Θάλασσα
θα ’ρθω κοντά σου
ένα πρωί
καρτέρεσέ με
Καρτέρεσέ με
Θάλασσα
με το πλατύ χαμόγελό σου
‒ τον πιο λαμπρό του ήλιου μας
καθρέφτη
Καρτέρεσέ με
Θάλασσα
στην πιο κρυφή σου ακρογιαλιά
τα φλογισμένα
και δειλά
πόδια μου
καταφιλώντας
με τα ολόχρυσα ποτάμια
των μαλλιών σου
Θάλασσα
θα ’ρθω
ένα πρωί
στην αγκαλιά σου
να προσπέσω
πάλι
και θα ραγίσω
με δισταγμό
‒ σα να είναι η πρώτη μου φορά ‒
και τρέμουλο
τη λεία σου επιφάνεια
ζωσμένος από τους γλυκούς αφρούς
και τους ανασασμούς σου
Και ύστερα
Θάλασσα
σαν ευδοκήσεις
να επιστρέψω
θα ξαποστάσεις πλάι μου
στην αμμουδιά
για να με συντροφεύσεις
‒ όμοια σύζυγος
ταίρι πιστό
και άμωμο ‒
απλώνοντας
πάλι
λευκό
στιλπνό
λείο
άτμητο
υπέροχο
το φόρεμά σου
σβήνοντας όλα πίσω μας
τα πρότερα σημάδια
της αμάχης
κάθε ραγισματιά
κάθε θραύσμα
κάθε καημό
και δάκρυο
Και ύστερα
Θάλασσα
σαν ευδοκήσεις
να επιστρέψω
θα ξαποστάσεις πλάι μου
στην αμμουδιά
και θ’ ατενίζεις
πέρα μακριά
στον αχανή ορίζοντα
με το παρθενικό
ολοφώτεινο
το πάναγνο
χαμόγελό σου
κρατώντας για πάντα μυστικό
και άσπιλο
τον έρωτά μας
σα σύζυγος που
εγέρθηκε πρωί
από την κοινή αμίαντο κλίνη
σιάζοντας
πάλι
το λευκό
άτμητο
φόρεμά της
Αθήνα, 30 Ιουλίου 2015
[Πρώτη δημοσίευση στο ηλεκτρονικό Φρέαρ. Φωτογραφία: Jacques-Henri Lartigue.]