για τον Ζακ
Στου Στύγιου ποταμού τις όχθες μόνος
ο μάντης ταλανίζει τη μορφή του.
Μπογιά στα μάτια και στ’ αχείλι,
στην κεφαλή σιάζει βοστρύχους
πλαστικούς και
πάνω απ’ τον χιτώνα φούτερ.
Τα χθόνια νερά τον δείχνουν νέα
κι ας κρέμονται σαν μπαμπακένια κρίματα τα γένια του.
Αυτός τυφλός και το καθρέφτισμα δαρμένη –
όλα τα φρόντισε ο νοικοκύρης Δίας.
Ζωή ζητάς; Ζωές θα λάβεις
Μα, και νεκρός, χρησμούς θα δίνεις
Κάθε Σεπτέμβρη θα σε μνημονεύουν·
ως τα Πυανέψια θα σ’ έχουν λησμονήσει.
Μέχρι κι ο Λάιος γι’ άλλο μαντείο κίνησε
κι ας του ’χες πει από το μέλλον μια αλήθεια
(οι αλήθειες δεν μασκαρεύονται, δεν βάζουν αϊλάηνερ):
Δεν σε σκοτώνει ο υιός, οι άλλοι σε σκοτώνουν.