frear

Ο πολύριζος και πολύβλαστος Μίμης Σουλιώτης – γράφει η Αγγελική Πεχλιβάνη

«Περιηγητικές αρπαχτές στον βίο και το έργο ενός δασκάλου και ποιητή των ορίων»

[Η παρούσα ομιλία εκφωνήθηκε στη Φλώρινα στις 30 Ιανουαρίου 2023, στο πλαίσιο της εκδήλωσης τιμής και μνήμης που διοργανώθηκε για τον πανεπιστημιακό και ποιητή Μίμη Σουλιώτη, δέκα χρόνια μετά τον θάνατό του, από τη δημόσια κεντρική βιβλιοθήκη της Φλώρινας «Βασιλική Πιτόσκα». Στόχος της δεν είναι τόσο η επιστημονική και ακαδημαϊκή προσέγγιση του ποιητή, όσο η επαφή τού ευρύτερου αναγνωστικού κοινού με την «πολιτεία» και το έργο ενός ανθρώπου ενδιαφέροντος, πολυπράγμονος και «πολιτικού» με την ευρύτερη έννοια∙ ενός ανθρώπου που ακόμα δεν βρήκε τη θέση που αξίζει στην ιστορία της Νεοελληνικής γραμματολογίας. Για το λόγο αυτό, στην παρούσα δημοσίευση, διατηρήθηκε η μορφή της ομιλίας, με όλες τις προσωπικές και συναισθηματικές αποστροφές.]

Καλησπέρα σας,

Κατ’ αρχάς θέλω να συγχαρώ για την πρωτοβουλία και να ευχαριστήσω θερμά τους υπευθύνους της Δημόσιας Κεντρικής Βιβλιοθήκης της Φλώρινας και την οικογένεια του Mίμη Σουλιώτη για την πρόσκληση. Αφενός είναι τιμητική (κι εδώ είναι το αντικειμενικό του πράγματος) γιατί ο Μίμης Σουλιώτης υπήρξε προσωπικότητα των γραμμάτων μας, αφετέρου με συγκινεί βαθύτατα (κι εδώ είναι το υποκειμενικό στοιχείο), διότι ο Μίμης Σουλιώτης σήμανε την επανεκκίνησή μου, το προσωπικό, ποιητικό μου restart, γεγονός για το οποίο θα είμαι αιωνίως ευγνώμων.

Ο Σουλιώτης, πιθανώς όχι για όλους, αλλά για αυτούς που έχουν μάτια ασκημένα («αθλητικά», όπως έλεγε), υπήρξε ένας εντυπωσιακός άνθρωπος.

Πολύριζος –γεννήθηκε στην Αθήνα, σπούδασε στη Θεσσαλονίκη αλλά αντλούσε την καταγωγή του από την παλαιά, νέα και χαμένη Ελλάδα: την Πελοπόννησο, το Σούλι, το Μοναστήρι, τη Σμύρνη. Από νωρίς μόνος και αυτάρκης αλλά όχι ορφανός –μην ξεχνάμε ότι «ορφανοί είναι όσοι δεν ζωντανεύουν τους προγόνους τους» όπως μας λέει ο ίδιος σε ένα ποίημά του [1]–, βρήκε τελικά τον προσωπικό του μεσημβρινό βορειοδυτικά, στη Φλώρινα, «να μη λιώνει η ψυχή του νότια» [2], αλλά να αρτιώνεται από λευκές νιφάδες χιονιού.

Ακόμα και σήμερα, πενήντα περίπου χρόνια αφ’ ότου αποφοίτησε το αγαπημένο παιδί του Γ. Π. Σαββίδη από τη φιλοσοφική της Θεσσαλονίκης, πολλοί αναρωτιούνται γιατί αυτός ο τόσο καλός φιλόλογος επέλεξε την ακριτική και τζαναμπέτισσα Φλώρινα για να ζήσει και να δημιουργήσει.

Και όμως…

Ο ακομπλεξάριστος και έκκεντρος δάσκαλός μου απέδειξε ότι η επαρχία δεν είναι καταδίκη αλλά μπορεί να είναι ευλογία για να δημιουργήσει κάποιος αγαπητικές σχέσεις, καλή οικογένεια και έργο που δεν ενδίδει στις ασυλίες και τις πατρωνίες του κέντρου αλλά είναι μοναχικό, ενίοτε αποσυνάγωγο και πάντα ανεξάρτητο.

Είπα πολύριζος –ως εκ τούτου και πολύβλαστος. Ο Μίμης Σουλιώτης, εκτός από τις προσωπικές και διόλου αμελητέες ιδιότητές του (σύζυγος, πατέρας, παππούς), είχε πολλές άλλες που άπτοντο του επαγγελματικού και δημόσιου βίου.

Εκδότης εφημερίδων και περιοδικών, οργανωτής Φεστιβάλ, ερασιτέχνης τυπογράφος και βιβλιοδέτης, επιμελητής και υπεύθυνος εκδόσεων, διευθυντής κι υπεύθυνος βιβλιοθηκών, λαμπρός δημοσιολόγος και αρθρογράφος, υπεύθυνος πολλών πολιτιστικών δράσεων, προεξαρχουσών εκείνων που οργάνωσε το 1997, όταν η Θεσσαλονίκη είχε ανακηρυχθεί πολιτιστική πρωτεύουσα της Ευρώπης.

Σ’ αυτό το τελευταίο, θα σταθώ λίγο…

Η καινοτόμος και πρωτοποριακή διάθεσή του σε αυτές τις εκδηλώσεις του 1997, ήταν, όπως εύστοχα παρατηρεί ο καθηγητής και συνεργάτης του, Τριαντάφυλλος Κωτόπουλος [3], «στο όριο»∙ απαγγελίες σε μέσα συγκοινωνίας, στους δρόμους, action poetry, λογοτεχνία ζωντανή, επιτελεστική (προτού ο όρος και, κυρίως, η πρακτική της επιτέλεσης γίνει μόδα…). Μέχρι που τύπωσε μια ετερόκλητη ανθολογία στίχων, ρήσεων κ.ά. με τίτλο «Λογοτεχνία ή θάνατος», που διανεμήθηκε (δωρεάν) για να χρησιμοποιηθεί ως χαρτί περιτυλίγματος στην κεντρική αγορά. Εννοείται ότι οι περί ηθικής λαλούντες προχώρησαν σε καταγγελίες στον Τύπο και το ραδιόφωνο για περιφρόνηση της ποίησης («Η ποίηση στα ψαράδικα…») [4].

Βασική του ιδιότητα ήταν η διδακτική. Ο Σουλιώτης δίδαξε, ως καθηγητής, λογοτεχνία εκτός από τη Φλώρινα σε διάφορα πανεπιστήμια. Ίδρυσε το πρώτο μεταπτυχιακό τμήμα Δημιουργικής Γραφής. Ένα έργο ζωής, όπως έχει επισημανθεί. Δάσκαλος περίφημος. Εύστοχος, ευθύβολος, λακωνικός με μια βραδύτητα φωνής που δεν επικάλυπτε την ευκινησία του πνεύματος. Δίδασκε και διά του βλέμματος, ακόμα και διά της σιωπής. Μας έμαθε πολλά –και όλα χωρίς τις αγκυλώσεις της υψηλής θεωρίας. Μας δίδαξε ότι η σοβαροφάνεια και η καινοθηρία στη λογοτεχνία είναι βαρετές και ότι πρέπει να αντιμετωπίζουμε τη γραφή χωρίς έπαρση, σαν να κάνουμε μια χειρωνακτική δουλειά.

Αφήνω τελευταίο τον ποιητή Μίμη Σουλιώτη∙ έναν ποιητή της περίφημης γενιάς του’70, που, εάν ζούσε στον καυτό πυρήνα του λογοτεχνικού δούναι λαβείν, εάν σύχναζε στα Εξάρχεια και στο dolce στη Σκουφά (Φίλιον, σήμερα), πιθανόν να ήταν περισσότερο προβεβλημένος. Μετά τις νεανικές συλλογές Σβούρα και Ποιήματα εν Παρόδω, στις αρχές της δεκαετίας του ’70, ο Σουλιώτης μάς επανασυστήνεται ποιητικά με τη συλλογή του Βαθιά Επιφάνεια, το 1992. Θα ακολουθήσουν άλλες επτά συλλογές μέχρι τον θάνατό του τον Νοέμβριο του 2012 και μια μεταθανάτια το 2014.

Το ποιητικό έργο του Μίμη Σουλιώτη είναι:

1. Ρυθμικό, αν και πεζολογεί σε βαθμό «περιπατητικό». Κάποιες φορές χρησιμοποιεί και μέτρο (που γνωρίζει άριστα), ιδιαίτερα στα παρωδιακά του ποιήματα.

2. Διαλυτικά ειρωνικό, με μια ειρωνεία ιδιοσυγκρασιακή, που κινείται από την επιφάνεια στο βάθος και αποδομεί τη σπουδαιοφάνεια και τους φορείς της (ποιητές, κριτικούς, θεωρητικούς πάσης φύσεως… και άλλους). Οι στίχοι του λογοπαίζουν, υπαινίσσονται, αποδομούν τα περί ιερότητας στην ποίηση (μάς καθιστά σαφές ότι δεν υπάρχουν ιερότητες στην ποίηση).

3. Μαστορικά παρωδιακό∙ τα Ποιήματα εν Παρόδω πρέπει να διδάσκονται στην ενότητα Παρωδία της Νεοελληνικής λογοτεχνίας.

4. Πραγματολογικό-κυριολεκτικό. Ο Μίμης Σουλιώτης αγαπάει τα realia. Αγαπάει τα ονόματα πραγματικών ανθρώπων, τόπων, δρόμων, αγαπάει την κυριολεξία. Φυσικά και την προκρίνει έναντι της μεταφοράς.

5. Ιστορικό, δεδομένου ότι το βουητό της ιστορίας του 20ού αιώνα, ειδικά του εμφυλίου, κατεβαίνει από τα βουνά της Δυτικής Μακεδονίας και διαχέεται σε αρκετά ποιήματά του.

6. Γλωσσικά πανθεϊστικό, γιατί η γλώσσα του, αν και δομείται από καθημερινά, απλά υλικά, διεγείρεται από παρεμβολές λέξεων λόγιων, αρχαίων, λαϊκών, σλαβικών (οντέφορμε, λιούμπα, πικτσιορίνες), λατινικών, ιδιωματικών από τη Βόρειο Ελλάδα και από την Κύπρο (άσιλα, τζιαί, αφκά, επήεν, αγρίνι), αγγλικών ελληνοποιημένων και ξένων, λειτουργώντας ανοικειωτικά. Ο Σουλιώτης μάς δίνει μια γλώσσα πλατιά, κοσμοπολίτικη, χωρίς όρια και αποκλεισμούς.

7. Ερωτικά πολύτροπο, κυρίως όμως γήινο/απτικό, ρεαλιστικό, ενίοτε και χιουμοριστικό:

Γράφω στίχους πρώτ’ απ’ όλα
για ν’ ανέβω στην εκτίμησή σου,
καθένας ανεβαίνει πάνω σου
όπως μπορεί. (Περί ποιητικής, σελ. 36)

8. Δημόσιου ήθους, γιατί πιστεύει πως η ποίηση δεν πρέπει να παράγεται υπό συνθήκες απομόνωσης και αναχωρητισμού∙ είναι μια κοινωνική πράξη μέσω της οποίας ο ποιητής συγχρωτίζεται με τον κόσμο και επηρεάζεται απ’ αυτόν, είναι μια διαδικασία ζύμωσης με το κοινωνικό, μια ενέργεια που διαρκώς μεταβαίνει στο άλλον

Δεν είμαι το ανθεκτικό είδος
να σαλιαρίζω με την ομορφιά σαν κάτι
που πέρα ως πέρα βρέχει:
Μ’ επηρεάζουν τα επίκαιρα. (Περί ποιητικής, σελ. 95)

9. Βιωματικό και καθημερινό. Για τον Μ. Σουλιώτη ό,τι αξίζει να γίνει ποίηση είναι η όσμωση με την καθημερινότητα, η πρωτογενής ανθρώπινη ύλη, ο βιωμένος χώρος∙ το μικρό, το ευτελές, το καθημερινό παρεισφρέουν στα ποιήματά του όχι ως στοιχεία επικουρικά του βασικού θέματος αλλά ως η βασική αρχιτεκτονική σκαλωσιά – μην ξεχνάμε ότι η επιφάνεια είναι το βάθος– στην οποία οικοδομείται η ποιητική του φιλοσοφία. Η ζωή, η πράξη της ζωής, υπερτερεί της ποίησης – όπως γράφει στα Αυγά Μάταια,

«Η ποίηση πάντα
θα προπορεύεται απ’ την πράξη»
είπε ο Ρεμπό.
«Το πολύ σα σκιά της∙
σκίστηκες στην απροσεξία»,
του λέω, άλλος πάλι εγώ. (18)

10. Μεταγλωσσικό και μεταποιητικό διότι ο ποιητής μας στοχάζεται για τη γλώσσα μέσω της γλώσσας και για την ποίηση μέσω της ποίησης. Θα μπορούσε να είναι ένας ολοκληρωμένος θεωρητικός της λογοτεχνίας με την έννοια ότι η ποιητική του θεωρία, εν είδει μανιφέστου, κατατίθεται με περιεκτικότητα και σαφήνεια στο έργο του. Είναι από τους λίγους ποιητές της γενιάς του, ο οποίος καταθέτει στους στίχους του εμπεριστατωμένα και λεπτομερώς το ποιητικό του όραμα.

11. Ευφυές και απολαυστικό γιατί ο ποιητής εγκαθίσταται μέσα του αλλά ταυτοχρόνως το βλέπει εξ αποστάσεως και γελάει∙ χαίρεται κανείς να το διαβάζει.

12. Το ποιητικό έργο του Μίμη Σουλιώτη είναι έργο των στιγμών και των λέξεων. Ο Μ. Σουλιώτης κάνει ποίηση ό,τι αγαπάει: την καθημερινότητα, τα Βαλκάνια, τη Φλώρινα, την ιστορία, την οικογένεια, τη Μεκάση, τον Μπαχ, τους φίλους, το ποδόσφαιρο, τη γλώσσα και τις λέξεις∙ την ίδια την ποίηση.

Θα τελειώσω με μια εικόνα και ένα ποίημα. Μια εικόνα από τη χθεσινοβραδινή μου βόλτα στον Σακουλέβα, όπου λαμπρά μαβιά, και κίτρινη όχθη ∙ όλα ωραία και μεγάλα φωτισμένα. Όλα μέσω του Καβάφη – του δασκάλου του – παρέπεμπαν στον Μίμη Σουλιώτη – τον δάσκαλό μου.

Και ένα ποίημα από την ποιητική συλλογή μου Πεζή οχούμενη (Κίχλη, 2018):

Ποιητική πρόζα για τον Μ. Σ.

Υψώνεται ευάερος καπνός στις μύτες των ποδιών του (φοράει μαύρα στη ζωή, λέει πως τον κομψεύουν). Αρχίζει να στοιχειοθετεί με προσοχή πάνω στο συνθετήριο. Πρώτα βάζει τη Φλώρινα, την κάνει να χιονίζει. Μετά, κάτω αριστερά, κάποιους βαρύτονους να πίνουν χαρχαλεύοντας εμφύλιες ιστορίες. Τότε φυσάει κι έρχονται χρόνια και ιαχές από το ματς του Ηρακλή (πάλι ισοφαρίστηκε στο ενενηκοστό λεπτό). Στο κέντρο καρφώνει τη στιγμή ώστε να διαρκεί και γύρω της λέξεις που θα αμυνθούν σ’ όλες τις επελάσεις. Τις ταχταρίζει, τους γλυκομιλεί λογάκια μελωμένα: «Μάι μπιλόβντ, πόσο άμο βος, σέρβους βέστερ φιντέλις». Τέλος, νεύει από απέναντι να ’ρθει η ωραία Ελένη με τα κουτσούβελά τους∙ την πιάνει αγκαζέ και χώνονται όλοι αγκαλιά στην άκρη του σελιδοθέτη. Περνάνε χρόνια ξηρικά και αρδεύσιμα. Ώσπου μια μέρα ξαφνικά αυτός ευήλια στάχτη αρχίζει να πετά φωτίζοντας για πάντα τη σελίδα.

Σας ευχαριστώ

1. Στίχος του από το ποίημα «Ολυμπιάδα 2004» της συλλογής Αθήνηθεν, που κυκλοφόρησε το 2014 από τις εκδόσεις Ερμής, μετά τον θάνατο του ποιητή.

2. Ελαφρώς παραλλαγμένος στίχος από το ποίημα «Βορειοδυτικά», που περιλαμβάνεται στη συλλογή Παλιές ηλικίες, εκδ. Ερμής, 2002.

3. Ο Τριαντάφυλλος Κωτόπουλος μαζί με την υποφαινόμενη, τον Ιούνιο του 2020 εξέδωσαν μια μονογραφία για τον Μ. Σουλιώτη με τίτλο Μίμης Σουλιώτης: Ο ποιητής των στιγμών και των λέξεων, εκδ. Gutenberg. Στην αναλυτικότατη και, πραγματικά, εξαιρετική εισαγωγή του, αναφέρει: «…συζητήσαμε αρκετά περί ποίησης. Με έναν ξεχωριστό τρόπο όμως, πρωτόγνωρο για μένα, “στα όριά μου” θα συμπλήρωνα. Όπως οριακά, αλλά ομολογουμένως και πρωτοπόρα κινήθηκε ως υπεύθυνος του Τομέα γραμμάτων του Οργανισμού «Θεσσαλονίκη – Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης» το 1997».

4. Μίμης Σουλιώτης, «Το ηρωικό “χασαπόχαρτο”», Χάρτης 6, Ιούνιος 2019.

⸙⸙⸙

[Πρώτη δημοσίευση στο ηλεκτρονικό Φρέαρ. Δείτε τα περιεχόμενα του όγδοου ηλεκτρονικού μας τεύχους εδώ.]

Σε λίγο καιρό κοντά σας με νέο ηλεκτρονικό τεύχος στο mag.frear.gr

Mag.frear.gr – Τα ηλεκτρονικά μας τεύχη

%d bloggers like this: