Η παρουσία των Ρωμαίων νεωτερικών στην ποίηση του Δ. Σολωμού:
Το σπουργίτι του Κάτουλλου και το σονέτο στην Τζαννέττα Πάουερ
1. Εισαγωγικά
Θεωρητικός στόχος της παρούσης μελέτης είναι η διερεύνηση των απηχήσεων της ποίησης του Ρωμαίου ποιητή Κάτουλλου στο ιταλόγλωσσο σονέτο του Δ. Σολωμού, με τίτλο: «XLIII. Alla Signora Giannetta Power, nata Villepreux da Messina per la morte di un suo agnellino» [1]. Αναμφισβήτητα όλο το ποιητικό έργο του Σολωμού βρίθει διακειμενικών αναφορών και επιδράσεων είτε αυτές προέρχονται από τη μοντέρνα λογοτεχνία της εποχής του είτε από αυτήν της κλασικής αρχαιότητος· είναι όμως ιδιαίτερα σημαντικό να εντοπισθεί και να αναλυθεί η λειτουργία του αρχαιογνωστικού υλικού, όπου αυτό απαντάται στο σολωμικό corpus, καθότι είναι σχετικά σπάνιο και εν ταυτώ πολύτιμο για την ανάδειξη της σχέσης του Επτανήσιου ποιητή με τη λατινική και την αρχαία ελληνική γραμματεία.
Ειδικότερα, οι αναφορές του Σολωμού στη λατινική γραμματεία είναι λιγοστές και πολύ συγκεκριμένες· όποτε εντοπίζεται ένα τέτοιο διακειμενικό στοιχείο, είναι περιορισμένο, αλλά εξόχως καθοριστικό για να εξαχθούν σχετικές διαπιστώσεις αναφορικά με τα λογοτεχνικά πρότυπα στα οποία ερείδεται το ποιητικό κείμενο, αλλά και η ιδιαίτερη στοχοθεσία του καλλιτέχνη [2]. Στο υπό εξέταση ποίημα του Δ. Σολωμού μάς ενδιαφέρει πρωτίστως η ενέργεια της συνθέσεως από τον συγγραφέα αλλά και η γενικότερη αισθητική που διέπει το έργο του. Για να γίνουμε σαφέστεροι, θα πρέπει εκ προοιμίου να θέσουμε ορισμένα καίρια ερωτήματα, τα οποία θα είναι καθοριστικά για τη σύνολη εξέλιξη της έρευνάς μας στο παρόν πλαίσιο: Το λατινικό διακείμενο υιοθετείται ενσυνειδήτως από τον ποιητή ή έχει και το ίδιο ένα απώτερο κειμενικό πρότυπο; Το διακείμενο αυτό πώς εγκειμενοποιείται και ποιος είναι ο τελικός αισθητικός στόχος; Πράγματι, πρόκειται για μία δέσμη οδηγητικών ερωτημάτων αναφορικά με τη διαδικασία ώσμωσης του υλικού αλλά και τη στάση του Σολωμού έναντι της αρχαίας παράδοσης.
Εν συνεχεία, θα ασχοληθούμε με τη λειτουργία του διακειμένου από τα Carmina 2, 2b, 3 του Κάτουλλου, ιδίως με το θέμα του σπουργιτιού, το οποίο εμφανίζεται με την λέξη passer και συνιστά μία βασική έννοια στην ποιητική αυτών των τριών ποιηματίων. Το σπουργίτι, που στην μετάφραση του Κεντρωτή γίνεται γαρδέλι, στο liber Catullianus κατέχει κεντρική θέση, αποτελώντας ένα θεματικό δάνειο από την Παλατινή Ανθολογία [3]. Εν γένει, η χρήση όλων αυτών των συνδηλώσεων από τον Σολωμό αποσκοπεί στο να δημιουργήσει ένα ισχυρό μουσικό effect διά της ποιήσεως, προκειμένου να μεταδώσει στον αναγνώστη ένα ηδύ και συνάμα υψηλό συναίσθημα νοσταλγίας και ρομαντικής αναπόλησης, σε συνδυασμό με μια προσπάθεια εγκωμιασμού της Τζ. Πάουερ. Αυτό είναι μία ανώτερη επιδίωξη της σολώμειας ποιητικής, η οποία έχει ως απώτερο διακειμενικό πρότυπο την αρχαϊκή λυρική ποίηση, και ιδιαίτερα αυτήν της Σαπφούς, διαμεσολαβημένη μέσω της ποιήσεως του Κάτουλλου. Με λίγα λόγια, ο διακειμενικός άξονας συγκροτείται από τα εξής στάδια τοποθετημένα σε μία γραμμική χρονική ακολουθία: α) Η λυρική ποίηση, η οποία παρέχει το θεματικό μοτίβο του οικιακού ζώου στην ποίηση των ελληνιστικών χρόνων, β) τα Carmina του Κάτουλλου, και γ) Το ποίημα για την Τζανέττα Πάουερ του Δ. Σολωμού. Ας ξεκινήσουμε όμως πρώτα με την επίδραση της Σαπφούς στην ποίηση του Κάτουλλου [4], αναφορικά με το μοτίβο του σπουργιτιού, και ακολούθως θα εξετάσουμε την πρόσληψή της στο ποιητικό σύνθεμα του Σολωμού.

2. Απηχήσεις της σαπφικής ποίησης στα Carmina του Κάτουλλου
Τα ποιήματα του Κάτουλλου [5], που περιέχουν αναφορές σε σπουργίτι, έχουν ως αφετηριακό σημείο την ποίηση της Σαπφούς. Πρόκειται δηλαδή για μια πηγή εμπνεύσεως του Ρωμαίου ποιητή, η οποία τοποθετείται στην αρχαϊκή εποχή. Ιδίως, ο ύμνος στην θεά Αφροδίτη περιέχει την αναφορά στο σπουργίτι ως του πουλιού της αγάπης. Ιδού ο ύμνος της Σαπφούς [6]:
ποικιλόθρον’ ἀθανάτ’ (1D, 191P)
ποικιλόθρον’ ἀθανάτ’ Ἀφρόδιτα,
παῖ Δίος δολόπλοκε, λίσσομαί σε·
μή μ’ ἄσαισι μηδ’ ὀνίαισι δάμνα,
πότνια, θῦμον,
ἀλλὰ τυίδ’ ἔλθ’, αἴ ποτα κἀτέρωτα
τὰς ἔμας αὔδας ἀίοισα πήλοι
ἔκλυες, πάτρος δὲ δόμον λίποισα
χρύσιον ἦλθες
ἄρμ’ ὐπασδεύξαισα· κάλοι δέ σ’ ἆγον
ὤκεες στροῦθοι περὶ γᾶς μελαίνας
πύκνα δίννεντες πτέρ’ ἀπ’ ὠράνω ἴθε-
ρος διὰ μέσσω·
αἶψα δ’ ἐξίκοντο· σὺ δ’, ὦ μάκαιρα,
μειδιαίσαισ’ ἀθανάτωι προσώπωι
ἤρε’ ὄττι δηὖτε πέπονθα κὤττι
δηὖτε κάλημμι
κὤττι μοι μάλιστα θέλω γένεσθαι
μαινόλαι θύμωι· τίνα δηὖτε πείθω
.. σάγην ἐς σὰν φιλότατα; τίς σ’, ὦ
Ψάπφ’, ἀδικήει;
καὶ γὰρ αἰ φεύγει, ταχέως διώξει,
αἰ δὲ δῶρα μὴ δέκετ’, ἀλλὰ δώσει,
αἰ δὲ μὴ φίλει, ταχέως φιλήσει
κoὐκ ἐθέλοισα.
ἔλθε μοι καὶ νῦν, χαλέπαν δὲ λῦσον
ἐκ μερίμναν, ὄσσα δέ μοι τέλεσσαι
θῦμος ἰμέρρει, τέλεσον, σὺ δ’ αὔτα
σύμμαχος ἔσσο.
[Frag. 1, στίχοι 1-28]
Η νεοελληνική μετάφραση:
Aθάνατη Aφροδίτη, που κάθεσαι σε πλουμιστό θρόνο,
κόρη του Δία πολυμήχανη, σε παρακαλώ: δέσποινα,
μη βασανίζεις με έγνοιες και στεναχώριες την καρδιά μου!
Aλλά έλα κοντά μου, αν κάποτε άλλοτε άκουσες
τη φωνή μου από μακριά και εισάκουσες την
προσευχή μου. Tότε άφησες το χρυσό παλάτι του
πατέρα σου και ήρθες ζεύοντας την άμαξά σου.
Όμορφα σπουργίτια σε φέρανε γρήγορα κάτω
στη μαύρη γη.
Xτυπώντας γοργά τα φτερά τους και διασχίζοντας τον
αιθέρα ήρθαν από τον ουρανό. Γρήγορα φτάσανε· κι εσύ,
μακαρισμένη, με γελαστό το αθάνατό σου πρόσωπο,
με ρωτούσες τι έπαθα πάλι, γιατί σε κάλεσα πάλι,
τι επιθυμεί πιο πολύ η τρελή καρδιά μου. «Ποιο αγαπημένο
πρόσωπο πρέπει η πειθώ να φέρει τώρα στην αγάπη σου;
Πες μου, Σαπφώ, ποιος σε αδικεί;
Σε αποφεύγει; Σύντομα θα σε κυνηγήσει η ίδια. Δε δέχεται
δώρα; Θα σου προσφέρει η ίδια. Δε σ’ αγαπά; Σύντομα θα
σ’ αγαπήσει, ακόμη και παρά τη θέλησή της.» Έλα και τώρα
και λύτρωσέ με από το βαρύ μαράζι. Eκπλήρωσε αυτό που
η καρδιά μου ποθεί να γίνει και γίνε σύμμαχός μου.
[Η μετάφραση είναι του Δ. Iακώβ, ειλημμένη από εδώ, πρόσβαση την 17.4.2021]
Το ποίημα αυτό αποτελεί ένα συνδυασμό ύμνου και ερωτικού τραγουδιού [7]. Η Αφροδίτη περιγράφεται ως η αθάνατη κόρη του Διός, στην οποίαν απευθύνεται η έκκληση από την ποιήτρια για να την απαλλάξει από την αγωνία όπως είχε πράξει στο παρελθόν. Η ποιήτρια προσδοκά να έρθει πάνω σε ένα χρυσό άρμα που το σέρνουν σπουργίτια:
«ἄρμ’ ὐπασδεύξαισα· κάλοι δέ σ’ ἆγον
ὤκεες στροῦθοι περὶ γᾶς μελαίνας
πύκνα δίννεντες πτέρ’ ἀπ’ ὠράνω ἴθε-
ρος διὰ μέσσω·»
Ακολούθως διαμείβεται μία φανταστική συζήτηση μεταξύ της Αφροδίτης και της ποιήτριας, στην οποίαν η θεά αντιλαμβάνεται το παράπονο της κοπέλας και υπόσχεται ότι συντόμως θα την αγαπήσει παρά τη θέλησή της:
«ἔλθε μοι καὶ νῦν, χαλέπαν δὲ λῦσον
ἐκ μερίμναν, ὄσσα δέ μοι τέλεσσαι
θῦμος ἰμέρρει, τέλεσον, σὺ δ’ αὔτα
σύμμαχος ἔσσο.»
Η πρακτική στις τρέχουσες εκδόσεις της Σαπφούς επιτάσσει να τίθεται το εν λόγω ποίημα ως ένα από τα πρώτα, όπως και στο έργο του Κάτουλλου τα αντίστοιχα με τα σπουργίτια. Όπως δυνάμεθα να συναγάγουμε από τα συμφραζόμενα, τα πουλιά αυτά επέχουν θέση ερωτικού συμβόλου. Η εν λόγω ερωτόθεμη ποίηση του Κάτουλλου και της Σαπφούς εκφράζουν το άγχος για την ανεκπλήρωτη αγάπη. Τα ποιήματα του Κάτουλλου αποτελούν τω όντι μια δημιουργική μίμηση του έργου της Σαπφούς. Στο πρώτο ποίημα το σπουργίτι είναι απλώς ένα κατοικίδιο ζώο, όπως καταλαβαίνουμε από τις λέξεις deliciae, ludere, in sinu tenere, acris incitare morsus, iocari. Αντιθέτως, στην Σαπφώ, το σπουργίτι αποκτά ερωτικές προεκτάσεις. Και στις δύο περιπτώσεις το πουλί συμβολίζει την ταραγμένη ψυχική κατάσταση του ερωτευμένου. Πρόκειται για ένα συναίσθημα αρκετά οικείο στην ελληνική και στη λατινική ποίηση [8]. Η ηρωίδα του Κάτουλλου, η Λεσβία, παραπέμπει άμεσα στην Αφροδίτη της Σαπφούς. Γενικώς, ταυτίζονται οι δύο ερωτικές γυναικείες φιγούρες, οι οποίες συγκροτούν ένα ισχυρό ερωτικό σύμβολο. Οι στροῦθοι στην Σαπφώ είναι οι κομιστές της αγάπης, ενώ στον Κάτουλλο παρουσιάζεται το πλείστον ως ένα απλό κατοικίδιο, με το οποίο διασκεδάζει ευχάριστα η ηρωίδα των ποιημάτων του. Εν τέλει, στο ποίημα 3 ο ποιητής θρηνεί την απώλεια του σπουργιτιού, γιατί η ερωμένη του δεν θα έχει αντικείμενο ψυχαγωγίας [9]· ίσως εδώ να διαφαίνεται η απογοήτευση του ποιητικού υποκειμένου για τη σταθερότητα του ερωτικού συναισθήματος και την αφοσίωση της αγαπημένης του. Το σπουργίτι ως ποιητικός τόπος δημιουργεί ένα κλίμα ιλαροτραγωδίας, μια αμφιταλάντευση μεταξύ σοβαρότητος και κωμικού στοιχείου. Παράλληλα όμως με την απώλεια του κατοικίδιου διαφαίνεται η πιθανότητα για τη γέννηση ενός νέου έρωτα που θα καλύψει το κενό αυτού που χάθηκε οριστικώς.
Ας δούμε τώρα όμως το πώς προσλαμβάνεται το αρχαιογνωστικό υλικό στο ποίημα για την Τζαννέττα Πάουερ και εάν μεταβάλλεται ή συμπληρώνεται η αρχική του σημασία.
3. Η διαδικασία της πρόσληψης των carmina 2, 2b, 3 του Κάτουλλου στο ποίημα του Σολωμού για την Τζ. Πάουερ
Πρώτον, ας παραθέσουμε εδώ το ιταλόγλωσσο ποίημα του Σολωμού [10]:
XLIII. ALLA SIGNORA GIANNETTA POWER
NATA VILLEPREUX DA MESSINA
PER LA MORTE DI UN SUO AGNELLINO
Canta di Lesbia il passero amoroso
Sul mirto albergator d’ Anacreonte,
E l’ agnel che lasciotti il cuor doglioso
Ribelando a quel mirto alza la fronte.
Spesso viene il cantor che fe’ famoso
A Sicilia ogni ramo ed ogni fonte,
E tranquillo s’ adagio al rugiadoso
Regno immortale del vicino monte.
Il Tejo vate e il Siculo ascoltando
Stannosi, il labbro aprendo ad un sorriso,
Le note che costor van modulando.
Van modulando per estremo vanto,
Fra gli eterno silenzi dell’ Eliso,
Il bel pianto di Lesbia e il tuo bel pianto.
Και η νεοελληνική μετάφραση [του Γ. Κεντρωτή]:
42. ΣΤΗΝ ΚΥΡΙΑ ΤΖΑΝΝΕΤΤΑ ΠΑΟΥΕΡ,
ΤΟ ΓΕΝΟΣ ΒΙΛΠΡΑΙ, ΑΠΟ ΤΗ ΜΕΣΣΗΝΗ
ΓΙΑ ΕΝ’ ΑΡΝΑΚΙ ΤΗΣ ΠΟΥ ΠΕΘΑΝΕ
Πῶς τραγουδάει τῆς Λεσβίας τὀ γαρδέλι
ἀπὸ ἔρωτα στὰ μύρτα πάνω, ἐνῶ ὁ Ἀνακρέων
τὸ σεγκοντάρει, καἰ τ’ ἀρνάκι σου πῶς θέλει
μὲ βελασμοὺς νὰ εἰπεῖ πὼς ζεῖ! Καὶ ὑπὲρ τὸ δέον
συχνόρχεται ὣς τὰ ‘δῶ ὁ ἀοιδός, ποὺ τῶν σικελι-
κῶν δέντρων κλάδους καὶ νεράκια τῶν ὡραίων
πηγῶν τραγούδησε, νἀ γλυκαθεῖ μὲ μέλι
ἀπ’ τὰ πευκόδασα τῶν διπλανῶν ὀρέων.
Ὁ τήιος ψάλτης μὲ τὸν Σικελὸ ἀκοῦνε
καλοχαμογελῶντας πῶς τῶν ἀσπασίων
δύο ζώων οἱ φωνὲς θαυμάσια μελωδοῦνε,
γιὰ ν’ ἁρμονίσουν στὸ ὕστατό τους τὸ ἐγκώμιο
μὲς στὴν αἰώνια σιγαλιὰ τῶν Ἠλυσίων
τὸ κλάμα τῆς Λεσβίας πού ‘ν’ μὲ τὸ δικό σου ὅμοιο.
Στο εν λόγω ποίημα του Δ. Σολωμού εμφανίζεται η Λεσβία και το σπουργίτι, ένα θεματικό μοτίβο ειλημμένο από τα πρώτα Carmina του Κάτουλλου και το οποίο έχει ταυτισθεί με την ερωτική έξαψη, τη σχέση των δύο εραστών, τον ανεκπλήρωτο έρωτα κ.ά. Η Λεσβία και το κατοικίδιό της συγκρίνονται με το απολεσθέν αρνάκι της κ. Πάουερ και, στο τέλος, σε μια λυρική έξαρση μεταφυσικής υφής, τα δύο ζώα ενώνουν τις φωνές τους στα Ηλύσια Πεδία για να εξυμνήσουν τους ιδιοκτήτες τους. Πριν προχωρήσουμε στην καθαυτή ανάλυση, ας δούμε ορισμένα στοιχεία για την κ. Τζαννέττα Πάουερ και γιατί ο Σολωμός τής αφιέρωσε ένα ολόκληρο ποίημά του.

Η Jeanne Villepreux-Power (24 Σεπτεμβρίου 1794 – 25 Ιανουαρίου 1871) υπήρξε μια διαπρεπὴς Γαλλίδα φυσιοδίφης και βιολόγος θαλασσίων οικοσυστημάτων, η οποία ήταν η πρώτη που δημιούργησε ειδικά ενυδρεία για να παρακολουθεί εκ του σύνεγγυς την εξέλιξη των διαφόρων ειδών. Ήταν πρωτοπόρος στο πεδίο των ερευνών της, καθώς εφηύρε τα περίφημα «cages à la Power» για τις επιστημονικές της παρατηρήσεις της στη Μεσσήνη της Ιταλίας [11]. Επρόκειτο για μια πολύ γνωστή προσωπικότητα στην εποχή της, η οποία με τις ανακαλύψεις της έδωσε νέα ώθηση στη θαλάσσια οικοβιολογία.
Επανερχόμενοι στο ποίημα, ο Σολωμός αφιερώνει το σύνθεμά του στην Πάουερ «για έν’ αρνάκι της που πέθανε», δημιουργώντας έτσι ένα νέο μυθο-λογοτεχνικό πλαίσιο, στο οποίο θα εντάξει την δική του ηρωίδα και το νέο κατοικίδιο, που εδώ είναι ένα μικρό αρνάκι. Αμέσως τής απευθύνεται σε ευθύ λόγο, συγκρίνοντας το ερωτικό τραγούδι του σπουργιτιού με το βέλασμα του αρνιού· σκοπός του είναι να προκαλέσει μια έντονη εντύπωση για την προσωπικότητα της Πάουερ, αλλά και παραλλήλως να καταδείξει την ευαίσθητη, λεπτή και αγαπητική σχέση που υφίσταται μεταξύ της γυναίκας και του ζώου:
Canta di Lesbia il passero amoroso
Sul mirto albergator d’ Anacreonte,
E l’ agnel che lasciotti il cuor doglioso
Ribelando a quel mirto alza la fronte.
Πῶς τραγουδάει τῆς Λεσβίας τὸ γαρδέλι
ἀπὸ ἔρωτα στὰ μύρτα πάνω, ἐνῶ ὁ Ἀνακρέων
τὸ σεγκοντάρει, καὶ τ’ ἀρνάκι σου πῶς θέλει
μὲ βελασμοὺς νὰ εἰπεῖ πὼς ζεῖ! Καὶ ὑπὲρ τὸ δέον [..]
Το ίδιο πράττει και ο Κάτουλλος στο carmen 2, απευθυνόμενος στο σπουργίτι ήδη από την αρχή του ποιήματος:
Passer, dēliciae meae puellae,
quīcum lūdere, quem in sinū tenēre,
cui prīmum digitum dare appetentī
et ācrīs solet incitāre morsūs, […]
Σπουργίτι, χαρά της αγαπημένης μου,
που με σένα παίζει, σε έχει στην αγκαλιά της,
και με την άκρη του δαχτύλου της σε πειράζει
για να τσιμπάς δυνατά […] [12]
Παρατηρούμε ότι και τα δύο ζώα είναι χαρούμενα, αλλά αυτό που μεταβάλλεται στα στα σολωμικά συμφραζόμενα είναι ο χώρος στον οποίον το σπουργίτι αναπτύσσει την παιγνιώδη δραστηριότητά του: πρόκειται για τα μύρτα, ένα λουλούδι κατ’ εξοχήν σύμβολο της ποιήσεως, κοντά στο οποίο «σεγκοντάρει ο Ανακρέων». Ο Ανακρέων ως ο ποιητής της εύθυμης διάθεσης προσδίδει τον ερωτικό τόνο στο τραγούδι του σπουργιτιού, ενισχύοντας παράλληλα τον έντονο συμβολιστικό χαρακτήρα του βελάσματος του αρνιού. Οι ήχοι των ζώων μάς εισάγουν στο ρομαντικό σκηνικό, το οποίο διευρύνεται σημαντικά, για να αποκτήσει το ερωτικό κάλεσμα ένταση, ελευθερία και ποιότητα [13]· το αρνάκι είναι το σύμβολο της αθωότητος, ένα καινοτόμο στοιχείο που υπογραμμίζει εμφατικώς τις υψηλές επιδιώξεις και στόχους της επιστήμονος Πάουερ.
Σταδιακά σχηματίζεται μια ετερόκλητη χορωδία, η οποία συμπληρώνεται και από την παρουσία του «Σικελού αοιδού», δηλαδή του βουκολικού ποιητή Θεοκρίτου που συνέθεσε τα περίφημα Ειδύλλια. Ο Σικελός λοιπόν αοιδός «συχνόρχεται ὣς τὰ ʼδῶ […] γιὰ νὰ γλυκαθεῖ μὲ μέλι ἀπ’ τὰ πευκόδασα τῶν διπλανῶν ὀρέων». Ἡ γλυκύτητα του εξυμνητικού τραγουδιού του εξισώνεται με την αφοσίωση των δύο ζώων στους κατόχους τους. Ο Ανακρέων («Ὁ τήιος ψάλτης») και ο Θεόκριτος («ο Σικελός») ακούνε με χαρά τις δύο θαυμάσιες μελωδίες των ζώων καθώς αυτές εναρμονίζονται σε ένα μεταφυσικό πεδίο, αυτό των Ηλυσίων, με το κλάμα της Λεσβίας. Το κλάμα των δύο γυναικών, Λεσβίας και Πάουερ, είναι το αποδεικτικό στοιχείο του θρήνου τους για τον χαμό των κατοικιδίων τους. Τα δύο ζώα επαινούν τις κυρίες τους στην «αιώνια σιγαλιά» του άλλου Κόσμου, για να ολοκληρωθεί έτσι το εγκώμιο προς αυτές.
Εύθυμη διάθεση και λεπταίσθητος ερωτισμός είναι τα κυρίαρχα συναισθήματα που διέπουν το ποίημα. Η απώλεια του ζώου είναι το θεμελιώδες κίνητρο του Σολωμού για να συνθέσει το εγκώμιό του για τη διακεκριμένη γυναίκα επιστήμονα («puella docta») και να εξάρει έτσι εν ταυτώ τον έντονο ζήλο και την αξιόλογη ερευνητική της δραστηριότητα. Η πρόσληψη του μοτίβου του σπουργιτιού από τον Κάτουλλο αποσκοπεί στο να καταξιώσει την Πάουερ ως μια ρυθμιστικού τύπου persona στο σολωμικό ποίημα αναφορικά με τις έννοιες της πίστης και της αφοσίωσης. Η συμβολιστική λειτουργία του έρωτα, την οποίαν επιτελεί η Λεσβία στην ποίηση του Κάτουλλου, ενεργοποιείται στον Σολωμό με την αναφορά στην Πάουερ και το «αρνάκι της».
Έρωτας και θρήνος συγκροτούν μια μελοδραματική ατμόσφαιρα, η οποία μάς παραπέμπει στο ποίημα 3 του Κάτουλλου και τον θρήνο για την απώλεια του σπουργιτιού:
Lūgēte, Ō Venerēs Cupīdinēsque,
et quantum est hominum venustiōrum:
passer mortuus est meae puellae,
passer, dēliciae meae puellae,
quem plūs illa oculīs suīs amābat.
nam mellītus erat suamque nōrat
ipsam tam bene quam puella mātrem,
nec sēsē ā gremiō illīus movēbat,
sed circumsiliēns modo hūc modo illūc
ad sōlam dominam ūsque pīpiābat.
qui nunc it per iter tenebricōsum
illūc, unde negant redīre quemquam.
at vōbīs male sit, malae tenebrae
Orcī, quae omnia bella dēvorātis:
tam bellum mihi passerem abstulistis
ō factum male! ō miselle passer!
tuā nunc operā meae puellae
flendō turgidulī rubent ocellī.
Στο συγκεκριμένο ποίημα ο Κάτουλλος συνεχίζει την ενασχόλησή του με το σπουργίτι, για τον θάνατο τού οποίου θρηνεί γοερά εκφράζοντας ισχυρά ερωτικά συναισθήματα. Παρομοίως ο Σολωμός εξωτερικεύει τον θαυμασμό του για την Πάουερ με ένα πολύ κομψό και αριστοτεχνικό τρόπο, τοποθετώντας το εγκώμιό του στο στόμα των ζώων και σε έναν μυθικό κόσμο, αυτόν των Ηλυσίων. Ο θάνατος όμως στο σημείο αυτό δεν είναι η καταστροφική δύναμη που σφραγίζει τον κύκλο της ζωής· είναι η ευκαιρία για να αποθεωθεί ο έρωτας για την επιστήμη, έτσι όπως τον διακρίβωσε ο Σολωμός στα επιτεύγματα της Πάουερ [14].
4. Συμπεράσματα
Το βέβαιο είναι ότι ο Σολωμός προσλαμβάνει μοτίβα και θέματα από τον Κάτουλλο, προκειμένου να πλέξει το δικό του εγκώμιο για μια γυναίκα που αγαπά την επιστήμη. Μέσω της ποίησής του στοχεύει στο να επαινέσει τον ερευνητικό οίστρο της Πάουερ, την οποίαν αναμφισβήτητα θαυμάζει. Η αναφορά στο αρνάκι που πέθανε αναδεικνύει την αθωότητα του ίδιου του ποιητικού υποκειμένου, το οποίο αποπειράται σταδιακώς να εκφράσει μια θετική στάση έναντι της θαυμαζομένης, η οποία εν τέλει αποθεώνεται με το υμνητικό άσμα του νεκρού ζώου στα Ηλύσια Πεδία. Πάντα παρόντες είναι ο Ανακρέων και ο Θεόκριτος, δύο ποιητές που έχουν συνδεθεί άρρηκτα με την εξύμνηση του έρωτα. Ο Σολωμός προσφέρει τον θαυμασμό του στην Πάουερ με τον πιο αγνό τρόπο, χρησιμοποιώντας το αθώο αρνί ως alter ego για να επιτύχει τον σκοπό του. Η Λεσβία και το σπουργίτι της είναι ένα θεματικό μοτίβο από τον Κάτουλλο [15], το οποίο πιστοποιεί την αφοσίωση του ποιητή στο αντικείμενο του εγκωμίου του.
Ο Κάτουλλος και ο Σολωμός δεν συνιστούν μονάχα μια διακειμενική δυάδα· είναι τα πρόσωπα που ενσαρκώνουν τον ρομαντισμό σε όλο του το μεγαλείο, ο καθένας με τον δικό του τρόπο, στην δική του εποχή, υπό άλλες κατά περίπτωση συνθήκες. Το αρνάκι στον Σολωμό δεν είναι μονάχα μια στείρα μίμηση του Κάτουλλου και του σπουργιτιού του· είναι το μέσον για να κτίσει ο Σολωμός τη δική του καλλιτεχνική διάσταση του έρωτα και να τον εξυψώσει με την λογοτεχνική περιωπή ενός επιγράμματος [16]: το φαντασιακό στοιχείο του νεαρού αρνιού μεταμορφώνει την Πάουερ σε μια θεά της επιστήμης, την οποίαν υμνούν τα ζώα ακόμη και στην άλλη τους ζωή.
⸙⸙⸙
Σημειώσεις
1. Σε όλο το κείμενό μας θα αναφερόμαστε στην πρόσφατη μετάφραση των ιταλογλώσσων ποιημάτων του Δ. Σολωμού από τον κ. Γ. Κεντρωτή, η οποία είναι η εξής: Διονύσιος Σολωμός, Άπαντα τα ιταλικά [μετφρ. και επιλεγόμενα Γ. Κεντρωτής], εκδ. Gutenberg, Αθήνα 2021. Το ποίημα ευρίσκεται στην σελίδα 208 τής εν λόγω εκδόσεως (η μετάφρασή του είναι στη σελίδα 209), και ο ελληνόγλωσσος τίτλος του είναι: «Στην κυρία Τζαννέτα Πάουερ, το γένος Βιλπραί, από τη Μεσσήνη για έν’ αρνάκι της που πέθανε».· Επίσης, Ν. Τωμαδάκης, Ο Σολωμός και οι αρχαίοι, σ. 75.
2. Για τη λατινομάθεια του Σολωμού βλ. τις διαπιστωτικές παρατηρήσεις στο εξής άρθρο: V. Rotolo, «Η λατινομάθεια του Σολωμού», Ερανιστής 7 (1964), σσ. 1-6.
3. Αναλυτικά για το θέμα, βλ. J. David Bishop, «Catullus 2 and Its Hellenistic Antecedents», Classical Philology 61 (1966), σσ. 158-167.
4. Βλ. C. J. Fordyce, Catullus, A Commentary, Oxford University Press 1961.
5. Για τον Κάτουλλο γενικώς, βλ. M. B. Skinner (ed.), A Companion to Catullus, Blackwell 2007.· T. P. Wiseman, Catullus and His World: A Reappraisal, Cambridge University Press 2002.
6. Η έκδοση που ακολουθούμε είναι η εξής: E. Lobeland, D. L. Page, Poetarum Lesbiorum fragmenta, Oxford 1955 (ανατύπ. 1968).
7. Βλ. F. E. Brenk, «Non primus pipiabat: Echoes of Sappho in Catullus’ “passer” Poems», Latomus 39 (JUILLET-SEPTEMBRE 1980), σ. 710.
8. Στο ίδιο, σ. 713.
9. Βλ. γενικά για την πολυλειτουργικότητα του σπουργιτιού στα Carmina του Κάτουλλου στο εξής άρθρο: R. W. Hooper, «In Defence of Catullus’ Dirty Sparrow», Greece & Rome 32 (1985), σσ. 162-178.
10. Βλ. Άπαντα τα ιταλικά, ό.π., σ. 208.
11. Για την Jeannette Power βλ. αναλυτικώς M. d’ Angelo, «Da “Cenerentola” a “Dama degli Argonauti”: Jeannette Villepreux Power a Messina (1818-1843)», Naturalista Siciliano 36 (2012), σσ. 191-224.· Επίσης, G. Alù, Beyond the Traveller’s Gaze: Expatriate Ladies Writing in Sicily (1848-1910), σ. 41.
12. Η μετάφραση δική μου.
13. Βλ. J. W. Jones, Jr., « Catullus’ ‘Passer’ as ‘Passer’», Greece & Rome 45 (1998), σσ. 190-191.
14. Βλ. M. Johnson, «Catullus 2b: The Development of a Relationship in the Passer Trilogy», The Classical Journal 99 (2003), σ. 30.
15. Βλ. C. Hild, Liebesgedichte als Wagnis. Emotionen und generationelle Prozesse in Catulls Lesbiagedichten, St.Ingbert: Röhrig 2013.
16. Βλ. J. Ingleheart, «Catullus 2 and 3: A Programmatic Pair of Sapphic Epigrams?», Mnemosyne 6 (2003), σ. 551.
Βιβλιογραφικές αναφορές
Alù G., Beyond the Traveller’s Gaze: Expatriate Ladies Writing in Sicily (1848-1910), Peter Lang, 2008.
Bishop J. David, «Catullus 2 and Its Hellenistic Antecedents», Classical Philology 61 (1966), σσ. 158-167.
Brenk F. E., «Non primus pipiabat: Echoes of Sappho in Catullus’ “passer” Poems», Latomus 39 (1980), σσ. 702-716.
d’ Angelo M., «Da ‘’Cenerentola’’ a ‘’Dama degli Argonauti’’: Jeannette Villepreux Power a Messina (1818-1843)», Naturalista Siciliano 36 (2012), σσ. 191-224.
Fordyce C. J., Catullus, A Commentary, Oxford University Press 1961.
Hild C., Liebesgedichte als Wagnis. Emotionen und generationelle Prozesse in Catulls Lesbiagedichten, St.Ingbert: Röhrig 2013.
Hooper R. W., «In Defence of Catullus’ Dirty Sparrow», Greece & Rome 32 (1985), σσ. 162-178.
Ingleheart J., «Catullus 2 and 3: A Programmatic Pair of Sapphic Epigrams?», Mnemosyne 6 (2003), σσ. 551-565.
Johnson M., «Catullus 2b: The Development of a Relationship in the Passer Trilogy», The Classical Journal 99 (2003), σσ. 11-34.
Jones, Jr.J. W., «Catullus’ ‘Passer’ as ‘Passer’», Greece & Rome 45 (1998), σσ. 188-194.
Lobeland E., Page D. L., Poetarum Lesbiorum fragmenta, Oxford 1955 (ανατύπ. 1968).
Rotolo V., «Η λατινομάθεια του Σολωμού», Ερανιστὴς 7 (1964), σσ. 1-6.
Skinner M. B. (ed.), A Companion to Catullus, Blackwell 2007.
Wiseman T. P., Catullus and His World: A Reappraisal, Cambridge University Press 2002.
Σολωμός Δ., Άπαντα τα ιταλικά [μετφρ. και επιλεγόμενα Γ. Κεντρωτής], εκδ. Gutenberg, Αθήνα 2021.
Ν. Τωμαδάκης, Ο Σολωμός και οι αρχαίοι, Αθήναι 1943.
⸙⸙⸙
[Πρώτη δημοσίευση στο ηλεκτρονικό Φρέαρ. Δείτε τα περιεχόμενα του τρίτου ηλεκτρονικού μας τεύχους εδώ.]