σχόλιο τῆς μεταφράστριας: Ἡ λέξη empathy συνήθως ἀποδίδεται στήν Ἑλληνική ὡς ἐνσυναίσθηση, ἐναίσθηση, συναισθηματική συμμετοχή, συναισθηματική ταύτιση κ.ἄ. Ἡ ἀπόπειρα καθεμιᾶς ξεχωριστά, μέ τό νά τονίζει μιά πλευρά ἐκείνης τῆς σύνθετης λειτουργίας πού προκαλεῖ ἤ συνεπάγεται τήν κατάσταση τοῦ συν-πάσχειν, ἀναπόφευκτα τείνει νά εἶναι εἴτε ἀνεπαρκής εἴτε ἀνακριβής. Για παράδειγμα, οὔτε μόνη της ἡ αἴσθηση, οὔτε μόνο του τό συναίσθημα λειτουργοῦν ἔτσι ὥστε νά βιώσει κάποιος empathy. Μποροῦμε νά προσθέσουμε πώς οἱ γνωστές ἀποδόσεις ἔχουν ἔντονο ψυχολογικό χρωματισμό. Δέν πρόκειται γι’ αὐτό τό εἶδος empathy στήν περίπτωση τοῦ Loren Eiseley. Ἀκριβέστερα, δέν εἶναι ἀποκλειστικά ψυχολογική συμμετοχή, ὅπως στούς περισσότερους ἀπό μᾶς. Γι’ αὐτό καί προσπάθησα νά διατηρήσω τό ἐλλειπτικό ὅσο καί αἰνιγματικό στοιχεῖο στά συγκεκριμένα ἀποσπάσματα. Προτίμησα ἐπίσης τήν λέξη «συναίσθηση» στό πρῶτο ἀπόσπασμα, ἄν καί ὁ θεολογικός ὅρος «μετοχή» βρίσκω πώς εἶναι πλησιέστερα στό βίωμα τοῦ συγγραφέα. Κατά τήν μαρτυρία τοῦ ξεχωριστοῦ αὐτοῦ παλαιοντολόγου-ἀνθρωπολόγου, ἡ ἀνάπτυξη τοῦ ἀνθρώπινου νοῦ δ έ ν συμπίπτει μέ τήν ἀνάπτυξη ὁλόκληρου τοῦ ἀνθρώπου. Κάτι ἄ λ λ ο μεγαλώνει μαζί του καί τόν καθιστᾶ κάτοχο τῆς ἱκανότητάς του γιά συμμετοχή καί συναίσθηση.

Δέν θά ἦταν ὁλότελα ἄστοχο νά πεῖ κανείς πώς ὁ στοχασμός του στό σημεῖο αὐτό ἁμυδρότατα ἀπηχεῖ τήν Παύλεια «ἡλικία Χριστοῦ»: «Μέχρι καταντήσωμεν οἱ πάντες… εἰς ἄνδρα τέλειον, εἰς μέτρον ἡλικίας τοῦ πληρώματος τοῦ Χριστοῦ» (Ἐφεσ. 4, 13).

Ὁ βαθύτερος λόγος γι’ αὐτό τό σχόλιο, δέν εἶναι οὔτε ἡ μεταφραστική ὑπευθυνότητα οὔτε τό γλωσσολογικό ἐνδιαφέρον ἀλλά μιά ἄλλη συναίσθηση: γινόμαστε, καί ἐξ αἰτίας τῶν συνθηκῶν, ὁλοένα πιό ἀδιάφοροι, καταπτοημένοι ἀπό τήν ματαιότητα, ἁμυντικοί μέσα στόν ἀτομικό μας μικρόκοσμο. Τά στενά ὅρια τῶν εἰκονιστικῶν SMS κάθε εἴδους, μοιάζει νά τραυματίζουν, ἀνεπανόρθωτα ἴσως, τήν λειτουργική ἱκανότητα γιά τήν ὁποία μιλᾶ ὁ Λ.Ε. Δέν εἶναι ἀσφαλῶς τά μόνα. Τά ὅρια πάλι ἑνός σχολίου δέν ἐπιτρέπουν ἄλλη ἐπέκταση. Οὔτε σχετικά μέ τό «αὐξανόμενο βίωμα» στό ὁποῖο ἐλπίζει, οὔτε σχετικά μέ τήν δαιμονική παρεμβολή πού ὑπαινίσσεται, φοβούμενος τήν ἀλόγιστη χρήση λέξεων ὅπως ἡ λέξη «φυσικό».

[Πρώτη δημοσίευση στο ηλεκτρονικό Φρέαρ.]

Σε λίγο καιρό κοντά σας με νέο ηλεκτρονικό τεύχος στο mag.frear.gr

Mag.frear.gr – Τα ηλεκτρονικά μας τεύχη