οι περαστικοί
Το άνοιξε όταν είδε ένα περίεργο ζωύφιο, μπας και το διώξει,
εκείνο το παράθυρο που κρατούσε χρόνια κλειστό.
Το ξέχασε. Οι συγκάτοικοι άκουσαν για πρώτη φορά
φωνές στριγκιές κλάματα παρακαλετά βρισιές γδούπους.
Όταν το ανακάλυψε ήξερε ότι όλοι έμαθαν πλέον.
Όμως τα πιο βαθιά δεν μαθαίνονται.
Ότι σκάει το στήθος της σε πεταλούδες διάφανες,
μερικές τις είχαν δει να περιφέρονται στον φωταγωγό.
Οι πιο δυνατές όμως κατεβαίνουν στο ισόγειο τις νύχτες,
ανοίγουν την εξώπορτα και βάζουν μέσα τους περαστικούς,
όχι όλους, κάποιους που φέρνουν σ’ εκείνον που αναζητά
χρόνια τώρα.
Κι ένα γλυκό
Αγόρασε chedar, ham
και δυο εφημερίδες
να γεμίζει τις ώρες της μοναξιάς της.
Α, και ένα γλυκάκι
να το τρώει διαβάζοντας.
Ζει μόνη,
εκεί στην ομίχλη του βορρά,
και φοβάται τον θάνατο.
[Πρώτη δημοσίευση στο ηλεκτρονικό Φρέαρ. Φωτογραφία: Jacob Aue Sobol.]
Δείτε τα περιεχόμενα της έντυπης έκδοσης εδώ.