Μετάφραση – Εισαγωγή: Γιώργος Ρούβαλης
JOSÉ EMILIO PACHECO (1939-2014)
Πέθανε στις 26 Ιανουαρίου 2014 στο Μεξικό ο μεγάλος ποιητής Χοσέ Εμίλιο Πατσέκο, Βραβείο Cervantes 2010. Μαθητής και συνεργάτης του Οκτάβιο Πας (βραβείο Νόμπελ 1990), ποιητής με φιλοσοφικό βάθος, αλλά με απλή και καθημερινή γλώσσα, πάντα κοντά στα προβλήματα του λαού, πολυαγαπημένος σε όλη τη Λατινική Αμερική ιδίως μεταξύ των νέων, για τη σεμνότητα, εξαιρετική διεισδυτικότητα και βαθύτητα της σκέψης του. Είχε στενή σχέση με την Ελλάδα, κυρίως την αρχαία, έχοντας μεταφράσει και αναπλάσει αρχαίους Έλληνες λυρικούς, καθώς και Καβάφη και Σεφέρη. Η ποίησή του ανατέμνει το φευγαλέο του χρόνου, τις αγριότητες της Ιστορίας, το παρελθόν της χώρας του και ασκεί οξύτατη κριτική στον καπιταλισμό, που έχει σαν αποτέλεσμα ερείπια. Υπήρξε επίσης σημαντικότατος πεζογράφος (μυθιστόρημα, διήγημα), καθώς και δοκιμιογράφος και μεταφραστής. Στα ελληνικά κυκλοφορούν μεταφράσεις του από τον Γιώργο Ρούβαλη: 1) Μάχες στην έρημο, νουβέλα, εκδόσεις Παρατηρητής, 1994, 2) Εσχάτη Προδοσία, πλήρης ποιητική ανθολογία, Ηριδανός, 2010, 3) διηγήματά του στο Νέοι Πεζογράφοι της Λατινικής Αμερικής, Παρατηρητής, 1994, και πολλές μεταφράσεις του σε διάφορα περιοδικά, το Δέντρο, (δε)κατα κ.λπ. Τιμήθηκε επίσης με το Διεθνές Βραβείο Ποίησης «Βασίλισσα Σοφία» το 2009, εκτός από το Βραβείο Cervantes (το Νόμπελ των Ισπανοφώνων) το 2010. Μεταφράστηκε σε διάφορες γλώσσες και στα ελληνικά. Ήταν αντεπιστέλλον μέλος του Κύκλου Ποιητών.
ΠΑΡΟΥΣΙΑ
Τι θ’ απομείνει από μένα όταν πεθάνω
παρά αυτό το κλειδί ανέγγιχτο από αγωνία
αυτές οι λίγες λέξεις όπου η μέρα
άφησε στάχτες της τρομερής σκιάς του;
Τι θ’ απομείνει από μένα όταν με πληγώσει
αυτό το τελικό εγχειρίδιο; Θα ‘ναι άραγε δικιά μου
η άδεια και θανατερή νύχτα
που σύντομα θα ξαναγίνει άνοιξη.
Δεν θα μείνει η δυσκολία ούτε ο κόπος
της πίστης και της αγάπης. Ο ανοιχτός χρόνος
σαν τις θάλασσες και την έρημο
θα σβήσει από την ανακατεμένη άμμο
όλα όσα διατηρεί ή αλυσοδένει.
Κι όμως αν κάποιος ζει, εγώ θα είμαι ξύπνιος.
ΕΣΧΑΤΗ ΠΡΟΔΟΣΙΑ
Δεν αγαπώ την πατρίδα μου
Η αφηρημένη λάμψη της
δεν προσφέρει ερείσματα.
Όμως (κι ας ηχεί άσχημα)
θα ‘δινα τη ζωή μου
για δέκα δικά της μέρη,
κάποιους ανθρώπους,
λιμάνια, πευκιάδες, ερημιές,
φρούρια,
μια κατεστραμμένη πόλη,
πολλές μορφές της ιστορίας της,
βουνά
– και τρία-τέσσερα ποτάμια.
ΒΕΒΑΙΩΣΙΣ
Ας κάνουν άλλοι το μεγάλο ποίημα
τα ομοιόμορφα βιβλία, τα στρογγυλά
έργα, καθρέφτης αρμονίας.
Εμένα, μ’ ενδιαφέρει μόνον η μαρτυρία
της άπιαστης στιγμής, οι λέξεις
που υπαγορεύει στο διάβα του ο ιπτάμενος χρόνος.
Η ποίηση που επιθυμούμε είναι σαν ένα ημερολόγιο
χωρίς πρόγραμμα ούτε μέτρο.