frear

Για την Ανθολογία Κωστή Παλαμά – γράφει η Ανθούλα Δανιήλ

Ανθολογία Κωστή Παλαμά, Ανθολόγηση-Πρόλογος: Κώστας Χατζηαντωνίου, Κέδρος, Αθήνα 2018.

Έχουν περάσει 160 χρόνια από τη γέννησή του Κωστή Παλαμά (1859-1943) και 75 από τον θάνατό του. Αν υπολογίσουμε το 1880 ως έτος αφετηρίας της εμφάνισής του στα Γράμματα, τότε θα καταλήξουμε στο ότι ο Παλαμάς υπήρξε πνευματικός ηγέτης με διαρκή ζωντανή παρουσία περισσότερο από εξήντα χρόνια.

Οι εκδόσεις Κέδρος, τιμώντας τον μεγάλο μας εθνικό ποιητή, εξέδωσαν Ανθολογία, ανανεώνοντας την επικοινωνία του παλαμικού έργου με το αναγνωστικό του κοινό. Την Ανθολόγηση των ποιημάτων έκανε ο Κώστας Χατζηαντωνίου, ο οποίος έγραψε και τον Πρόλογο. Ο Χατζηαντωνίου είναι μέλος της Διοικούσας Επιτροπής του Ιδρύματος Κωστή Παλαμά, ο οποίος μεταξύ των άλλων ιδιοτήτων του είναι και διακεκριμένος και βραβευμένος δοκιμιογράφος και πεζογράφος.

Ο Παλαμάς γεννήθηκε στις 13 Ιανουαρίου στην Πάτρα, αλλά έζησε στο Μεσολόγγι, πατρίδα των γονιών του, τους οποίους έχασε νωρίς, κοντά στο θείο του. Η οικογένεια μετέφερε τον μέγα μύθο της στα Γράμματα και στην Εκκλησία. Ο Κωστής δηλαδή ήταν απόγονος λογίων και ανθρώπων ασχολουμένων με την εκκλησία. Από νωρίς έδειξε ενδιαφέρον για την ποίηση και το 1878 συνέθεσε ποίημα για την Έξοδο του Μεσολογγίου, το οποίο απήγγειλε στην επέτειο και το οποίο αποτελεί και την πρώτη του δημοσίευση στην πατρίδα του. Στη συνέχεια θα φύγει για την Αθήνα, όπου θα σπουδάσει Νομικά, τα οποία, ωστόσο, θα εγκαταλείψει, για την αγάπη της ποίησης και της δημοσιογραφίας. Συνεργάστηκε με τα περιοδικά της εποχής Ραμπαγάς, Μη χάνεσαι, Άστυ, Εστία, την Εφημερίδα των Δημητρίου Κορομηλά και Ιωάννη Καμπούρογλου και την εφημερίδα Ακρόπολις του Βλάση Γαβριηλίδη. Εν τω μεταξύ ανέπτυξε φιλία με τους συμφοιτητές του Νίκο Καμπά και Γεώργιο Δροσίνη. Ο πίνακας του Γεωργίου Ροϊλού Παρνασσός είναι η ιστορική στιγμή της μεγάλης Σχολής με τους Προβελέγγιο, Στρατήγη, Δροσίνη, Πολέμη, Παλαμά (στο κέντρο) και Σουρή.

Αφήνοντας πίσω του τον λογιοτατισμό, τον ξεπερασμένο ρομαντισμό και την στείρα προγονοπληξία, θα αποτελέσει τη νέα λογοτεχνική δύναμη που εμπνέεται από τη φύση, τη ζωντανή δημοτική γλώσσα και τις απηχήσεις του εθνικού αγώνα του 1821, όπως φαίνεται στην πρώτη του συλλογή που θα κυκλοφορήσει το 1885, με τον τίτλο Τα τραγούδια της πατρίδας μου. Τον ίδιο χρόνο θα κάνει και την πανηγυρική του εμφάνιση στον Φιλολογικό Σύλλογο Παρνασσός.

Παραθέτω την πρώτη στροφή από το ποίημα «ΟΙ ΣΤΙΧΟΙ ’Σ ΤΗΝ ΠΑΤΡΙΔΑ ΜΟΥ»

Οι στίχοι ’ς την πατρίδα μου είνε καθάριο μέλι,
Απ’ της καρδιάς βυζαίνονται το άνθος μυστικά,
Μέσα ’ς το νου φυλάγονται, ’σα’ μέσα σε κυψέλη,
Κ’ είνε στολίδια της χαράς, της λύπης γιατρικά,
Οι στίχοι ’ς την πατρίδα μου είνε καθάριο μέλι.

Το 1889 βραβεύεται στον Φιλαδέλφειο Διαγωνισμό ο «Ύμνος στην Αθηνά», έργο στο οποίο συνδέει το κλασικό παρελθόν με τη σύγχρονη ζωή, τα παλαιά κλέη με τις ελπίδες για το μέλλον.

Ακολουθούν οι συλλογές Τα μάτια της ψυχής μου (1892), Ίαμβοι κι Ανάπαιστοι (1897), Ο Τάφος (1898), εμπνευσμένος από τον χαμό του τετράχρονου γιου του Άλκη, Οι χαιρετισμοί της Ηλιογέννητης (1900). Παράλληλα θα ασχοληθεί με την κριτική και θα παρουσιάσει στο ελληνικό κοινό την ποιητική μεγαλοφυΐα του Ανδρέα Κάλβου (1889), θα γράψει το διήγημα «Ο θάνατος του παλικαριού» (1891) και το θεατρικό δράμα Τρισεύγενη (1903), συμμετέχοντας στην προσπάθεια του Κωνσταντίνου Χριστομάνου να συστήσει τη Νέα Σκηνή.

Εδώ, θα λέγαμε, τελειώνει και η πρώτη φάση της ποιητικής του δημιουργίας. Ακολουθεί η περίοδος κατά την οποία ο Παλαμάς, γράφει ο Χατζηαντωνίου, «με μυσταγωγική και προφητική συναίσθηση συνδέει την εποχή του με το όραμα του σύγχρονου ελληνισμού». Η ταπείνωση του 1897, ο Μακεδονικός Αγώνας και οι προσωπικές περιπέτειες θα επηρεάσουν το έργο του. Ως Γενικός Γραμματέας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών το 1897 θα υβριστεί, θα καταγγελθεί, θα διωχθεί, για τις γλωσσικές του προτιμήσεις στη δημοτική, θα κατηγορηθεί από φοιτητές καθοδηγούμενους από συντηρητικούς καθηγητές και προσωρινά, το 1911, θα απολυθεί από τη θέση του. Εκείνος όμως θα διακηρύσσει ότι η δημοτική είναι η αρετή του. Οι ιδέες του για την ιστορική συνέχεια, για το Έθνος και τις δυνάμεις που δεν του επιτρέπουν να αναπτυχθεί, θα επεξεργαστεί στις συλλογές Ασάλευτη Ζωή (1904) ‒ποίημα ξεχωριστό της περιόδου αυτής είναι η «Φοινικιά»‒ στον Δωδεκάλογο του Γύφτου (1907), όπου υμνεί το ελεύθερο πνεύμα του Έλληνα. Ακολουθεί Η Φλογέρα του βασιλιά (1910), έργο στο οποίο δίνει το ποιητικό όραμα «ισάξιο της εθνικής ψυχής», σαν απάντηση στην ήττα του 1897.

Από τον Πρόλογο του έργου παραθέτουμε τους στίχους:

Σβησμένες όλες οι φωτιές οι πλάστρες μεσ’ στη Χώρα.
…………………………………………………….

Τα χέρια είναι παράλυτα, και τα σφυριά παρμένα
και δε σφυροκοπά κανείς τ’ άρματα και τ’ αλέτρια,
κ’ η φούχτα κ’ άποιου ζυμωτή λίγο σιτάρι αν κλείση.

Τραγούδι των ηρώων ! Εμπρός, τραγούδι των ηρώων!
Απάνου από τ’ απόσταχτα, άναψε ω φλόγα, λάμψε.

Θα ακολουθήσουν τα Σατιρικά Γυμνάσματα, Οι καημοί της Λιμνοθάλασσας, Η πολιτεία και η Μοναξιά, και τα τρία την ίδια χρονιά (1912), Οι Βωμοί (1915), Τα Παράκαιρα και τα Δεκατετράστιχα (1919). Είναι η χρυσή εποχή της Μεγάλης Ιδέας αλλά δεν θα αργήσει να γίνει η ανατροπή με την Μικρασιατική Καταστροφή το 1922, τους εκατοντάδες νεκρούς, τραυματίες και πρόσφυγες. Οι Λύκοι είναι οι Τούρκοι που μπαίνουν στη Σμύρνη, το «τραγούδι των προσφύγων» είναι ποίημα βιβλικό, γράφει ο Χατζηαντωνίου. Παραθέτω τις δύο τελευταίες στροφές:

Μια είν’ η πατρίδα των αιμάτων και των δραμάτων, το άστρο
της Ιστορίας το πολικό, του τραγουδιού τροφή,
χώρες καρδιές από παντού μια ψυχή σ’ ένα κάστρο,
κι η προσταγή της; Α δ ε λ φ ο ί !

Και το που δένει ανάθεμα και ο που δέρνεται θρήνος
μακριά! Στο μαύρο Γολγοθά των ξεθεμελιωμών,
βοήθα, άγγελε του τραγουδιού ν’ ανθίση ο άσπρος κρίνος
των Ευαγγελισμών!

Τα ποιήματα από εδώ κι έπειτα θα γραφτούν με συγκρατημένο λυρισμό, στοχαστική διάθεση. Το 1926 θα γίνει μέλος της Ακαδημίας Αθηνών και θα συνεχίσει πιο χαμηλόφωνα το έργο του.

Όμως ο Παλαμάς, εκτός από ποιητής και πεζογράφος, είναι και κριτικός· «ο δίχως αμφιβολία μεγαλύτερος νεοέλληνας κριτικός», κατά τον Καραντώνη. Ακριβής και λεπτολόγος, με ποιητικό λόγο και φαντασία, μας κληροδοτεί εξαιρετικά κείμενα, τονίζει τη σημασία του έργου του Σολωμού, προβάλλει τον Κάλβο και τον Μαρκορά και από τους νεότερους καλωσορίζει τον Ρίτσο. Δεν προέταξε ιδεολογικές αρχές στην κριτική του, επέλεγε για τι θα μιλήσει για να μη θίξει κανέναν, όπως ορίζει «η σχολή της κριτικής των αρετών». Για το κριτικό του έργο έχει δεχτεί τον έπαινο των Βάρναλη, Άγρα, Συκουτρή, Τσάτσου, Ζαχαριάδη. Ο Σεφέρης στις Δοκιμές του γράφει: «Το παλαμικό έργο είναι ο τόπος όπου γίνεται η ολοκληρωτική πραγμάτωση και ανάσταση του ελληνικού ποιητικού λόγου στη ζωή». Προτάθηκε για το Νόμπελ δεκατέσσερις φορές.

Ο θάνατός του στις 27 Φεβρουαρίου το 1943 συγκλόνισε τον ελληνικό λαό και η κηδεία του την άλλη μέρα έγινε αντιστασιακή πράξη, με τον Σικελιανό να απαγγέλει το «Ηχήστε οι σάλπιγγες… Σ’ αυτό το φέρετρο ακουμπά η Ελλάδα» και με τον Κατσίμπαλη να ψέλνει τον Εθνικό Ύμνο και να παρασύρει όλο τον Ελληνικό λαό, παρόντων των εκπροσώπων των δυνάμεων Κατοχής. Ο Μίκης Θεοδωράκης έχει πει ότι «Ο Παλαμάς είχε μεγαλύτερη επιρροή από 10 Πρωθυπουργούς», πράγμα που επιβεβαίωσε την ημέρα της κηδείας του. Από τις τελευταίες του προτροπές στα χρόνια του πολέμου, οι στίχοι:

Αυτό το λόγο θα σας πω δεν έχω άλλον κανένα
ΜΕΘΥΣΤΕ ΜΕ Τ’ ΑΘΑΝΑΤΟ ΚΡΑΣΙ ΤΟΥ ΕΙΚΟΣΙΕΝΑ

Και από τις πιο τρυφερές στιγμές του το «Ρόδου μοσκοβόλημα»:

Απόψε άγρια μ’ έδειρεν η βαρυχειμωνιά
που μ’ έπιασε χωρίς φωτιά και μ’ ηύρε χωρίς νιάτα,
κι ώρα την ώρα πρόσμενα να σωριαστώ βαριά
στη χιονισμένη στράτα.

Μα χτες καθώς με θάρρεψε το γέλιο του Μαρτιού
και τράβηξα να ξαναβρώ τ’ αρχαία τα μονοπάτια,
στο πρώτο μοσκοβόλημα ενός ρόδου μακρινού
μου δάκρυσαν τα μάτια.

Ο τόμος αυτός είναι δείγμα τιμής σε έναν μεγάλο ποιητή.

[Πρώτη δημοσίευση στο ηλεκτρονικό Φρέαρ. Δείτε τα περιεχόμενα της έντυπης έκδοσης εδώ.]

Σε λίγο καιρό κοντά σας με νέο ηλεκτρονικό τεύχος στο mag.frear.gr

Mag.frear.gr – Τα ηλεκτρονικά μας τεύχη