frear

Για «Το Ρολόι» του Θεοδώρου Π. Λιανού – γράφει ο Γιάννης Παπακώστας

Θεόδωρος Π. Λιανός, Το ρολόι, εκδ. Παπαζήση, Αθήνα 2023.

Στο μυθιστόρημα με τίτλο Το ρολόι του Θόδωρου Λιανού ενσωματώνεται η πιθανή και δεσπόζουσα στις λογοτεχνικές αφηγήσεις μυθοπλασία, όσο και η αυτοβιογραφία. Οι εμφανέστερες αυτοβιογραφικές ενδείξεις αφορούν το βασικό σήμα του αφηγηματικού ιστού, που είναι το ρολόι της πλατείας της Μεσσήνης, της γενέτειρας του συγγραφέα που οι ντόπιοι την αποκαλούν «Νησί», αλλά και το ότι ο βασικός πρωταγωνιστής και ο συγγραφέας μοιράζονται το ίδιο μικρό όνομα (Θόδωρος), ενώ το επώνυμό τους αρχίζει από Λάμδα, «Λαμπρόπουλος» ο λογοτεχνικός ήρωας, «Λιανός» ο συγγραφέας. Η ευκολία μιας κοινόχρηστης πλέον κατηγοριοποίησης θα οδηγούσε στη θέση ότι το μυθιστόρημα του Λιανού επί της ουσίας συμπεριλαμβάνει και λογοτεχνικά αποδίδει την Οδύσσεια μιας ανθρώπινης ζωής. Υπάρχει όμως και ένα δομικό αρχιτεκτονικό στοιχείο που συμβάλλει στην ευστάθεια της παραπάνω θέσης: Τα πέντε μέρη του μυθιστορήματος αποτελούνται από είκοσι τέσσερα κεφάλαια, όπως ακριβώς και τα κραταιά ομηρικά έπη οικοδομούνται το καθένα από είκοσι τέσσερις ραψωδίες. Με ικανή δόση αναγνωστικής αυτενέργειας, θα μπορούσαμε να πούμε και ότι τα πέντε βασικά μέρη έως έναν βαθμό απεικονίζουν τα πέντε κατά ποσόν μέρη της αρχαίας τραγωδίας (Πρόλογος, Πάροδος, Επεισόδια, Στάσιμα, Έξοδος). Αυτό όμως είναι ένα στενά φιλολογικό ζήτημα συγκριτικής ανάγνωσης, γι’ αυτό δεν θα επιμείνουμε περισσότερο.

Στον τίτλο του μυθιστορήματος σημαίνεται ως δημόσιο σήμα το επιβλητικό ρολόι, που δεσπόζει στην πλατεία της Μεσσήνης. Υπάρχει όμως και ένα ρολόι που συνδέει το δημόσιο με το ιδιωτικό, ένα ρολόι με αλυσίδα που επιτελεί τον δικό του ρόλο στην εξέλιξη και δίνει συγκεκριμένο περιεχόμενο στη ροή του χρόνου, όπως αυτή καθορίζεται αφενός από τις ιστορικές και κοινωνικές συνθήκες και αφετέρου από τις αφηγηματικές επιλογές και τη συγγραφική στρατηγική του συγγραφέα.

Ένα από τα εναρκτήρια στάδια της εξέλιξης του χρόνου για τον κεντρικό μας ήρωα, τον Θοδωρή, σφραγίζεται από την επίταξη του Σχολείου του από τις Ιταλικές αρχές Κατοχής. Σκληρή η εικόνα όχι τόσο με όρους υψηλόβαθμου ρεαλισμού, αλλά περισσότερο με όρους συμβολικής δυναμικής: ο χώρος της παιδείας και της μάθησης έχει με τη βία διαμορφωθεί σε ένα πολεμικό ενδιαίτημα, μια και οι αίθουσες έχουν μετατραπεί σε στρατιωτικούς θαλάμους. Η υπόθεση του μυθιστορήματος συσσωματώνει την εξέλιξη της ζωής του βασικού λογοτεχνικού ήρωα, άρρηκτα όμως συνδεδεμένη με την εκτύλιξη του νεοελληνικού ιστορικού δράματος, του οποίου το μελανότερο κεφάλαιο υπήρξε, ασφαλώς, ο Εμφύλιος σπαραγμός. Ένας σπαραγμός, του οποίου το σπέρμα μέσα στη σκληρή και απάνθρωπη εποχή της ιταλικής και γερμανικής Κατοχής. Η πλέον τραγική επίπτωση του συγκεκριμένου ιστορικού, αλλά και προσωπικού δράματος ήταν οι στυγερές εκτελέσεις ανθρώπων, οι απάνθρωπες και άδικες δολοφονίες. Το γενικότερο αιματηρό πλαίσιο συγκεκριμενοποιείται στο μυθιστόρημα με τη δολοφονία της μάνας της οικογένειας, μητέρας τριών παιδιών, από τα τάγματα ασφαλείας, λόγω της ιδεολογίας του συζύγου της. Η οικογένεια όχι μόνο χάνει την όποια περιουσία της, αλλά αναγκάζεται και να μεταναστεύσει στην Αθήνα, με την ελπίδα μιας ζωής, που ως ένα βαθμό θα προστατεύεται από την «ανωνυμία» του πλήθους της μεγαλούπολης.

Η παιδική ηλικία, η εφηβεία και τα πρώτα νεανικά χρόνια του μυθιστορηματικού πρωταγωνιστή δεν περιγράφονται στο βιβλίο μόνο από το πρίσμα της ατομικής-προσωπικής ανέλιξης. Εντάσσονται σε ένα σύνθετο κοινωνικό πλέγμα, οπότε παρακολουθούμε ένα αγόρι της επαρχίας –και αργότερα της Αθήνας– να μεγαλώνει και να βαίνει προς ενηλικίωση, αλλά ταυτόχρονα βλέπουμε και την ελληνική κοινωνία της Κατοχής, του Εμφυλίου και της σκληρής μετεμφυλιακής εποχής. Το σκηνικό της εκτύλιξης της πλοκής του βιβλίου –ένα σκηνικό πραγματικής ζωής, εμπλουτισμένο και με δόσεις λογοτεχνικά θεμιτής μυθοπλασίας– είναι μια πατρίδα σπαραγμένη, ρημαγμένη από τη φτώχεια, την ανέχεια και τις στερήσεις και βαρύτατα τραυματισμένη από τη μισαλλοδοξία που γιγάντωσε το εμφύλιο μίσος. Προδοσίες, αδικίες, ανήθικές συμπεριφορές και, κυρίως, απάνθρωπες και άδικες θανατώσεις σημάδεψαν την τρυφερή ψυχή των παιδιών που γεννήθηκαν στη δεκαετία του 1930 και βίωσαν την παιδική και εφηβική ηλικία μέσα στο καμίνι των παθών, του οποίου τη φλόγα δυνάμωσε το βάρος της Ιστορίας. Όλο αυτό το κλίμα διαπερνά Το ρολόι του Λιανού, στο πλαίσιο του οποίου μεταπλάθονται σε μυθιστορηματική αφήγηση τα σκληρά βιώματα μιας πού δύσκολης εποχής.

Ο τριτότοκος γιος της οικογένειας, ο Θοδωρής, είναι ο πρωταγωνιστής του βιβλίου και θα πρέπει να επισημανθεί ότι ολόκληρη η πορεία του, οπωσδήποτε η μυθιστορηματική και βάσιμα η βιωματικά διακριβωμένη, σφραγίζεται ως μνήμη και ως ισχυρό βίωμα από τη μορφή της δολοφονημένης μητέρας. Ο συγγραφέας είναι, βέβαια, ένας διαπρεπής οικονομολόγος, ωστόσο προκρίνει ως περιοχή της επιστημονικής δραστηριοποίησής του τη νομική επιστήμη. Η συγκεκριμένη συγγραφική κίνηση είναι και λογοτεχνικά λειτουργική, γιατί στον θεματικό και φιλοσοφικό πυρήνα του μυθιστορήματος καθίσταται θεμελιώδης και κομβική η ανάγκη να τονιστεί ότι η τιμωρία πρέπει να είναι ανάλογη του εγκλήματος και ότι, όταν δεν υπάρχει έγκλημα, φυσικά και δεν πρέπει να υπάρξει τιμωρία, ορμώμενη μάλιστα από την απάνθρωπη, και σε πολλές περιπτώσεις άδικη και αδικαιολόγητη, αυτοδικία. Βασικοί (όχι μοναδικοί) θεματικοί πυλώνες του μυθιστορήματος είναι η τιμωρία αλλά και η εκδίκηση. Ο πρωταγωνιστής του βιβλίου, διαπρεπής νομικός κατά την απολύτως θεμιτή λογοτεχνική σύμβαση, προβληματίζεται, τόσο σε απλό ανθρώπινο επίπεδο αλλά και σε επίπεδο επιστημονικό, σχετικά με την ποινή των ανθρώπων που εγκλημάτησαν, αποκρυσταλλώνοντας τελικά τη θέση ότι η ποινή πρέπει να είναι ανάλογη του εγκλήματος και –με μία πιο εξειδικευμένη αλλά και ηθικά επιβαλλόμενη οπτική– η τιμωρία πρέπει να είναι ανάλογη και με τις επιπτώσεις που η εγκληματική πράξη προκαλεί στην οικογένεια του θύματος. Χαρακτήρισα συγγραφικά ευφυή τη σύνδεση του αφηγηματικού πρωταγωνιστή με τη νομική επιστήμη, επειδή ένα από τα βασικά ερωτήματα που θέτει η μυθιστορηματική πλοκή, είναι νομικής φύσεως και έχει να κάνει με την τιμωρία του εγκληματία. Ποιος έχει το δικαίωμα να αποφασίσει γι’ αυτήν και πόσο αυστηρή μπορεί να είναι η τιμωρία;

Η σύνθετη υφή του συγκεκριμένου μυθιστορήματος τεκμηριώνεται από το ότι συγκεφαλαιώνονται στον κειμενικό ιστό του γνωρίσματα από ποικίλα μυθιστορηματικά είδη. Ο έρωτας, ως βασικό υπαρξιακό διακύβευμα, δεν απουσιάζει από το μυθιστόρημα. Θα μπορούσαμε, επίσης, να υπογραμμίσουμε και την ιστορική-πολιτική διάσταση του βιβλίου, αφού ο βασικός ήρωας της πλοκής βιώνει έναν πόλεμο, αλλά και τις διώξεις της οικογένειάς του ως απόρροια ενός εμφυλίου πολέμου.

Τέλος, η κοινωνική πτυχή της λογοτεχνικής αφήγησης, η οποία άμεσα συνδέεται με τον ιστορικό και πολιτικό άξονα της υπόθεσης, προκύπτει αβίαστα, αφού στο μυθιστόρημα αποτυπώνεται μια που μετεξελίσσεται και βαθμιαία αλλάζει.

Κατά μίαν έννοια, Το ρολόι του Θεόδωρου Λιανού θα μπορούσε να ενταχθεί σε δύο παραδόσεις της νεοελληνικής πεζογραφίας ως ένας ακόμη λειτουργικός κρίκος μιας μακράς αλυσίδας. Η μία από αυτές τις παραδόσεις είναι η ηθογραφία, όχι όμως μια ηθογραφία αφελής και ειδυλλιακή, που περιγράφει με ρόδινα χρώματα τη ζωή στην ύπαιθρο ή και στην πόλη. Το συγκεκριμένο μυθιστόρημα συνδέεται με μια ηθογραφία ώριμη και υψηλόβαθμα μετεξελιγμένη, η οποία προβάλλει και τις σκοτεινές, απάνθρωπες, ακόμη και κτηνώδεις όψεις μιας σκληρής καθημερινότητας, ιστορικά φορτισμένης και πολιτικοκοινωνικά παλλόμενης. Η δεύτερη παράδοση είναι πιο εξειδικευμένη, ωστόσο και πιο αιχμηρή, μια και αφορά τις πεζογραφικές αναπαραστάσεις της αυτοδικίας και της βίας στη νεοελληνική πεζογραφία, ένα δύσκολο συναισθηματικά θέμα, για το οποίο πριν από μερικά χρόνια είχα την ευκαιρία να δημοσιοποιήσω μια σχετική μονογραφία. Ένας κεντρικός μοχλός της αφήγησης είναι η δολοφονία της μητέρας του βασικού ήρωα, ενός γεγονότος δεμένου με τη βία και την αιματηρή αυτοδικία, που φέρνει την Βασιλική Λαμπροπούλου του Ρολογιού πολύ κοντά στο μη κατονομαζόμενο αθώο βρέφος από το «Πίστομα» του Κωνσταντίνου Θεοτόκη και δίπλα στη Μαργαρίτα Περδικάρη του Δημήτρη Χατζή και σε αρκετά λογοτεχνικά πρόσωπα από τη συλλογή διηγημάτων Γκιακ (=αίμα που χύνεται από εκδίκηση) του Δημοσθένη Παπαμάρκου ή ακόμη στο μυθιστόρημα Φωτιές του Ιούδα της Ρέας Γαλανάκη, στο οποίο η επικάλυψη των φόνων συνδέεται με ποικίλες εκδηλώσεις μισαλλόδοξης βίας.

Αν εξετάσουμε Το ρολόι από πλευράς αφηγηματικής δόμησης, θα διαπιστώσουμε ότι η πρωτοπρόσωπη και τριτοπρόσωπη αφήγηση έχουν συγγραφικά ωθηθεί σε μία δημιουργική συνύπαρξη, στο πλαίσιο της γόνιμης ενσωμάτωσης του προσωπικού βιώματος και της πολιτικοκοινωνικής, ιστορικά φορτισμένης δυναμικής στην εκτύλιξη της μυθιστορηματικής πλοκής. Η ζωντάνια και η φυσικότητα της πρωτοπρόσωπης αφήγησης δένει αρμονικά με την «αντικειμενικότητα» της αφήγησης σε τρίτο πρόσωπο, με αποτέλεσμα μέσα στο κείμενο να συνυπάρχουν ισορροπημένα τα προσωπικά βιώματα με τις γενικότερες συνθήκες , ιστορικά διακριβωμένες και κοινωνικά προσδιορισμένες.

Η υπαρξιακή δικαίωση, ο έρωτας, ο θάνατος, η απώλεια, ή στέρηση ο χρόνος και η φθορά του, η αναπόδραστη ιστορική μοίρα ως προσωπικό αλλά και κοινωνικό πεπρωμένο, είναι βασικά ερωτήματα και σύνθετα σήματα της πορείας του πρωταγωνιστή του μυθιστορήματος. Πρόκειται επί της ουσίας για ερωτήματα στη ρίζα τους φιλοσοφικά, των οποίων η πραγμάτευση προσδίδει στο Ρολόι και τη στόφα του φιλοσοφικού μυθιστορήματος, από το οποίο, φυσικά όπως ήδη σημειώσαμε, δεν λείπουν οι ιστορικές φορτίσεις, οι πολιτικές κα κοινωνικές ταλαντώσεις, οι ερωτικοί πολυκύμαντοι χρωματισμοί, καθώς και τα σαφή ίχνη μιας πορείας προς την ενηλικίωση, την επιστημονική ωρίμανση, την κοινωνική και ακαδημαϊκή καταξίωση. Οι σχέσεις του μυθιστορήματος με τις φιλοσοφικές διερωτήσεις δεν εκπίπτουν σε κοινότοπες θυμοσοφίες, ούτε είναι και σχέσεις εξωτερικές, υπό την έννοια των ρητών αναφορών σε φιλοσοφικές θεωρίες ή σε ονόματα διαπρεπών στοχαστών. Πρόκειται για σχέσεις ουσιώδεις και εσωτερικές, εφόσον ο λογοτεχνικός στοχασμός του συγγραφέα συνδέεται εσωτερικά και άρρηκτα με την υπαρξιακή αναζήτηση και με μεγάλα βιοθεωρητικά ερωτήματα, δηλαδή με ζητήματα που αφορούν την ύπαρξη και τη ζωή. Με άλλα λόγια, ο γενικότερος συγγραφικός προβληματισμός ενσωματώνει και ειδικότερους προβληματισμούς φιλοσοφικής υφής, δημιουργικά προσαρμοσμένους στη ροή της λογοτεχνικής αφήγησης.

Κοντολογίς, η πλοκή του βιβλίου εκτυλίσσεται με λεπτή εξισορρόπηση ανάμεσα στα διακριβωμένα ιστορικά γεγονότα και στη θεμιτή λογοτεχνική μυθοπλασία: μεταπλάθονται τα ονόματα των προσώπων, ωστόσο αποδίδεται με ακρίβεια το τραγικό κλίμα της Κατοχής, του Εμφυλίου και της σκληρής μετεμφυλιακής εποχής. Αυτό που ο μείζων Βρετανός ιστορικός και θεωρητικός Ρέιμοντ Γουίλιαμς πρότεινε ως «δομή της αίσθησης» ενσαρκώνεται πολύ επιτυχημένα στο μυθιστόρημα του Θεόδωρου Λιανού: Η λογοτεχνία μεταφέρει με ακρίβεια και ευκρίνεια τα οράματα, τα συναισθήματα, τις επιδιώξεις, τις επιθυμίες των ανθρώπων μιας εποχής· με άλλα λόγια, αποδίδει την ατμόσφαιρα και το κλίμα ενός τόπου σπαραγμένου σε μια συγκεκριμένη περίοδο της ιστορικής του διαδρομής.

⸙⸙⸙

[Πρώτη δημοσίευση στο ηλεκτρονικό Φρέαρ. Φωτογραφία: ©Emil Gataullin. Δείτε τα περιεχόμενα του δωδέκατου ηλεκτρονικού μας τεύχους εδώ.]

Σε λίγο καιρό κοντά σας με νέο ηλεκτρονικό τεύχος στο mag.frear.gr

Mag.frear.gr – Τα ηλεκτρονικά μας τεύχη