frear

Το περιοδικό «Το Παραμιλητό». Τόμος πρώτος – γράφει ο Ευάγγελος Ι. Τζάνος

1. Το φθινόπωρο του 1988 κάνει την εμφάνισή του στην αθηναϊκή πνευματική κίνηση το ολιγόζωο, όπως φάνηκε κατόπιν, περιοδικό Το Παραμιλητό, με εκδότη τον Δημήτρη Παναγιωτόπουλο. Πρόκειται για περιοδικό, τουλάχιστον στα επτά πρώτα τεύχη, κυρίως, πεζογραφίας. Περίπου το ένα τρίτο της ύλης του πρώτου τόμου το καταλαμβάνουν πεζά· άλλωστε, το πρώτο κείμενο του πρώτου τεύχους είναι διήγημα, σε αντίθεση με τη συνήθη πρακτική των περιοδικών να προτάσσουν σε κάθε τεύχος τους την ποίηση. Το Παραμιλητό φέρει τον υπότιτλο «περιοδικό Τέχνης», χρησιμοποιεί το πολυτονικό σύστημα γραφής, (πλην της βαρείας), και ο πρώτος τόμος περιλαμβάνει επτά, (αν και θα περίμενε κανείς, έξι), ανισοσέλιδα τεύχη με συνεχή σελιδαρίθμιση και σταθερή περιοδικότητα: φθινόπωρο 1988 (τχ. 1), χειμώνας 1988-89 (τχ. 2), άνοιξη – καλοκαίρι 1989 (τχ. 3), φθινόπωρο 1989 (τχ. 4), χειμώνας 1989-90 (τχ. 5), άνοιξη – καλοκαίρι 1990 (τχ. 6) και φθινόπωρο 1990 (τχ. 7). Αναπόφευκτα, από την ποσότητα συνάγεται ότι βασικοί συνεργάτες είναι ο Γεράσιμος Δενδρινός, (διήγημα, ποίηση, επιμέλεια, μετάφραση, σχέδιο, ζωγραφική), ο Τάκης Ερμείδης, (διήγημα, επιμέλεια) και ο Γιώργος Γκολομπίας, (διήγημα, επιμέλεια).

Το περιοδικό δείχνει ιδιαίτερη προτίμηση, προκαλώντας αίσθηση στον αναγνώστη, σε επώνυμες μαρτυρίες ανθρώπων του λαού μας, που δεν διεκδικούν ασφαλώς γραμματολογική καταξίωση, και αφορούν ενθυμήματα, οδοιπορικά, επιστολές, χρονικά και ημερολόγια. Δημοσιεύονται σχεδόν σε κάθε τεύχος, και εκτείνονται σε παραπάνω από πενήντα σελίδες από τις τριακόσιες πενήντα του τόμου. Επιπροσθέτως, στον βασικό κορμό της ύλης εντάσσονται έξι κείμενα, επιμελημένα από τους βασικούς συνεργάτες του Παραμιλητού, ανασυρμένα από το πέρασμα σαράντα αιώνων, λόγου χάριν το επεισόδιο με τη στάση του Βάρδα Σκληρού από τη Χρονογραφία του Μιχαήλ Ψελλού, και, τέλος, το δοκιμιακού ύφους άρθρο για τον Παπαδιαμάντη και τον Αρισταίνετο του Βασ. Ι. Λαζανά. Η ποίηση φαίνεται πως διανθίζει το περιοδικό· εκτός από τον Δενδρινό, ποιήματα του οποίου δημοσιεύονται κατ’ επανάληψη, οι υπόλοιποι συνεργάτες φιλοξενούνται από μία φορά έκαστος. Την ύλη ολοκληρώνουν αφορισμοί με το ψευδώνυμο Γερβάσιος [=Γεράσιμος Δενδρινός] (τχ. 2 και 4), η ενότητα «Παραμιλητά», σχέδια, ζωγραφική, φωτογραφίες, παλαιές ή όχι, (όλα ασπρόμαυρα), και βιογραφικά σημειώματα των συνεργατών.

2. Η πεζογραφία ευτύχησε στο Παραμιλητό. Εκτός από τους συγγραφείς που αναφέρθηκαν πιο πάνω, τακτικά δημοσιεύουν πεζά τους ο Στάθης Κοψαχείλης, ο Θανάσης Γ. Παπαγεωργίου και ο Μίνως Μαρκάκης. Περαιτέρω, στο τέταρτο τεύχος δημοσιεύεται «απόσπασμα από τον Περίπλουν» του Νίκου Τριανταφυλλόπουλου με τον μη τίτλο «[Υπ’ οίδμασιν…]». Ο (φιλόλογος) Τριανταφυλλόπουλος, με βάση το θαλασσινό νερό, συνδέει τη διδασκαλική εμπειρία του στη Μέση Εκπαίδευση με την (υπερρεαλιστική) διέξοδο από την επαγγελματική ρουτίνα, τις μαθητικές αντιδράσεις, την ποικίλη στάση του περίγυρου, και την κριτική απέναντι στην έλλειψη φαντασίας της ιεραρχίας: «Είμαι ευτυχής», λέει ο καθηγητής Λαόνικος, «που αγάπησα κι εγώ πολύ τη θάλασσα, κι αν ποτέ αξιώνονταν ψυχαναλυτού τα γραφτά μου, με το δίκιο του ο άνθρωπος θα αποφαινόταν πως η αγάπη μου αυτή είναι περιφανές σημάδι της αισθησιακότατης ιδιοσυγκρασίας μου».

Αν και ανδροκρατούμενο το Παραμιλητό, μία από τις δύο συνεργάτιδές του, η Ρίκα Σεϊζάνη, καταγράφοντας τις αναμνήσεις της και άλλα περιστατικά από τα Πατήσια, δημοσιεύει στο έβδομο τεύχος την «Πλατεία», ένα απόσπασμα από το «σπονδυλωτό αφήγημα» Εις την ιδιαιτέρα μου πατρίδα τα Πατήσια… (Το βιβλίο κυκλοφόρησε με τον τίτλο Στην ιδιαίτερη πατρίδα μου, τα Πατήσια από τις εκδόσεις Μαΐστρος το 2007). Εδώ, με φόντο την πλατεία Αμερικής, ή πλατεία Αγάμων όπως λεγόταν προπολεμικά, η Σεϊζάνη αναφέρεται στον απαγχονισμό δύο μαυραγοριτών την περίοδο της Κατοχής. Κατά τα άλλα, οι περιγραφές της για την πλατεία και τη γύρω περιοχή μόνο έκπληξη μπορούν να προκαλέσουν στον σημερινό διαβάτη: «Η πλατεία Αγάμων ίσως έμοιαζε και πιο μεγάλη γιατί ήταν ένας ωραίος κήπος με χαμηλές πρασινάδες σαν γιρλάντες που πλαισίωναν τα παρτέρια με τα λουλούδια. Τα άλλαζαν, τα λουλούδια, κάθε εποχή, και το φθινόπωρο είχε πάντα άσπρα χρυσάνθεμα μεγάλα και ολοστρόγγυλα, σγουρομάλλικα».

Εξετάζοντας την ποίηση του Παραμιλητού, εστιάζουμε στα οκτώ ποιήματα της Αλεξάνδρας Μπακονίκα, δημοσιευμένα όλα στο έβδομο τεύχος. Κύριο χαρακτηριστικό γνώρισμα των ποιημάτων της Μπακονίκα είναι η αμεσότητα. Με άλλα λόγια, ο αναγνώστης κατανοεί χωρίς δυσκολία τόσο το θέμα όσο και τις προθέσεις του ποιητικού υποκειμένου. Για του λόγου το αληθές: Ο πιστός εραστής αντιστέκεται στις προκλήσεις της γυναίκας που θέλει να καταστρέψει τη σχέση του («Είναι δεμένος μαζί μου»), ο άπιστος σύζυγος φυλάει τον «ψυχισμό» του μόνο για τη γυναίκα του, («Τα βαθιά του αισθήματα»), ο άνθρωπος που έχει αποξενωθεί από το σώμα του ζητεί υποκατάστατα, («Στέρηση»), η αδιαφορία μιας γυναίκας για τις ερωτικές προτάσεις ενός άντρα («Στα προάστια»), η αδιαφορία μιας γυναίκας για την απόρριψή της από τον φίλο της («Οι επικρίσεις του»), το ζευγάρι αμφισβητεί τις μεταξύ τους σεξουαλικές επιδόσεις («Επιδόσεις») και η προστασία της συζυγικής ηθικής προέχει ακόμη και για έναν πρώην άσωτο ναυτικό («Η Προσβολή»). Αντιγράφουμε το ποίημα «Οι θαμώνες στο στέκι»:

Σκαρφαλωμένο στην αρχή του δάσους,
κάτω από ψάθες και πολύχρωμα λαμπιόνια,
ήταν το στέκι που έχει θέα,
το βουνό και τη θάλασσα.
Με ανοικτές αγκάλες με υποδέχτηκαν
όταν ανέβηκα·
μαζί τους άρχιζε η σύναξη της νύχτας.

Εκεί στο πιο όμορφο μπαλκόνι,
ήσουν και ήμουν η σάρκα που γυαλίζει και υποβάλλει,
η σάρκα που εξευγενίζει, χαίρεται
και μαθαίνει να πεθαίνει.

Στο έκτο τεύχος το Παραμιλητό αφιερώνει μερικές από τις σελίδες του στη μετάφραση. Πρόκειται για το διήγημα του Nathaniel Hawthorne «Ο νεαρός Γκούντμαν Μπράουν», σε μετάφραση Νίκου Βουδούρη και στο έβδομο τεύχος, (όπως και στο επόμενο), δημοσιεύονται αποσπάσματα του (υποτιθέμενου) ημερολογίου του Ματίας ντελ Ρίος, μεταφρασμένα από τα ισπανικά από κάποιον Tr. D, Έλληνα της Ισπανίας. Ασφαλώς, όπως αποδείχτηκε, πίσω από όλα αυτά κρύβεται ο Γεράσιμος Δενδρινός με πρόθεση να συγγράψει πεζογράφημα ημερολογιακού ύφους και ο Ματίας ντελ Ρίος, γεννημένος στις 17 Μαΐου 1961, είναι ένα φανταστικό πρόσωπο πλασμένο από τον συγγραφέα. Όταν έγραφε το ημερολόγιό του, ο Ματίας, αφού είχε περιπλανηθεί στην Ευρώπη, εθισμένος από καιρό στις ναρκωτικές ουσίες, όπως και ο υποτιθέμενος μεταφραστής του, δούλευε ως βοηθός συντηρητής στο Μουσείο Καλών Τεχνών της Σαραγόσα. Το ημερολόγιό του έχει για τίτλο «Προτιμώ μια θέση στο θεωρείο» και η δημοσίευσή του στο «Παραμιλητό» έγινε με την ακόλουθη ειδοποίηση: «Τη μετάφραση του ημερολογίου μαζί με την εισαγωγή, έστειλε από την Ισπανία στο περιοδικό ανώνυμος Έλληνας με τα ξένα αρχικά Tr. D.». Από αυτό και μόνο ίσως υποψιάζεται ο αναγνώστης την αυθεντικότητα της μετάφρασης. Ο Ματίας έκανε αλλεπάλληλες προσπάθειες να ξεφύγει από το πάθος των ουσιών, ωστόσο πάντοτε επέστρεφε ηττημένος, και το ημερολόγιό του δείχνει τούτο ακριβώς: Την αγωνία ενός ανθρώπου που η τάση φυγής γίνεται (μάταια) το αντίδοτο στην απόγνωσή του: «Τα κείμενα αυτά, πέρα από την ιδιόρρυθμη γραφή τους, νομίζω πως αξίζουν και για κάτι ακόμα: σκιαγραφούν την απόγνωση κάποιου που καταφεύγει σε τεχνητές ουσίες, έχοντας ως αντιστάθμισμα την ατέλειωτη περιπλάνηση σε μια πατρίδα που τελικά κι αυτή δεν τον παρηγορεί». (Παρεμπιπτόντως, τα ημερολόγια του Ματίας ντελ Ρίος εκδόθηκαν από τις εκδόσεις Οδυσσέας (1995) και τις εκδόσεις Κέδρος (2006)).

3. Από καιρού εις καιρόν, το Παραμιλητό αρέσκεται σε δημοσιεύσεις φιλολογικού ενδιαφέροντος. Πρόκειται, όπως είδαμε, για κείμενα που χάνονται στο βάθος του χρόνου και είναι περισσότερο ή λιγότερο γνωστά στον σημερινό αναγνώστη. Στο πλαίσιο αυτό θα μπορούσε κανείς να περιλάβει τη δημοσίευση του ποιήματος «Ο βαριεστημένος από τη ζωή άνθρωπος», ανώνυμου ποιητή που καταχωρίστηκε με την υποσημείωση: «Αίγυπτος, 12η δυναστεία, 2000 π.Χ. Βασισμένο στη μετάφραση από την Ιστορία της Ανθρωπότητος της UNESCO» (τχ. 3). Ένα δεύτερο κείμενο αυτής της ενότητας, και πάλι ανώνυμου συγγραφέα, προέρχεται από την εποχή του Αυγούστου (31 π.Χ. – 14 μ.Χ.): «Laudatio Turiae», (τχ. 2). Το «Τυρίας Εγκώμιον» είναι ένας επικήδειος λόγος και δημοσιεύεται και στο πρωτότυπο και στη μετάφραση των Κατερίνας Σταύρου-Γεράσιμου Δενδρινού, που έχουν γράψει και την εισαγωγή. Εδώ διαβάζουμε ότι τον επικήδειο λόγο εκφώνησε ο σύζυγος της νεκρής, εντούτοις τα ονόματά τους δεν τα γνωρίζουμε –ακόμη και ο τίτλος του επικήδειου είναι αμφισβητούμενος. Κατά καιρούς οι μελετητές, όπως ο Mommsen και ο M. Durry, έχουν επιχειρήσει να ταυτίσουν τα πρόσωπα του εγκωμιαστή και της νεκρής συζύγου του με ιστορικά πρόσωπα χωρίς, ωστόσο, να έχουν γίνει πειστικοί. Εξάπαντος, ο εγκωμιαστής ασχολιόταν με την πολιτική, διωκόταν από τους αντιπάλους του, ενώ η σύζυγός του προσπαθούσε με όλες τις δυνάμεις της να τον προστατεύσει. Εντέλει, ο εγκωμιαστής σύζυγος αποκαταστάθηκε και το ζευγάρι, απαλλαγμένο από τα δεινά του παρελθόντος, πορεύτηκε τη ζωή του. Έζησαν για χρόνια μαζί, διαχειρίστηκαν την περιουσία τους, υπέμειναν την ατεκνία τους, μέχρι που τους χώρισε ο θάνατος.

Η μετάφραση του αποσπάσματος από τη Χρονογραφία του Ψελλού, (τχ. 3), που είδαμε, είναι του Βασίλη Κατσαρού. Ο ίδιος έγραψε και την εισαγωγή όπου αναφέρει ότι πρόκειται για την πρώτη μετάφραση του κομματιού σε νεοελληνική γλώσσα. Πλάι στη μετάφραση υπάρχει και το πρωτότυπο κείμενο. Ενδιαφέρουσα εξακολουθεί να παραμένει η άποψη που Κατσαρού για τη Χρονογραφία: «Ο Ψελλός», γράφει ο Κατσαρός, «μεταχειρίζεται την τέχνη του εξπρεσσιονιστή ζωγράφου για ν’ απεικονίσει τους χαρακτήρες των δρώντων προσώπων. Εστιάζει την προσοχή του αναγνώστη στη λεπτομέρεια, αλλά και τον απομακρύνει παράλληλα για να δει την ευρύτερη σύνθεση. Η ένταση και η νευρώδης δύναμη του λόγου βοηθούν στη διείσδυση και τον φωτισμό των λεπτότερων μορφών του ψυχισμού των ηρώων».

Στις πρώτες σελίδες του τέταρτου τεύχους δημοσιεύονται τμήματα μητροπολιτικού κώδικα της Καστοριάς, ανέκδοτα, όπως βρίσκεται στην Εθνική Βιβλιοθήκη, όπου καταγράφονται πράξεις διευθέτησης από τον τοπικό Μητροπολίτη της καθημερινότητας των χριστιανών (16ος αι.): «Διανομές περιουσιών αποθανόντων, διαζύγια, άδειες για γάμο, δωρεές προς τη Μητρόπολη, διανομές εταιρικών κεφαλαίων, αναθέσεις επιτροπείας ναών, προστριβές μεταξύ κληρικών». Εδώ η εισαγωγή, η μεταγραφή και οι σημειώσεις είναι του Γιώργου Γκολομπία. Ο επιμελητής θεωρεί ότι ο κώδικας έχει σπουδαία ιστορική σημασία και ότι αποτελεί πηγή γνώσης για το πώς εφαρμοζόταν το εκκλησιαστικό δίκαιο. Εντούτοις, θα προσθέταμε, είναι σημαντικός και για έναν ακόμη λόγο: επειδή αποτυπώνει τη φύση και το είδος της τότε εγκληματικότητας. Για παράδειγμα: «Παπα-Μιχάλης Τζερονάρης· ανάγει υπόθεσιν κατά του παπα-Κώστα το πώς εδιεύει την νύκτα εις το σπήτιον της Κάλος του Πατόγια· και ετζάκισε την πόρταν αυτής ίνα μιχεύσει αυτήν· και έβαλε φωνήν και απεδίωξεν αυτόν».

Τα δύο τελευταία κείμενα με ιστορικό πρόσημο (τχ. 3), είναι δύο αναδημοσιεύσεις από το σμυρνέικο περιοδικό Η Φιλολογία: α. «Περί των βασανιστηρίων του Μεσαίωνα» και β. «Περί των κατασκόπων». Οι τίτλοι και μόνο μας προϊδεάζουν ότι θα διαβάσουμε δελεαστικά άρθρα, ιδιαίτερα, τέτοια που το περιοδικό μας έχει συνηθίσει για τη σπανιότητά τους. Αλλά εδώ, ευκαιρίας δοθείσης, θα θέλαμε να σταθούμε στην ίδια τη Φιλολογία. Περιοδικό μας συστήνει περιοδικό.

Τις πληροφορίες για το περιοδικό Φιλολογία τις αντλούμε από τη «βιβλιογραφία» που η Ελένη Χρ. Πολίτου δημοσίευσε στα Μικρασιατικά Χρονικά, (τόμ. ΙΔ, (1970), σελ. 95-117). Εκδότης υπήρξε ο Ζαχαρίας Δ. Λαμπίσης και το περιοδικό το τύπωνε στο ιδιόκτητο τυπογραφείο του. Οι υπόλοιπες δραστηριότητες του Λαμπίση δεν μας είναι γνωστές, γνωρίζουμε μόνο ότι στα 1858 εξέδωσε μια σειρά εγκυκλοπαιδικών βιβλίων με τον τίτλο: «Οικογενειακή Βιβλιοθήκη». Ομοίως εγκυκλοπαιδικός ήταν και ο χαρακτήρας του περιοδικού του. Στον πρόλογο του δεύτερου τόμου γράφει για τον σκοπό της έκδοσης: «Ο σκοπός μου εις την έκδοσιν της Φιλολογίας ήτο και είναι, δι’ απανθισμού, μικράν τινά μόνον νύξιν διαφόρων γνώσεων να δώσω εις τους αναγνώστας μου. Αι γνώσεις είναι αναμφισβητήτως το πολυτιμότερον πράγμα των όσων δυνάμεθα να αποκτήσωμεν καθότι αύται προς τοις άλλοις, διευθύνουσι και την χρήσιν των σωματικών μας δυνάμεων, και την βελτιόνουν επί μάλλον. Και εκ της απλής δε παρατηρήσεως φαίνεται ότι ουδέν άλλο μέσον δύναται να καταστήση τοσούτον ευκολοαποκτήτους τας γνώσεις, όσον το θείον τούτο χρήμα, ο περιοδικός τύπος». Το πρώτο τεύχος εκδόθηκε τον Σεπτέμβριο του 1841 και, χωρίς διακοπές, το περιοδικό, μηνιαίο ως προς τη συχνότητά του, κυκλοφόρησε μέχρι και τον Αύγουστο του 1844. Συνολικά δηλαδή, δημοσιεύτηκαν 36 τεύχη των δύο τυπογραφικών φύλλων σε σχήμα 8ο. Τα περισσότερα άρθρα ήταν ανυπόγραφα, με θέματα φιλολογικά, θρησκευτικά, ιστορικά και γλωσσολογικά. Εντούτοις δεν έλειπαν η φυσική, η γεωγραφία και η οικονομία. Ακόμη, δημοσιεύτηκαν ποιήματα, στιχουργήματα και μεταφράσεις ξένων άρθρων, κυρίως εγκυκλοπαιδικών. Ο Λαμπίσης περιορίστηκε σε οκτώ ενυπόγραφες δημοσιεύσεις, (πιθανώς κάποια από τα ανυπόγραφα δημοσιεύματα να είναι δικά του). Δημοσίευσε στίχους του, σημειώματα για το περιοδικό και δύο ιστορικά άρθρα: α. «Ιστορική έποψις της Εφέσου», και β. «Ιστορική έποψις της Σμύρνης». Στο προλογικό σημείωμα του πρώτου, ο Λαμπίσης ενημερώνει τους αναγνώστες ότι το δημοσιεύει ανταποκρινόμενος σε αίτημα κάποιου φιλέλληνα που ενδιαφερόταν να μάθει για τις επτά πόλεις της «Αποκάλυψης». Και στο προλογικό σημείωμα του δεύτερου, πληροφορεί τους αναγνώστες ότι για το άρθρο του βασίστηκε στη διατριβή του (σοφού, όπως γράφει) Κ. οικονόμου του εξ Οικονόμων «Αυτοσχέδιος διατριβή περί Σμύρνης».

4. Μολονότι δεν εξαντλήσαμε την ύλη του πρώτου τόμου του περιοδικού Το Παραμιλητό, εντούτοις, παίρνοντας μιαν ιδέα, δώσαμε το περίγραμμά του και θίξαμε τις κατευθυντήριες δημοσιεύσεις του. Για πληρέστερη εικόνα, καλύπτοντας τις προθέσεις και το πνεύμα του, επιμείναμε σε επιμέρους κείμενα και, υπό το πνεύμα αυτό, μεταφέραμε όσα αποσπάσματα επιτρέπει ο χώρος. Ολοκληρώνοντας την περιήγησή μας, και γνωρίζοντας την προτίμηση του περιοδικού στην πεζογραφία, αντιγράφουμε την πρόζα του Θανάση Γ. Παπαγεωργίου με τον τίτλο «Τι γυρεύει ο Ευρωπαίος στις μυστικές νύχτες της Κίνας (ας είναι μια στιγμή του ωραίου ύπνου)»: «Η προσπάθεια αρχίζει κάπου μες στην κυκλοφορία του σταθμού ή μπορεί στις επικίνδυνες περιοχές του ύπνου. Τώρα αγγίζει τις άγονες εκτάσεις, η αγωνία κορυφώνεται καθώς διασχίζει τις στέππες. Ζει τουλάχιστον το δέρμα αυτών των αθώων, κοιτάζοντας επίμονα τις ρυτίδες της παλιάς βαλίτσας που συνοδεύει την επιβίβασή του στο τραίνο. Αμφιβάλλει ακόμα για τις προθέσεις. Τους θυμάται τώρα στη διάρκεια του ταξιδιού με απορίες άλλες αυτού του παράξενου των παραμυθιών της Ανατολής. Έτσι σβήνονται απ’ τη σκέψη οι καλοκαιρινές διαδρομές στα νησιά. Αμέσως χαίρεται γιατί δεν ξέρει αν είναι ο ίδιος στην αρχή του ονείρου, ή απλά βλέπει τις γυναίκες αυτές φωνές ακρωτηριασμένων παιδιών να προστατεύονται από ένα μαχαίρι και να πουλούν την τέχνη της επαρχίας τους στο λιμάνι της Σαγκάης».

⸙⸙⸙

[Πρώτη δημοσίευση στο ηλεκτρονικό Φρέαρ. Δείτε τα περιεχόμενα του ένατου ηλεκτρονικού μας τεύχους εδώ.]

Σε λίγο καιρό κοντά σας με νέο ηλεκτρονικό τεύχος στο mag.frear.gr

Mag.frear.gr – Τα ηλεκτρονικά μας τεύχη