μετάφραση: Ούρσουλα Φωσκόλου
Ω, μα γιατί να πάτησαν
μια κότα
δυτικά, στην 4η οδό
μες στο κατακαλόκαιρο;
Ήταν μια κότα άσπρη
—κόκκινη και άσπρη τώρα, φυσικά.
Πώς έφτασε εκεί;
Και πού να πήγαινε;
Τα λευκά φτερά της ανοιχτά
κολλητά, κολλητά με την άσφαλτο,
σκονισμένα και λεπτά
σαν χάρτινη πετσέτα.
Ένα περιστέρι, μάλιστα,
ή ένα αγγλικό σπουργίτι,
ίσως να είχαν τέτοια μοίρα,
μα όχι τούτο το φτωχό πτηνό.
Τώρα μόλις πήγα πάλι πίσω
να κοιτάξω.
Δεν ονειρεύτηκα:
εκεί είναι η κότα
έγινε τώρα παλιό
καλό χωριάτικο ρητό
που κάποιος έγραψε με κιμωλία
(εξόν από το ράμφος).