Αυτός ο ουρανός που βλέπω
και με βλέπει
το γέλιο κλέβει από το σώμα μου∙
δεν ξέρω πώς να του κρυφτώ.
Δίχως μια στάλα θάλασσα
ο Αύγουστος μια φάρσα είναι στα μάτια.
❧
Δεκαπεντασύλλαβες χαρακιές
οι φλέβες μου στα κίτρινα ντουβάρια.
Τζιτζίκια τραγουδάνε στα
πεύκα και η Περσεφόνη
στρώνει τραπέζι.
❧
Ίλιγγος η άδεια ταβέρνα
με τις χιαστί καρέκλες.
Φέρετρα ακουμπάνε στα ξύλινα
τραπέζια με το καρό τραπεζομάντιλο.
Ο ταβερνιάρης με την άσπρη
ποδιά, το ιδρωμένο πουκάμισο,
βάζει τραγούδια και δεν τα ακούει,
πίνει κρασί και δεν μεθά, κάπου κάπου
μια σκιά σουλατσάρει στο λιμάνι.
⸙⸙⸙
[Πρώτη δημοσίευση στο ηλεκτρονικό Φρέαρ. Δείτε τα περιεχόμενα του τρίτου ηλεκτρονικού μας τεύχους εδώ.]








