frear

Μια εγκαταλειμμένη αποθήκη στην κομητεία Γουέξφορντ -του Ντέρεκ Μάχον

Μετάφραση: Κώστας Λιννός

ΜΙΑ ΕΓΚΑΤΑΛΕΙΜΜΕΝΗ ΑΠΟΘΗΚΗ ΣΤΗΝ ΚΟΜΗΤΕΙΑ ΓΟΥΕΞΦΟΡΝΤ
[A DISUSED SHED IN CO. WEXFORD]

ας μη μας ξεχάσουν, τις αδύναμες ψυχές μέσα στ’ ασφοδίλια
Γ.Σεφέρης – Μυθιστόρημα, ΚΔ´

Ακόμη και τώρα υπάρχουν μέρη όπου μια σκέψη μπορεί να μεγαλώσει-
Περουβιανά ορυχεία, δουλεμένα και παρατημένα
Σ’ ένα αργό ρολόι συμπύκνωσης,
Μια ηχώ παγιδευμένη για πάντα, κι ένα φτεροκόπημα
Αγριολούλουδων στο φρεάτιο του ανελκυστήρα,
Ινδιάνικοι καταυλισμοί όπου ο άνεμος χορεύει
Και μια πόρτα χτυπά με ελαττωμένη σιγουριά,
Ρωγμές ασβέστη πίσω από ρυτιδωμένα βαρέλια με βροχόνερο,
Σκυλήσιες γωνιές για ταφές κόκκαλων·
Και μια εγκαταλειμμένη αποθήκη στην κομητεία Γουέξφορντ.

Βαθιά στα έγκατα ενός καρβουνιασμένου ξενοδοχείου,
Ανάμεσα σε μπανιέρες και σε νιπτήρες
Χίλια μανιτάρια στοιβάζονται γύρω από μια κλειδαρότρυπα.
Αυτό είναι το μοναδικό αστέρι στο στερέωμά τους
Ή πλαισιώνει ένα άστρο μέσα σ’ ένα άστρο.
Τι να κάνουν εκεί παρά απ’ το να επιθυμούν ;
Τόσες μέρες πέρα απ’ τα ροδόδεντρα
Με τον κόσμο να στροβιλίζεται στην σφαίρα του από σύννεφα,
Έχουν μάθει την υπομονή και τη σιωπή
Ακούγοντας τα γκρινιάρικα κοράκια στο ψηλό δάσος.

Περιμένανε για εμάς σε μια δυσωδία
Φυτικής υγρασίας απ’ τις μέρες του εμφυλίου πολέμου,
Απ’ τη θορυβώδη, ατελείωτη αναχώρηση
Του αλλοτριωμένου μυκητολόγου.
Ποτέ δεν επέστρεψε, και το φως από τότε
Είναι μια κλειδαρότρυπα που σκουριάζει απαλά μετά τη βροχή.
Οι αράχνες έχουν υφάνει, οι μύγες σκονισμένες να μουχλιάζουν
Και μια φορά τη μέρα, ίσως, έχουν ακούσει κάτι –
Ένα σοφά απ’ τον τοίχο, μια κραυγή απ’ τη θάλασσα
Ή ένα φορτηγό ν’ αλλάζει ταχύτητα στο τέλος του δρόμου.

Έχουν υπάρξει θάνατοι, η χλωμή σάρκα ξεφλουδίζοντας
Στη γη που την έθρεψε·
Κι εφιάλτες, γεννημένοι απ’ αυτά και η βλοσυρή
Επικράτεια του μπαγιάτικου αέρα και της δύσοσμης υγρασίας.
Εκείνα τα κοντύτερα στην πόρτα μεγαλώνουν δυναμωμένα –
Ευρυχωρία! Ευρυχωρία!
Τα υπόλοιπα, θαμπά σ’ ένα λυκόφως θρυμματισμένων
Σκευών και σπασμένων ανθοδοχείων, στενάζοντας
Για τη λύτρωσή τους, ήταν τόσο καιρό
Σε αδημονία που μόνο η πόζα έχει μείνει.

Μισό αιώνα, χωρίς επισκέπτες, στο σκοτάδι –
Φτωχή προετοιμασία για το γύρισμα μας κλειδωνιάς
Και το τρίξιμο των μεντεσέδων. Μάγοι, σεληνιασμένοι,
Βρώμικοι φυλακισμένοι του παλιού καθεστώτος,
Ξελαιμιασμένοι, απλωμένοι απειλητικά σαν αγριόχορτα, βασανισμένοι
Απ’ την ξηρασία και την αϋπνία, μόνο το φάντασμα μιάς κραυγής
Στο φακό του εκτελεστικού αποσπάσματος με τον οποίο τους ξυπνάμε
Δείχνει ότι υπάρχει ακόμα ζωή στις πυρετικές τους μορφές.
Μεγαλωμένοι πέρα από τη φύση τώρα, απαλή τροφή για σκουλήκια,
Σηκώνουν ασθενικά κεφάλια με σοβαρότητα και καλή πίστη.

Μας ικετεύουν, βλέπετε, με τον δίχως λέξεις τρόπο τους,
Να κάνουμε κάτι, να μιλήσουμε εκ μέρους τους
Ή τουλάχιστον να μην κλείσουμε ξανά την πόρτα.
Χαμένοι άνθρωποι της Τρεμπλίνκα και της Πομπηίας!
“Σώστε μας, σώστε μας, μοιάζουν να λένε,
ας μη μας εγκαταλείψει ο Θεός
εμάς που έχουμε πάει τόσο μακριά στη σκοτεινιά και τον πόνο.
Είχαμε κι εμείς να ζήσουμε τις ζωές μας.
Εσείς με το φωτόμετρό σας και το ξεκούραστο δρομολόγιο,
μην αφήσετε να έχουν υπάρξει μάταια τ’ απλοϊκά μας έργα!„


[Ιρλανδός ποιητής. Γεννήθηκε στις 23 Νοεμβρίου 1941. Απ’ τις σημαντικότερες φωνές της σύγχρονης ιρλανδικής ποίησης. Στο έργο του χρησιμοποιεί συχνά παραδοσιακά μορφικά σχήματα και μεταξύ των θεμάτων που τον απασχολούν είναι η εξορία και η μοναξιά. Ο πίνακας είναι του Alphonse Mucha (Woman in the wilderness, λάδι σε καμβά, 1923).]

Σε λίγο καιρό κοντά σας με νέο ηλεκτρονικό τεύχος στο mag.frear.gr

Mag.frear.gr – Τα ηλεκτρονικά μας τεύχη