frear

Χαίρε Μαρία – του Απόστολου Θηβαίου

Μακάριες
Οι αφελείς και
Προδομένες ελπίδες

Πιάνα, κιθάρες, αγγελικές αύρες, όλα σ’ τα προσφέρω. Ζητώ μόνο την επιείκειά σου για ’κείνη τη στιγμή που σημειώνεται η εξέγερση, που σταματούν ακαριαία τα τροχοφόρα και εγώ περνώ στην ιστορία, διανύοντας μίλια και μίλια αμερικάνικης ερημιάς.

Τότε που οι ορχήστρες πετούν πάνω απ’ τις σκηνές, παίζοντας ξέφρενα κρεσέντο, κρατώντας το ρυθμό της μοίρας μας.

Τότε που πρέπει να σε ξεχάσω και τίποτε να μη θυμάμαι, κανέναν απ’ τους στίχους σου, καμιά σου σημασία.

Τότε που πρέπει να κάψω τα ποιήματά σου από πείσμα ή να αρνηθώ για πάντα την Πέργαμο, να σου παραδοθώ.

Γι’ αυτό ως τότε, πιάνα, κιθάρες, ολόκληρες συμφωνίες, όλα τα καίω.

(Εκείνη ανέμιζε στην πλώρη του πολεμικού πλοίου Σαλαμίς, νεαρή, πρώτη κυρία των νότιων αποικιών, είκοσι πέντα μόλις Δεκεμβρίων, σε μια απαράμιλλη, κινηματογραφική εκδοχή της νεότητας. Το Σαλαμίς που είχε πρόσφατα ναυλωθεί είχε λάβει μέρος σε πλήθος ναυμαχιών. Έφερε σημάδια εκρήξεων και το εσωτερικό του ήταν παλαιό και φθαρμένο. Όμως στην πλώρη του χαμογελά ‒και αυτό φτάνει‒ εις τους αιώνας το πιο σπάνιο άνθος αυτού του βασιλείου, η νεαρή, πρώτη κυρία του αρχιπελάγους. Αυτή που γνωρίζει, λένε, την ιστορία των επτά θαμμένων πόλεων και το σφραγισμένο μυστικό της αγάπης. Συνήθως γοητεύει με τη νεότητα και το σφρίγος της που είναι κατά γενική ομολογία απαράμιλλο, σφρίγος δεκαπενταετούς κόρης κρυμμένης στ’ ανοιχτά των Κυθήρων ή στους στίχους του Ανδρέα Εμπειρίκου.

Το πολεμικό εισέρχεται τώρα στα λιμάνια του κόσμου. Αγήματα, αρχηγοί, νεαροί βαθμοφόροι των προσκοπικών σωμάτων, μητέρες με τα νεογέννητα στην αγκαλιά γυρεύοντας τη χάρη και την ευχή της νεαρής βασίλισσας. Όμως η νεαρά εστεμμένη του μακρινού βασιλείου δεκάρα δεν δίνει για τις τιμές και την υποδοχή. Γι’ αυτήν οι αργές πλεύσεις στα νερά του αρχιπελάγους σημαίνουν όλη την ελευθερία του κόσμου. Κάτω απ’ τα νερά κυλούν ακροκέραμα, ανθέμια, κεραμεικά, το βλέμμα της βαθαίνει, η πάλη γίνεται εξόχως τρυφερότερη, τα μυστικά της όλα προδίδονται.)

Παίρνω όρκο, μ’ ακούς, παίρνω όρκο πως τ’ αποψινό φεγγάρι είναι το τελευταίο της ζωής μας. Αυτό το πληγωμένο φεγγάρι, που απ’ ένα τίποτε κρατιέται και που απόψε προδίδω δεν θα υπάρχει σε λίγο. Και θα ’ταν τρομερό αν κανείς τολμούσε να το ζωγραφίσει, αν κανείς, σκέψου, αν χαλούσε τον θάνατό μας.

(Η χορωδία αναφωνεί το Χαίρε Μαρία, ένας νεαρός άγγελος τη συντροφεύει πια.)

[Πρώτη δημοσίευση στο ηλεκτρονικό Φρέαρ.]

Σε λίγο καιρό κοντά σας με νέο ηλεκτρονικό τεύχος στο mag.frear.gr

Mag.frear.gr – Τα ηλεκτρονικά μας τεύχη