Γιάννης Γρυντάκης
Ο γαλαζομάτης πειρατής
Ιστορικό μυθιστόρημα
Εκδ. «Η Προφήτισσα», Ρέθυμνο Κρήτης, 2014
Το μυθιστόρημα του Γιάννη Γρυντάκη, Ο γαλαζομάτης πειρατής, ακολουθεί την παλιά καλή συνταγή. Παίρνει την αφορμή από ένα χειρόγραφο Ημερολόγιο, το οποίο μυστηριωδώς του παραδίδεται από μια αρχόντισσα στη Μασσαλία, εγγονή του περί ου ο λόγος πειρατή. Τύχη Αγαθή να είναι αυτός ο αποδέκτης του χειρογράφου και ακόμα τύχη αγαθότατη ο πειρατής να είναι από την Κρήτη, όπως και ο συγγραφέας. Ο σημερινός αφηγητής, που είναι και ιστορικός επιστήμων, θα αναλάβει τη μελέτη του Ημερολογίου και, ως ανώνυμος αφηγητής, θα υλοποιήσει την επιθυμία του παλιού πειρατή. Θα φωτίσει μια προσωπικότητα χαμένη μυστηριωδώς που έζησε πριν από δύο σχεδόν αιώνες, αλλά θα αναδείξει και την περιρρέουσα ατμόσφαιρα της ταραγμένης εκείνης εποχής, μέσα στην οποία γράφτηκε το μέχρι τώρα άγνωστο αυτό υλικό. Ο συγγραφέας, ανοίγοντας παράθυρο στο παρελθόν, δίνει κλώτσο στην ανέμη και η κόκκινη κλωστή, όπως στα παραμύθια, αρχίζει να εκτυλίσσεται με ένα γενναίο φλας μπακ.
Θα διατρέξει είκοσι τρία κεφάλαια για να ολοκληρωθεί και θα προσφέρει συγκίνηση, θα προξενήσει αγωνία, θα μπει στα ρυάκια της ιστορίας, θα σκαλίσει παλιές μνήμες και θα ζωντανέψει ιστορικά σκηνικά, λησμονημένα από τους πολλούς. Το Ημερολόγιο που κρατά στα χέρια του είναι η Ιστορία του νησιού του, με τους Χριστιανούς από τη μια, τους Τούρκους από την άλλη και την αντιπαλότητα ανάμεσά τους, αυτήν που έχει καταγραμμένη η εμπειρία του πειρατή. Αλλά σ’ αυτήν προστίθεται και η βιβλιογραφία του συγγραφέα. Έτσι, το Ημερολόγιο λειτουργεί προσχηματικά, επί της ουσίας όμως η Ιστορία οδηγεί στη συγγραφή του μυθιστορήματος.
Η πρωτοπρόσωπη αφήγηση του Ημερολογίου εγκιβωτίζεται στην αρχική του συγγραφέα, με αφηγητή πλέον τον παλιό εκείνο που έμελλε να γίνει ο γαλαζομάτης, επειδή έχει γαλάζια μάτια, πειρατής. Ωστόσο, ο συγγραφέας χρησιμοποιεί μια πολυφωνική αφήγηση, στην οποία διαπλέκονται και οι φωνές, πέραν εκείνων που προαναφέρθηκαν, του Ευθύμη, του καπετάνιου, του δάσκαλου και άλλων, που μεταβάλλονται σε αναμεταδότες της Ιστορίας και διερμηνευτές των σκοτεινών σημείων της. Έχουμε δηλαδή μια διήγηση αληθινών συμβάντων, της οποίας ο χρόνος είναι ο χρόνος των ιστορικών γεγονότων και η οποία περιλαμβάνει σε ίσες δόσεις αναπαραστάσεις πράξεων και προσώπων, αφηγηματικό και περιγραφικό υλικό, πληροφορίες ψυχολογικού χαρακτήρα, ιδεολογίες, νοοτροπίες.
Με λίγα λόγια η υπόθεση έχει ως εξής. Ο αφηγητής, στα δεκαπέντε του χρόνια, γίνεται μάρτυς της βίαιης σφαγής της μητέρας του και της αρπαγής των δύο αδελφών του από δύο γενίτσαρους, τους οποίους εκτελούν στη συμπλοκή ο πατέρας και ο θείος του. Το γεγονός αυτό αποτελεί την θρυαλλίδα που θα βάλει φωτιά στα τόπια. Ο πατέρας και οι περί αυτόν θα σκοτωθούν, τα αδέλφια του νεαρού θα οδηγηθούν στα σκλαβοπάζαρα κι ο ίδιος θα διαφύγει, μπαρκάροντας σε πειρατικό καράβι. Ο καπετάν Μανούσος που έχει «κολλήσει την αρρώστια» του αγώνα για την ελευθερία θα την μεταδώσει και στον Γαλαζομάτη, ο οποίος, παράλληλα με το δίκιο της πατρίδας του, επί πλέον, κινείται και από την ιδέα της εκδίκησης για την οικογένειά του. Από εδώ κι έπειτα αρχίζουν οι ηρωικές περιπέτειες, η ηθική, ψυχική και αντρική ωρίμαση του ήρωα που θα γίνει θρύλος. Μια προσωπικότητα δυνατή και ατρόμητη με νου και γνώση.
Και εδώ κρύβεται το μυστικό του Γρυντάκη. Διότι, επειδή ο ίδιος είναι ιστορικός και αγαπά την Ιστορία, θέλει να γράψει ιστορία• και ο προσιτότερος τρόπος να αφηγηθεί τα γεγονότα στον αναγνώστη είναι η παράκαμψη της αυστηρότητας του επιστημονικού λόγου, ντύνοντάς τα με έναν μύθο, αφού είναι γνωστό πως «ο μύθος κρύπτει νουν αληθείας», όπως ποιητικά μας το κληροδότησε ο Ανδρέας Κάλβος. Η αλήθεια, λοιπόν, είναι τα ιστορικά γεγονότα, τα οποία ζει ή μαθαίνει ο ήρωάς του από εκείνους που τα έζησαν και τα ξέρουν. Βεβαίως τα μεγάλα γεγονότα που έχουν σημαδέψει την Ιστορία είναι λίγο πολύ γνωστά σε όλους. Όμως, πέρα από τα κεφαλαία υπάρχουν και τα ψιλά που δεν ξέρουμε,τα παραλειπόμενα της Ιστορίας. Και αυτά είναι που επιτρέπουν στη φαντασία να συνθέσει τη δική της παράλληλη ιστορία, η οποία συνεπικουρείται εδώ από την επίσημη. Για τον Γρυντάκη η Ιστορία είναι το θέμα και αυτή πρέπει να προωθηθεί. Τα πρόσωπα είναι απλώς το πρόσχημα και το όχημα για να διεκπεραιωθεί ο μύθος. Μάλιστα, η οδηγία, «Να ξέρεις, μικρέ, ότι αν δεν συνδέσεις τα τυπικά γεγονότα με άλλα γενικότερα και αν δεν διακρίνεις τους παράγοντες που τα δημιουργούν, δεν πρόκειται ποτέ να έχεις σωστή αντίληψη γι’ αυτά», είναι οδηγία προς τον προσχηματικό αποδέκτη, τον πειρατή, αλλά, επί της ουσίας, προς τον αναγνώστη.
Να διευκρινίσουμε ότι πειρατής σημαίνει: λεβέντης, επαναστάτης, γενναίος, ελεύθερο, ατίθασο και ασυμβίβαστο πνεύμα, Στη συγκεκριμένη περίπτωση, ο πειρατής είναι, επιπλέον, επιεικής, ειλικρινής, δίκαιος, υπερήφανος, ευγενής και δεν πειράζει ανθρώπους, εκτός μάχης. Είναι άνθρωπος υπεύθυνος για τις πράξεις του, ο οποίος δεν έγινε πειρατής για να ληστέψει αλλά για να υπηρετήσει τα εθνικά ιδεώδη. Η συνείδησή του είναι βαθιά εθνική, γιατί «η εθνική συνείδηση είναι ο βασικός παράγοντας της εθνικής ταυτότητας», τα άλλα – γλώσσα, θρησκεία, χαρακτήρας- είναι δευτερεύοντα, μας λέει. Ως βαθιά συνειδητοποιημένος άνθρωπος, λοιπόν, έχει τον δικό του κώδικα δεοντολογίας του καλού πειρατή. Συμμετέχει σε ρεσάλτα, ταξιδεύει σε μακρινούς τόπους, περιεργάζεται αγορές και σκλαβοπάζαρα, περιγράφει ανθρώπους και συμπεριφορές, πλουτίζει σε γνώσεις και εμπειρίες. Γίνεται εν ολίγοις ένα είδος Οδυσσέα που πολλών ανθρώπων άστεα και νόον έγνω, που είδε και έμαθε πολλά.
Πρέπει να τονίσουμε ότι ο γαλαζομάτης, πλάθεται φύσει ορεγόμενος του ειδέναι, για να δοθεί η ευκαιρία στον συγγραφέα να ανακαλέσει στο προσκήνιο την Ελληνική Επανάσταση, την Κρήτη και την ξεχωριστή δική της ιστορία, τα πρόσωπα που πρωταγωνίστησαν, τη διεθνή κατάσταση, το ρόλο των μεγάλων δυνάμεων, της Αιγύπτου, της Αγγλίας, της Γαλλίας, της «Ελληνορθόδοξης Εταιρείας», τις Συνθήκες και τα Πρωτόκολλα. Και όλα αυτά, που ο συγγραφέας τα χρησιμοποιεί ως φόντο της δράσης του Γαλαζομάτη πειρατή, είναι αληθινά και τεκμηριωμένα, πλάι σε ανατινάξεις πλοίων, μάχες, ναυμαχίες, ηρωικές πράξεις, αληθινούς και πλασματικούς διαλόγους που συνθέτουν το μύθο. Έτσι, λόγω της ιδιαιτερότητάς του, το μυθιστόρημα εξελίσσεται πάνω σε δύο παράλληλους άξονες, με την ιστορική αφήγηση εγκιβωτισμένη στην μυθική, όμως ευκρινώς διακριτή, πράγμα δηλούμενο και από την διαφορετική γραμματοσειρά της. Αφηγηματικά μέρη, με έντονη σύγχρονη δράση, η μια, σελίδες ιστορίας η άλλη.
Το κύριο αφηγηματικό κατόρθωμα του συγγραφέα έγκειται σ’ αυτό ακριβώς• στην προσφορά ιστορικού υλικού με μυθιστορηματικό τρόπο. Η διαδρομή των 460 σελίδων γίνεται συναρπαστική και αυτή είναι η γοητεία του ιστορικού μυθιστορήματος. Μας διδάσκει ιστορία, ποντάροντας στο συναίσθημα που γεννά το λογοτέχνημα, χωρίς να μας καταπιέζει με την ορθολογιστική επιστημονική αφήγηση, η οποία τελικά γίνεται μάθημα. Εδώ το «μάθημα» με κανάλι διοχέτευσης του υλικού το μύθο, εμπλουτισμένο και ευχάριστο, κάνει ζουμ σε πρόσωπα και πράγματα, τα οποία δεν αφορούν την Ιστορία ή είναι αμελητέα για την Ιστορία, ωστόσο πάντα υπάρχουν άνθρωποι και πρόσωπα που δρουν σε κοντινή ή μακρινή ακτίνα από τα πρωταγωνιστικά, υπαρκτά αλλά άγνωστα. Εν τέλει, πρόκειται για μυθιστόρημα του οποίου τα επιμέρους συστατικά – ιστορία, δράση, σασπένς και αίσθημα – θα μπορούσαν να συνθέσουν σενάριο κινηματογραφικής ταινίας μεγάλων απαιτήσεων, με περισσότερο ενδιαφέρον από τους εξωπραγματικούς πειρατές της Καραϊβικής.
Στο εποπτικό υλικό του βιβλίου συμπεριλαμβάνονται πίνακες, γκραβούρες εποχής, επαναστατικές σφραγίδες και άλλα από ιστορικά βιβλία ειλημμένα, με την σχετική βιβλιογραφική αναφορά.
Το βιβλίο, βεβαίως, κρίνεται με επιστημονικούς όρους, όσον αφορά το ιστορικό του πλαίσιο, αλλά και λογοτεχνικούς, αφού ο μύθος ελίσσεται γοητευτικά γύρω από την Ιστορία. Το παράδειγμα, άλλωστε, μας το έχει δώσει ο πατέρας της Ιστορίας Ηρόδοτος, ο οποίος ταξίδεψε θεωρίης ένεκεν και έγραψε ιστορία, αναμεμειγμένη με μύθους, γοητείας ένεκεν.