ΚΑΡΟΛ ΛΙΟΥΙΣ- Η εφηβεία που δεν κράτησε
Κοριτσάκια γυμνά
με λευκά καλτσάκια
και κουνέλια με τιράντες.
Αυτός έβγαζε φωτογραφίες
μασουλούσε μανιτάρια
κι έπαιζε κρίκετ με φασιανούς.
σιεσωλαγεμ αν ωλεθ νεδ
Δεν θέλω να μεγαλώσεις
της έλεγε συνέχεια.
Τελικά την πλήγωσε
γιατί παρέμεινε μπαμπάς
γιατί στα δύσκολα γινότανε λαγός
και γιατί έτρωγαν
ψητά γουρουνόπουλα μωρά
που η μήτρα της απέβαλε συνέχεια.
ΙΟΥΛΙΟΣ ΒΕΡΝ-η νεανική ηλικία που γέρασε γρήγορα
Mαζί έκαναν τον γύρο του κόσμου
σε ογδόντα νύχτες με αερόστατο.
Λευκός γάμος.
«Φιλέα, Φιλέα Φογκ, δεν έπρεπε να χάσω,
δεν έπρεπε να χάσεις» παραληρούσε αυτός συνέχεια.
Όταν για να συντονίσουν τα ρολόγια τους
«τι ώρα είναι;» κάποτε την ρώτησε
«ώρα να γίνω καπνός» του απάντησε
και καταδύθηκε είκοσι χιλιάδες λεύγες στον πυρήνα της.
«Είσαι σκέτη λογοτεχνία»
της πέταξε αυτός τότε θυμωμένα.
ΦΡΑΝΤΣ ΚΑΦΚΑ- η ώριμη ηλικία που έπεσε από το δέντρο
Φορούσε ολόσωμες σκιές μέχρι το γόνατο.
Της υποσχέθηκε γάμο δι αντιπροσώπου.
Της έγραφε κιτρινισμένα γράμματα.
Αγαπημένη Μίλενα, την προσφωνούσε.
Ειλικρινά δικός σου, ο μικρός σου Φράντς.
Κάθε πρωί αυτή ξέπλενε τα μάτια της
έσταζαν πηχτό μελάνι μες στην σκάφη.
Ήταν συνέχεια υπόδικος,
διάδικος και δικαστής ταυτόχρονα
σε μία δίκη με κατηγορούμενο
πάντα τον εαυτό του.
Δικαστική πλάνη μουρμούριζε συνέχεια.
Γιατί πάντα ανεξάρτητα από την έκβαση
οι ένορκοι τον καταδίκαζαν
σε κατ’ οίκον περιορισμό
σ’ ένα πύργο χωρίς ασανσέρ.
Κάποτε σε μια επιστολή εσώκλεισε σκαθάρι.
Αγάπησέ το. Είναι η ζωή μου, της έγραψε.
[Πρώτη δημοσίευση στο ηλεκτρονικό Φρέαρ.]