frear

Κάμντεν Χιλ – της Ιώς Κούκη

Ξεκίνησαν μετά το τέλος της βροχής. Το χώμα μύριζε γονιμότητα και ο αέρας είχε ζεσταθεί με μιας. Το μονοπάτι ήταν καταπράσινο και στο βάθος ο λόφος, παρόλο που έφερνε τρομακτικά σε φαλικό σύμβολο, δεν τις τρόμαζε στη θέα. Ήταν η πιο όμορφη στιγμή της μέρας για μια βόλτα έξω από την πόλη. Στόχος τους ήταν να φτάσουν στην κορυφή και να κατέβουν πριν νυχτώσει τελείως, ώστε να έχουν γυρίσει στα σπίτια τους για το βραδινό γεύμα.

Φορούσαν και οι τρεις τζιν παντελόνια, ένα ελαφρύ ζακετάκι για την ψύχρα που θα ερχόταν με τη δύση του ηλίου, μονόχρωμα κοντομάνικα, κολιέ, σκουλαρίκια και τα παπούτσια της γνωστής μάρκας που διαφημίζονται για την άνεση τους. Οι κινήσεις τους μαρτυρούσαν την επί χρόνια φιλία τους, χέρια και πόδια δεν μπλέκονταν, τα κεφάλια τους ήταν εναρμονισμένα στην ίδια ευθεία και οι απτικές επαφές ήταν οικείες, με άρωμα καθημερινότητας. Προχωρούσαν στον ίδιο ρυθμό και όταν ένα βήμα ξέφευγε, αμέσως η ισορροπία ξαναβρισκόταν σε νέο ημιτόνιο.

Τέτοιο καιρό πέρυσι είχαν μόλις γυρίσει από το ταξίδι τους στη Δανία. Ένα μεσημέρι στην Κοπεγχάγη είχαν αποκοιμηθεί στις όχθες της λίμνης της Κριστιάνια· όταν ξύπνησαν ήδη ακούγονταν οι φωνές των πρώτων θαμώνων που έβρισκαν τον χώρο τους στα κιόσκια και τους πάγκους στις αυλές των μπαρ, με τις πρώτες μπύρες και τα πρώτα τσιγάρα στο χέρι. Ήταν οι πρώτες ζεστές μέρες της χρονιάς αλλά δεν είχαν προνοήσει να φέρουν πέδιλα μαζί τους. Είχαν αγοράσει τα καινούργια μοντέλα της μάρκας με τις άνετες σόλες, αλλά τα κρατούσαν για το καλοκαιρινό κάμπινγκ. Περπάτησαν για λίγο ξυπόλητες και έβγαλαν φωτογραφίες στη γεφυρούλα. Το βράδυ είχαν κανονίσει μπύρες και φαγητό στην πιο μποέμ ή χίπυ γειτονιά του Vesterbro. Τους άρεσε αυτό το στυλ και η κουλτούρα που συνεπαγόταν. Ποτέ δεν ήταν οι γυναίκες του ρεστοράν, του ακριβού κοκτέιλ μπαρ ή του σικάτου γκάρντεν πάρτυ.

Πιο νέες, μάζευαν κατσαρολικά, κονσέρβες, στρώματα και αναπτήρες και έφευγαν για τρεις ή τέσσερις βδομάδες σε έρημες παραλίες ακατοίκητων σχεδόν νησιών μέχρι να τελειώσουν οι μεγάλοι καύσωνες του καλοκαιριού. Μοιράζονταν τα ίδια μαγιό, την ίδια μάσκα και ενίοτε τα ίδια σαλβάρια και τα ίδια φουλάρια για τα μαλλιά, εκτός από το καλοκαίρι που η Σάρα είχε αγορέ κούρεμα οπότε φορούσε μόνο δυο τρεις μπαντάνες που είχε προλάβει να αγοράσει πριν να μπουν στο πλοίο. Η νύχτα τις έβρισκε πολλές φορές αμίλητες έξω από τις σκηνές τους, με μουσικές που έκαναν υπομονή όλο το χειμώνα για να τις ακούσουν μόνο όταν θα βρίσκονταν δίπλα στη θάλασσα, καπνίζοντας τον βαρύ αρωματικό καπνό τους και πίνοντας ελαφριές μπύρες από γυάλινα μπουκάλια.

Το χειμώνα χόρευαν με άλλες μουσικές, μουσικές σε μεγάλα ή υπόγεια κλαμπ, και γέμιζαν τα κορμιά τους με ιδρώτα που μύριζε τζιν και ενίοτε είχε γεύση μεθυλενοδιοξυμεθαμφεταμίνης, αυτό γινόταν στο σπάνιο ενίοτε, που ορίζεται από μια η δυο φορές το χρόνο, συνήθως μετά από έναν χωρισμό ή κάποιο ξεχωριστό γεγονός, όπως το τέλος ενός μεταπτυχιακού ή μια νέα πρόσληψη. Εξίσου συνήθως, φορούσαν τζιν σορτσάκια με καλσόν και μαύρα ή μωβ τιραντάκια κάτω από τα χοντρά παλτό τους, που τα πετούσαν στις γωνίες του κλαμπ μαζί με τις πάνινες τσάντες τους χωρίς, επίσης συνήθως, να τα προσέχουν. Έτσι η Έρη είχε χάσει μέσα σε ένα βράδυ όλα της τα λεφτά, τις κάρτες, τις μοναδικές εκτυπωμένες φωτογραφίες που είχε με τον πρώην της και το διαβατήριο της. Το ταξίδι που είχε κανονίσει δυο μέρες μετά για το Μαρόκο δεν έγινε ποτέ, για τις φωτογραφίες όμως δεν έδωσε δεκάρα, αφού ούτως ή άλλως θα τις έσκιζε μέσα στον επόμενο μήνα.

Κάποια σημαντικά γεγονότα παρ’ όλα αυτά, τα είχαν γιορτάσει με τελείως διαφορετικό τρόπο. Toν Φλεβάρη είχαν αγοράσει και οι τρεις επίσημα φορέματα και είχαν μαγειρέψει τυπικά φαγητά, η Κάτια λίγα παραπάνω μιας και ήταν οι δικοί της αρραβώνες. Στις συζητήσεις γύρω από το απεριτίφ δεν είπαν τίποτα στην οικογένεια του Πέτρου, ούτε για τον γυμνισμό στις παραλίες, ούτε για τις ξυπόλητες βόλτες τους, ούτε φυσικά για τη μεθυλενοδιοξυμεθαμφεταμίνη. Άλλωστε λίγο πολύ είχαν σταματήσει να τα κάνουν, η Σάρα πλέον σύχναζε και με άλλες παρέες, διαφορετικής σεξουαλικής κατεύθυνσης, η Έρη δεν είχε πολλά λεφτά γιατί έμενε συχνά άνεργη λόγω του απρόσεχτου χαρακτήρα της και η Κάτια ήταν σχεδόν δυο μηνών έγκυος. Όταν όλοι οι καλεσμένοι είχαν φύγει, και ο Πέτρος ήδη κοιμόταν χωρίς να έχει ξεντυθεί στον καναπέ, βγήκαν στο πίσω μπαλκόνι της κουζίνας και αμίλητες, έβαλαν να παίζει Nina Simone, Here comes the sun.

Όσο προχωρούσαν στο καταπράσινο μονοπάτι, οι μυρωδιές από το χώμα και τα χόρτα γίνονταν όλο και πιο έντονες. Λόγω της απογευματινής βροχής κάποια χαλίκια είχαν κυλήσει και είχαν μπει στο δρόμο. Ο αέρας γινόταν ακόμα πιο ζεστός. Η ατμόσφαιρα πιο καλοκαιρινά αποπνικτική. Η Έρη σκόνταψε πάνω σε μια πέτρα με σουβλερές γωνίες και λέρωσε τα παπούτσια της με την κρυμμένη λάσπη. Λίγο πιο κάτω το μονοπάτι χωριζόταν στα δύο, ο αριστερός δρόμος οδηγούσε στις απαρχές του λόφου και ο δεξιός στις ανατολικές συνοικίες της πόλης. Ο ρυθμός των βημάτων τους μετά την πτώση ξαναέγινε ίδιος όσο η Έρη έστριβε δεξιά, σε μια απόλυτη σιωπή. Δέκα λεπτά περπάτημα πιο κάτω, το μονοπάτι πάλι χωριζόταν. Η Σάρα πήρε τον αριστερό δρόμο, αυτόν που οδηγούσε στις αποθήκες και στις βιοτεχνίες έξω από την πόλη. Πριν το σταυροδρόμι, είχε χαϊδέψει τρυφερά και κυκλικά την κοιλιά της Κάτιας, κίνηση που προφανώς δεν ήταν καθημερινή ούτε οικεία. Όταν η Κάτια έφτασε στην κορυφή του λόφου, είχε ήδη νυχτώσει. Κατηγόρησε την εγκυμοσύνη της για τον αργό ρυθμό στο βάδισμα της. Γύρισε σπίτι δέκα παρά, ο Πέτρος είχε ήδη αποκοιμηθεί με τα ρούχα στον καναπέ χωρίς να έχει φάει.

Ήταν η τελευταία φορά που περπάτησαν μέχρι το Κάμντεν Χιλ. Ήταν η τελευταία φορά, γενικά, που έκαναν κάτι μαζί.

[Πρώτη δημοσίευση στο ηλεκτρονικό Φρέαρ. Δείτε τα περιεχόμενα της έντυπης έκδοσης εδώ.]

Σε λίγο καιρό κοντά σας με νέο ηλεκτρονικό τεύχος στο mag.frear.gr

Mag.frear.gr – Τα ηλεκτρονικά μας τεύχη

%d bloggers like this: