Ο Άκης Πάνου σε μια συνέντευξη στην Μαλβίνα, το 1994, όταν τον ρώτησε για τον πάγκο του, απάντησε ότι ηδονίζεται όταν παλεύει με σκληρά υλικά, το όστρακο, που είναι σκληρό σαν το σμάλτο των δοντιών, τον έβενο, τη γλώσσα.
Στις σχέσεις με τα αντικείμενά μας (ανθρώπους και πράγματα) το σκληρό υλικό που μάς αντιστέκεται είναι η μεταβίβαση. Τι είναι η μεταβίβαση; Μαζί με το ασυνείδητο ο Freud ανακάλυψε ότι μεταφέρουμε (μεταβιβάζουμε) στα αντικείμενά μας επιθυμίες, συναισθήματα, φαντασίες. Τα αγαπάμε, τα μισούμε, θέλουμε να τα γνωρίσουμε. Εκ φύσεως μισούμε τους περιορισμούς. Χρειαζόμαστε όμως την αντίσταση των αντικειμένων αν θέλουμε να τα γνωρίσουμε, όχι επιφανειακά, απ’ έξω, αλλά να τα νιώσουμε. Παλεύουμε με τις αντιστάσεις τους, αντέχοντας τη ματαίωση από το ότι δεν τα γνωρίζουμε αμέσως και εύκολα. Επειδή μάς αντιστέκονται, δημιουργούμε και ζούμε μαζί τους μια συναισθηματική εμπειρία, της δίνουμε νοήματα, μαθαίνουμε από αυτήν, την κρατάμε στη μνήμη.
Καλώς εχόντων των πραγμάτων, στο πάρε-δώσε με τα αντικείμενά μας υπάρχει ένα καλό ταίριασμα. Δεν εργαζόμαστε, συνεργαζόμαστε. Κάνουμε μια καλή οικονομία της χάρης και της αμοιβαίας ανταπόκρισης. Οι φιλόσοφοι και οι ψυχαναλυτές (Αριστοτέλης, Lear) παρατηρούν: Μια χάρη είναι ένα ωραίο ταίριασμα σε μια προϋπάρχουσα ανάγκη. Η χάρη συνδέεται με την ευγνωμοσύνη. Η ευγνωμοσύνη αναγνωρίζει την ελευθερία από τα πρέπει του καθημερινού πάρε-δώσε. Έτσι το μέλλον γίνεται ανοικτού τέλους. Η ευγνωμοσύνη δεν δημιουργεί ένα χρέος ανταπόδοσης, αλλά μια επιθυμία μετάδοσης. Η δυναμική μεταξύ ανάγκης-χάρης-ευγνωμοσύνης υπερβαίνει την καθημερινή κοινωνική οικονομία, αλλά δεν έχει καμιά ευκολία και καμιά υπερβολή.
Όμως σήμερα είμαστε της ευκολίας και της υπερβολής. Δίνουμε υπερβολικά. Μπουκώνουμε εύκολα τους εαυτούς μας και τους άλλους, με πληροφορίες, μηνύματα, ερεθίσματα, διεγέρσεις, αισθησιασμούς, συγκινήσεις. Όλη αυτή η αγωνιώδης υπερβολή για εύκολη πρόσβαση είναι μια «αυτιστική» άμυνα σε μια βαθιά αγωνία ότι θα χάσουμε την ικανότητα να κάνουμε σχέσεις και δεσμούς με τα αντικείμενα (ανθρώπους και πράγματα που έχουν νόημα για μας). Σε αυτήν την αγωνία αντιδρούμε με μια παράδοξη άμυνα, οργανώνουμε μια αυτιστική νοοτροπία που μας αποκλείει από την αληθινή συνάντηση (Winnicott).
Κάθε κοινωνία μεγαλώνει τα παιδιά για να τα κάνει μέλη της ικανά να την στελεχώσουν. Τι μέλη θέλουμε εμείς να κάνουμε για την κοινωνία μας; Δεν έχουμε δώσει αρκετή σημασία στην παρατήρηση ότι σήμερα τα παιδιά μας εγείρουν τείχη μας άμυνας εναντίον της βαθιάς αγωνίας ότι εάν δεν είναι συνέχεια σε συνάφεια και επαφή θα χάσουν την ικανότητα να κάνουν σχέσεις. Κάθε τόσο αποσυναρμολογούνται, λύνουν τους ζυγούς της σκέψης, αναστέλλουν την προσοχή και την συγκέντρωσή τους, δεν είναι πουθενά, και με σκόρπια τα κομμάτια τους περνάνε εύκολα μέσα από «αυτιστικές» πύλες (Meltzer), για να συν-αρμολογηθούν μετά ξανά στην άλλη πλευρά. του διαδικτύου των ψευδών ειδήσεων.
Είναι υγειές να λες λίγα ψέματα για να μη σε εντοπίζουν εύκολα οι άλλοι, για να κρύβεσαι και να τους κάνεις να σε ψάχνουν. Είναι παθολογικό όμως να γίνεσαι σαν ένα καρτούν (δύο διαστάσεων), να διαλύεσαι σε κουκίδες και μετά μαγικά να ξαναπαίρνεις το σχήμα σου και να συνεχίζεις σαν να μην έχει συμβεί τίποτα.
Σήμερα εύκολα παρακάμπτουμε τις αντιστάσεις των αντικειμένων. Αντί να αντιμετωπίσουμε τις αντιστάσεις, να ελευθερώσουμε την επιθετικότητά μας, να πούμε ένα «όχι», να χωρίσουμε το μέσα από το έξω, να γίνουμε αυτόνομα υποκείμενα της φαντασίας που δίνει νόημα στα αντικείμενα, απλά τα ακυρώνουμε. Τα κάνουμε μια πηγή διεγέρσεων. Όταν όλα είναι εύκολα, όπως στο γνωστό πείραμα «universe 25», τότε η επιθετικότητα θα στραφεί εναντίον του εαυτού μας, θα σταματήσουμε να κάνουμε σεξ, παιδιά, να χαιρόμαστε. Θα τρώμε ο ένας τον άλλον.
Σήμερα ζούμε σε έναν χώρο δύο διαστάσεων, στο «Truman show». Ζούμε στον τριαδικό χώρο της σκέψης. Αντί να σκεφτούμε παίρνουμε διοικητικές αποφάσεις, εμπλεκόμαστε σε γεγονότα, δεν ζούμε εμπειρίες. Καθόμαστε στους πάγκους μας (counters), μετράμε (count), μπροστά στους υπολογιστές μας, κάνουμε υπολογισμούς, μετράμε αποδείξεις, μετράμε πόντους, παίζουμε τηλε-παιχνίδια, και όλα γίνονται συγκεκριμένα, χωρίς φαντασία και συμβολική αξία (Meltzer). Αυτός είναι ένας διαφορετικός πάγκος από αυτόν του Άκη Πάνου. Είναι ο πάγκος της αλαζονείας, της απληστίας, της εξουσίας του χρήματος, της ανικανότητας του Προμηθέα να προνοήσει. Ο πάγκος του άχρηστου, που δεν έχει τον νου του, δεν νοιάζεται.
Κάνουμε τον εαυτό μας μια φυλακή υψίστης ασφαλείας. Δεν έχουμε μια αίσθηση, ένα ενδιαφέρον για το πρόσωπο των άλλων. Έχουμε μια βλάβη της συναισθηματικής περιέργειας και επιθυμίας για αληθινές διϋποκειμενικές σχέσεις. Καταφεύγουμε στο διαδίκτυο, όπου διοχετεύουμε μια συνεχή ροή εντάσεων. Το ζητούμενο είναι το «συνεχώς». «Προτιμούμε καλύτερα όχι», (όπως ο Μπάρτελμπυ ο γραφέας του Melville). Απλά δεν έχουμε δυνατότητες. Δηλαδή απέχουμε. Χωρίς τους άλλους για να ζούμε μια εμπειρία δεν μαθαίνουμε τίποτα νέο.
Το νεογέννητο έχει μια προ-σύλληψη ενός ζώντος σκεπτόμενου άλλου, παρουσία του οποίου και μόνο αρχίζει να υπάρχει. Η υποκειμενικότητα είναι εγγενώς διαλογική, διϋποκειμενική. Πεινάμε για νέες εμπειρίες. Είναι τύχη να ζούμε σε ενδιαφέροντες καιρούς, σε ένα περιβάλλον γεμάτο νοήματα, ευχαρίστηση, ασφάλεια, και συναισθήματα. Είναι δυστυχία να ζούμε σε ένα περιβάλλον χωρίς ενδιαφέρον, όπου οι άνθρωποι δεν νοιάζονται, δεν έχουν τον νου τους, δεν έχουν αξία, είναι άχρηστοι. Τότε χρειαζόμαστε επειγόντως να βρεθεί κάποιος να μας καλέσει ξανά ενεργητικά στο νόημα. Να μας δανείσει φαντασία, συναίσθημα, σκέψη (Alvarez). Τότε πάμε στην ψυχανάλυση ή δημιουργούμε φιλίες, όπου παλινδρομούμε για να γίνουμε ξανά ζωντανοί, πραγματικοί, παρόντες. Η ευγνωμοσύνη για τις καλές εμπειρίες που μάς έδωσε το ταξίδι ωφελεί εμάς που δίνουμε μια θέση μέσα σε αυτά που πήραμε και μια θέση του εαυτού στον κόσμο που κληρονομούμε και μας ανήκει, και επιθυμούμε να μεταδώσουμε.
Κηφισιά, 1 Ιουλίου 2024
⸙⸙⸙
[Πρώτη δημοσίευση στο ηλεκτρονικό Φρέαρ. Φωτογραφία: ©Hersley-Ven Casero. Δείτε τα περιεχόμενα του δωδέκατου ηλεκτρονικού μας τεύχους εδώ.]